Δεν πειράζει. Ας ξαναγίνω «βαρετός». Το επιβάλλουν οι καιροί και τα εκφυλιστικά φαινόμενα που παρουσιάζονται στους ευρωπαϊκούς αγώνες. H αιτία γι’ αυτό το σημείωμα ήταν η απόφαση της ΕΛΠΑ να παραχωρήσει την αποκλειστική κάλυψη του 40ού Ράλλυ Ακρόπολις σε συγκεκριμένο τηλεοπτικό κανάλι. Έχοντας μείνει (συνειδητά) έξω από το μικρόκοσμο των ελληνικών αγώνων, για λόγους που επανειλημμένα έχω εξηγήσει απ’ αυτές εδώ τις σελίδες (και που καθημερινά αποδεικνύονται σωστοί) δεν ήξερα ότι τα πράγματα έχουν πλέον ξεφύγει από κάθε έλεγχο και οι αγώνες χρησιμοποιούνται πλέον ανοιχτά για την ικανοποίηση μυρίων όσων φανερών και κρυφών συμφερόντων. Ας πάρουμε το παράδειγμα της «αποκλειστικής» κάλυψης του Ράλλυ Ακρόπολις (και των άλλων αγώνων του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος). H υπόθεση έχει ως εξής: H FISA διενεργεί (μέσω των τοπικών αντιπροσώπων της (που δεν είναι άλλοι από τις εθνικές λέσχες αυτοκινήτου) πλειοδοτικούς «διαγωνισμούς» για να παραχωρήσει τα «δικαιώματα» της «αποκλειστικής» τηλεοπτικής κάλυψης ενός συγκεκριμένου αγώνα. Οι «διαγωνισμοί» αυτοί δεν γίνονται με αυτό που θα αποκαλούσαμε «διαφανείς διαδικασίες», αλλά με τον εξής τουλάχιστον περίεργο τρόπο. H εθνική λέσχη αποστέλλει (γενικώς και αορίστως) «φαξ» στους τηλεοπτικούς σταθμούς ζητώντας να πληροφορηθεί αν ενδιαφέρονται να «πάρουν» τα αποκλειστικά δικαιώματα. Αν το φαξ πάει στον κατάλληλο άνθρωπο έχει καλώς.

Κάποια απάντηση θα δοθεί. Αν περιπλανηθεί από γραφείο εις γραφείο τότε, η εθνική λέσχη έχει έτοιμη τη δικαιολογία: σας στείλαμε φαξ αλλά δεν απαντήσατε και τα δώσαμε (τα δικαιώματα) στο Mini Channel. Έτσι, το Mini Channel θα είναι ο μοναδικός τηλεοπτικός σταθμός στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Ισπανία και όπου αλλού φθάνει η χάρη των μπλέιζερ της FISA, που θα έχει «εικόνα» από τον συγκεκριμένο αγώνα!

Με άλλα λόγια, κάποιοι κύριοι στο Παρίσι (και οι αντιπρόσωποί της στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες) αποφασίζουν σε ποια ελληνικά βουνά μπορώ να πάω εγώ (ή εσείς) με τη βιντεοκάμερά σας. Βέβαια, οι άνθρωποι είναι «έξυπνοι». Δεν απαγορεύουν τη λήψη στους ιδιώτες (αν και στην Αγγλία για λόγους «ασφαλείας» τους αναγκάζουν να στέκονται 50 μέτρα μακριά από τις στροφές, πράγμα που κάνει την επαγγελματική λήψη αδύνατη!), αλλά στο (ή στα) κανάλια που δεν έχουν πληρώσει αδρά για το δικαίωμα να μαγνητοσκοπήσουν τις ειδικές διαδρομές.

Αποτέλεσμα: ένα κανάλι εξασφαλίζει την αποκλειστικότητα και τα άλλα να πάνε να κουρεύονται (μαζί με τους τηλεθεατές τους). Αν κάποιος ισχυρισθεί ότι αυτό το έγκλημα προωθεί και προβάλλει τους αγώνες τότε εγώ έχω κάνει ακόμα ένα σοβαρό λάθος που δεν έχω καταλάβει ότι ΟΛΑ (μα ΟΛΑ) στην εποχή μας πουλιούνται, ακόμα και η αγωνία των ερασιτεχνών οδηγών που, η μόνη τους ίσως ανταμοιβή, είναι να δουν το αυτοκίνητό τους «στην τηλεόραση».

Θα μου πείτε: τώρα το κατάλαβες ότι ΟΛΑ πουλιούνται; Όχι, το γνωρίζω από καιρό, αλλά αρνούμαι να δεχτώ (πολύ περισσότερο να μπω) σ’ αυτό το αισχρό κύκλωμα.

Κι όλα αυτά δεν τα γράφω επειδή τυχαίνει να έχω (μαζί με τους συνεργάτες μου) μια εκπομπή στην τηλεόραση (και συγκεκριμένα στο Mega Channel). Τα ίδια θα ‘γραφα αν την «αποκλειστικότητα» του Ράλλυ Ακρόπολις ή όποιου άλλου αγώνα είχε εξασφαλίσει η εκπομπή «Τροχοί & Δρόμοι». Αν οι οργανωτές αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα και προσπαθούν (δικαιολογημένα) να βγάλουν «από τη μύγα ξίγκι» θα μπορούσαν να βγάλουν έναν τιμοκατάλογο και να πουλήσουν τα «δικαιώματα» σε όλους όσους ενδιαφέρονταν και όχι μόνο στον πλειοδότη.

Όμως, το παραπάνω περιστατικό δεν είναι το μόνο που με ανησυχεί (και πρέπει να ανησυχεί όλους τους ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΣ φίλους των αγώνων γιατί με τις «αυλές» δεν υπάρχει λόγος ν’ ασχοληθεί κανείς). Τον τελευταίο καιρό οι «μάχες» για την εξεύρεση χορηγών (βαρβαριστί: σπόνσορες) έχουν πάρει τη μορφή καταιγίδας. Οι συμφωνίες (πάνω ή κάτω από το τραπέζι) δίνουν και παίρνουν και το μαύρο χρήμα κυκλοφορεί ανεξέλεγκτα.

Μη μου ζητήσετε να αναφέρω συγκεκριμένα περιστατικά γιατί δεν μπορώ. Μόνο αν ήμουν… Μαυρίκης και μαγνητοφωνούσα τις συνομιλίες (και ήθελα να μπω στη ζώνη του λυκόφωτος) θα μπορούσα να σας πω ποιοι βρίσκονται πίσω από τι. Αυτό όμως που μπορώ να σας πω είναι να δώσετε μεγαλύτερη προσοχή σε γεγονότα που, όσο καλά κι αν προσπαθούν να τα παραλλάξουν, δείχνουν ποιος βρίσκεται πίσω από τα διάφορα deals (έτσι αποκαλούνται στη γλώσσα της παραδιαφήμισης).

Και οι αγώνες; O ευγενής συναγωνισμός; Οι φιλίες; H άμιλλα; Αυτά μπήκαν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Κάποτε, όταν έλθει η στιγμή, θα σας δώσω περισσότερες πληροφορίες για το παρακύκλωμα που λυμαίνεται τους αγώνες (και όχι μόνο). Για τώρα το μόνο που μπορώ να σας πω είναι ότι, οι 4TPOXOI έμειναν έξω από το λάκκο. Βέβαια αυτό κοστίζει σε διαφημιστικές «καταχωρήσεις», αποκλειστικότητες, «σπόνσορες», αλλά, τι στο διάβολο. Αν δεν μέναμε έξω δεν θα είμαστε… 4TPOXOI!._K.K.

ΦΡΟΥΔΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ
Μια απαραίτητη αυτοκριτική

Όταν, πριν 35 χρόνια, ξεκινούσα αυτό το «ταξίδι» στον κόσμο της αυτοκίνησης, πίστευα ότι με τα κείμενά μου θ’ άλλαζα αν όχι τον… κόσμο τουλάχιστον τον τρόπο που οι Έλληνες αντιμετώπιζαν το αυτοκίνητο. Δεν μπορεί, έλεγα. Οι νέοι που αγαπούν το αυτοκίνητο και τη μοτοσικλέτα, θα δουν ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος και, όταν με το καλό μεγαλώσουν, θα μεταφέρουν τις γνώσεις τους στα δικά τους παιδιά και η εικόνα των δρόμων θ’ αλλάξει. Σήμερα, μεγαλύτερος και «σοφότερος» βλέπω πόσο φρούδες ήταν οι ελπίδες μου. Από το 1958 μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει (λίγο) οι δρόμοι και πολύ τ’ αυτοκίνητα, αλλά οι οδηγικές συνήθειες έχουν μείνει ίδιες για να μην πω ότι έχουν επιδεινωθεί. Μην παίρνετε σαν παράδειγμα τον… εαυτό σας και ίσως τους λιγοστούς σας φίλους που έμαθαν να οδηγούν σωστά και να συμπεριφέρονται πολιτισμένα. Είσαστε τόσο λίγοι ώστε δεν επηρεάζετε καθόλου το σύστημα. Δείτε τη συμπεριφορά της μετακινούμενης μάζας, τα τερτίπια του εποχούμενου όχλου. Παρακολουθήστε τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό, τη σοβαρότητα (και σφοδρότητα) των δυστυχημάτων, δείτε την αγοραία συμπεριφορά ενός λαού που, παρά τις περί αντιθέτου θεωρίες, φέρεται σαν εχθρός στην πατρίδα του. Πάντα ήθελα να έχω μια εκπομπή στην… τηλεόραση για να παρουσιάσω τα φαινόμενα της σήψης και της κατάρρευσης που εμφανίζονται στους δρόμους και, τώρα που την έχω, βλέπω ότι δεν μπορώ να το κάνω!

O λόγος; Τεχνικός… Για να αποθανατίσεις στη μαγνητική ταινία τα όσα καθημερινά βλέπεις να συμβαίνουν στους δρόμους πρέπει να απασχολήσεις ένα συνεργείο και δύο κάμερες τουλάχιστον για μια… εβδομάδα! Αλλά, έστω ότι μπορείς να διαθέσεις τους τεχνικούς. Πάλι μπορεί οι συνθήκες να μην είναι κατάλληλες για λήψη. Παράδειγμα: ένα πρωί προσπαθήσαμε να «τραβήξουμε» εικόνες της παρανοϊκής (και άκρως επικίνδυνης) κατάστασης που διαμορφώνεται στη διασταύρωση της λεωφόρου Βάρης με το δρόμο που έρχεται από τη Βάρκιζα. Εκεί (όπως έχω ξαναγράψει) υπάρχει ένα τεράστιο STOP για εκείνους που έρχονται από την παραλία δίνοντας προτεραιότητα στους οδηγούς που κινούνται προς το Κορωπί ή το Δίλοφο.

Οι μόνοι που έχουν τελικά προτεραιότητα είναι οι οδηγοί των βυτιοφόρων που με τον όγκο τους αναγκάζουν τους άλλους να σταματήσουν. Αν οδηγείς επιβατικό και αν υπακούσεις τον K.O.K. (που σου δίνει προτεραιότητα) θα καταλήξεις στο πλησιέστερο νοσοκομείο , ακόμα χειρότερα, νεκροτομείο. H διασταύρωση αυτή είναι μία από τις εκατοντάδες χιλιάδες σ’ όλη την Ελλάδα όπου καθημερινά παίζεται το ίδιο έργο. Οι μη έχοντες προτεραιότητα περνούν με 60-70 χλμ./ώρα και οι έχοντες περιμένουν να περάσουν οι «έξυπνοι». Αν κάποιος, μοτοσικλετιστής για παράδειγμα, κάνει το λάθος να πιστέψει στην προτεραιότητα είναι νεκρός.

Αλλά, η κοινωνική κατρακύλα δεν περιορίζεται στις… διασταυρώσεις. Αν έχεις λίγη πείρα και αποφασίσει ότι ζεις σ’ ένα περιβάλλον φαινομενικής πραγματικότητας (virtual reality) μπορείς να παραμείνεις ζωντανός. Αν όμως είσαι καινούργιος στο παιχνίδι και δεν διαθέτεις γνώσεις ψυχολογίας (για να καταλάβεις πόσο ανόητος και επικίνδυνος είναι αυτός που προπορεύεται, ακολουθεί ή προσπαθεί να διασχίσει τη διασταύρωση) τότε, οι πιθανότητες να επιζήσεις, είναι ιδιαίτερα περιορισμένες.

Πήγε λοιπόν χαμένη η δουλειά που έκαναν, ο ειδικός Τύπος, οι εφημερίδες, οι ειδικές εκπομπές στην τηλεόραση και ο… υπογράφων; Στο μεγαλύτερό της ποσοστό, ναι. Δεν υπάρχει κανείς τρόπος (εκτός από την αστυνόμευση «γερμανικού» ή «ελβετικού» τύπου ή τις αυστηρές εξετάσεις για την απόκτηση διπλώματος) για να ελέγξεις τις πράξεις του οδηγού του Μπαντζάι 1600GLS που τίποτα δεν ξέρει και τίποτα δεν καταλαβαίνει. Το ανθρωπόμορφο ον θα συνεχίσει να κάνει τις αντικοινωνικές και εγκληματικές του πράξεις αφού, βαθιά στο χάος του εγκεφάλου του γνωρίζει ότι κανείς δεν πρόκειται να τον πειράξει. H αστυνομία είναι ανύπαρκτη (εκτός από τις ημέρες των μεγάλων εξόδων και τις σχεδόν οπερετικές παγανιές για τον έλεγχο της ταχύτητας με ραντάρ), το σύστημα απόκτησης «διπλωμάτων» νοσεί, η ενημέρωση δεν φθάνει στους «μήτσους» και στις «κατίνες» οδηγούς και τα δυστυχήματα συνεχώς πολλαπλασιάζονται αντί να ελαττώνονται.

Αν, στη φοβερή εικόνα της κυκλοφορίας στους ελληνικούς δρόμους, προσθέσετε και το γαρνίρισμα που προσφέρεται άφθονο στα ρείθρα των πεζοδρομίων και στα χαντάκια των επαρχιακών δρόμων (όπου ο περιούσιος λαός πετάει τα πάντα από τα σκουπίδια του μέχρι τα στρώματα, τις καρέκλες και τα κουτάκια των αναψυκτικών) τότε έχετε την εικόνα μιας «ευρωπαϊκής» χώρας που ακόμα βρίσκεται στο πιο μαύρο Μεσαίωνα.

Τέσσερις άνθρωποι ξεκληρίστηκαν τα ξημερώματα της Κυριακής 23 Μαΐου στην πλατεία Δαβάκη στην Καλλιθέα όταν μια BMW «επέπεσε» με μεγάλη ταχύτητα πάνω σ’ ένα Σέατ Ιμπίθα. Δεν ήμουν εκεί για να δω πως έγινε το δυστύχημα, αλλά είμαι σίγουρος ότι το οινόπνευμα θα έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο. Δεν ξέρω αγαπητοί αναγνώστες τι να πω και τι να κάνω πια. Τα όσα βλέπω καθημερινά στους δρόμους μ’ έχουν κάνει να το πάρω πλέον απόφαση ότι αυτή είναι η πραγματικότητα, μ’ αυτήν πρέπει να ζήσουμε και απ’ αυτήν πρέπει να προφυλαχθούμε με τα δικά μας μέσα.

Από κανένα δεν περιμένω πλέον τίποτα. H εξάπλωση του αυτοκινήτου είχε πολλά καλά αφού έδωσε στον καθένα τη δυνατότητα της αυτοκίνησης, αλλά έφερε και πολλά δεινά μερικά από τα οποία περιγράψαμε σ’ αυτό το σημείωμα. Δεν υπάρχει λοιπόν ελπίδα βελτίωσης; Κατά τη γνώμη μου όχι. Θα πρέπει να περάσουν τουλάχιστον άλλα 20-30 χρόνια, να «φύγουν» οι παλιοί με τα σκουριασμένα μυαλά και να έλθουν οι νέοι που, εκτός από τα δάση, τις αρκούδες και τις φώκιες, θα προστατεύουν και την ανθρώπινη ζωή στους πιο επικίνδυνους δρόμους του πλανήτη, τους δρόμους της Ελλάδας._.Κ.Κ.

ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΟΙ ΦΟΒΟΙ KAI ΥΠΑΡΚΤΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ
Πέρα από τους 4T

Συναντώ συχνά φίλους και αναγνώστες του περιοδικού σε διάφορες εκδηλώσεις ή ακόμη και στο δρόμο και μιλώ μαζί τους. Είμαι, δυστυχώς, φυσιογνωμικά γνωστός και αισθάνονται αμέσως οικειότητα μαζί μου. Πολλοί απ’ αυτούς μου δείχνουν την ανησυχία τους για το μέλλον της πατρίδας μας και λένε με απογοήτευση είτε πως «η Ελλάδα αυτοκτόνησε», ή «η Ελλάδα αυτοκτονεί», ή «η Ελλάδα σε μερικά χρόνια θα αποβληθεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα», ή «οι Τούρκοι θα μας πάρουν τη Θράκη» και άλλα τέτοια. Δεν μπορώ παρά να διαπιστώσω λοιπόν ότι υπάρχει ευτυχώς μία μερίδα Ελλήνων που σκέπτεται και ανησυχεί για τον τόπο μας. Δεν μπορώ όμως να μην σκεφθώ ότι οι περισσότεροι από τους συμπατριώτες μας βυθίζονται σε ένα πέλαγος αφασίας και αδράνειας, χαμένοι μέσα στον αγώνα για την καθημερινή επιβίωση και στο όνειρο της GLAMOROUS νυχτερινής διασκέδασης.

Δεν σας κρύβω ότι ανησυχώ και εγώ. Ανησυχώ για την εικόνα που παρουσιάζει ο πλανήτης μας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και ιδιαίτερα η περιοχή μας. Δεν ανησυχώ αν θα πάψω να οδηγώ ενδιαφέροντα αυτοκίνητα ή να πετώ με… μαχητικά αεροπλάνα, ανησυχώ όμως για το αύριο της πατρίδας μας. Κάποιοι βέβαια έχουν έτοιμη την απάντηση: «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει». Δυστυχώς δεν μπορώ να δεχθώ αυτήν τη δήλωση. H Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, όχι επειδή την υπερασπίζονται όσοι συχνάζουν στις χασαποταβέρνες -υπήρχαν και στην αρχαιότητα και τους αποκαλούσαν «συβαρίτες»- αλλά επειδή, την τελευταία στιγμή, την σώζουν τριακόσιοι του Λεωνίδα, Μακρυγιάννηδες, Παπαφλέσσες, Κουντουριώτηδες, Μητραλέξηδες, γενικά αυτοί που τάχθηκαν να φυλάττουν Θερμοπύλες.

Βλέπω την κατάσταση που επικρατεί στην ευρύτερη περιοχή γύρω από την Ελλάδα. Στα ανατολικά μας σύνορα βρίσκεται πάντα η προαιώνια αντίπαλός μας, η Τουρκία. Δεν έχει πάψει να τρέφει επεκτατικές βλέψεις σε βάρος μας, αν και πολλοί πίστεψαν ότι οι ευκαιρίες που ανοίχθηκαν γι αυτήν, στην Κεντρική Ασία, θα την έκαναν να αλλάξει προσανατολισμό. Το όνειρο του Οζάλ για το τουρκικό έθνος που απλώνεται από την Αδριατική μέχρι το Σινικό τείχος θα πρέπει να αρχίσει να μας ανησυχεί σοβαρά. Πολλοί υποστηρίζουν ότι το μουσουλμανικό τόξο που αρχίζει πλέον ορατά να περιβάλλει τα βόρειά μας σύνορα οφείλεται στην Τουρκία. Δεν θα διαφωνήσω μαζί τους. Θα τους επισημάνω πάντως ότι οι μουσουλμάνοι βρίσκονται εκεί εδώ και πεντακόσια χρόνια. Αν οι Τούρκοι τους πρόσδεσαν πάλι στο άρμα τους τα τελευταία δύο χρόνια, αυτό δείχνει κάποιες ικανότητες που φαίνεται ότι εμείς δεν διαθέτουμε. Συνεπώς θα πρέπει οι κινήσεις αυτές να αντισταθμισθούν εκ μέρους μας με κάποιες άλλες.

Ένα άλλο φαινόμενο που τραβάει την προσοχή μου είναι η επέκταση της τουρκικής επιρροής στην Κεντρική Ασία. Κατά τους Τούρκους, οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, που σήμερα είναι ανεξάρτητα κράτη, κατοικούνται από τουρκογενείς πληθυσμούς και σύντομα οι λαοί αυτοί θα επανακτήσουν την «τουρκική» τους συνείδηση. Από μία άποψη η τουρκική διείσδυση στην Κεντρική Ασία εκπληρώνει σήμερα το παλιό όνειρο των οπαδών του «Παντουρανισμού» ή «Παντουρκισμού». Αρχίζει δηλαδή μια δυναμική που θα προσδώσει ίσως στην Τουρκία αυτό που πάντοτε της έλειπε: αδελφούς λαούς και αδελφά κράτη. Βέβαια το Ιράν διακηρύσσει από την πλευρά του -και δικαιολογημένα- ότι πολλοί από τους λαούς αυτούς δεν μιλούν τουρκικά, αλλά περσικά. Στο παιχνίδι που παίζεται μεταξύ των δύο αυτών χωρών στην Κεντρική Ασία είναι αδύνατο να φαντασθούμε ποιος θα είναι ο νικητής. Στοιχηματίζω πάντως ότι η Τουρκία θα κερδίσει πολλά. Φραγμός στην εδαφική της επέκταση προς την Ανατολή είναι η Αρμενία, σφηνωμένη μεταξύ της Τουρκίας και τους Αζερμπαϊτζάν. H χριστιανική Αρμενία φαίνεται να κερδίζει τον πόλεμο με το μουσουλμανικό Αζερμπαϊτζάν, έχει όμως κυριολεκτικά γονατίσει από τον αποκλεισμό που της έχει επιβληθεί. Από την πλευρά της η Τουρκία ετοιμάζεται να κατασπαράξει την Αρμενία, μόλις κρίνει ότι οι διεθνείς συνθήκες της το επιτρέψουν. Μάλιστα ο Οζάλ, λίγο πριν πεθάνει, είχε αναφερθεί σε εισβολή «τύπου Κύπρου».

Οι βόρειοι γείτονές μας αποτελούν την άλλη όψη των ανησυχιών μας. Δεν αναφέρομαι στα χιλιοειπωμένα επιχειρήματα για τα Σκόπια, για το Βοσνιακό ή το Κοσσυφοπέδιο. Αυτά ευτυχώς τα έχουν συνειδητοποιήσει οι Έλληνες με τη βοήθεια των γεγονότων. Σκέφτομαι το μεγάλο ερωτηματικό που λέγεται Αλβανία, και τους ύπουλους πια διωγμούς τους εναντίον των βορειοηπειρωτών αδελφών μας. Τους Έλληνες και ελληνόβλαχους των Σκοπίων που το καθεστώς του Τίτο τους υποχρέωσε να αλλάζουν τα επώνυμά τους. Την ρευστή Βουλγαρία που εξαρτάται από τους μουσουλμάνους για να σχηματίσει κυβέρνηση. Τη Ρουμανία που αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα και έχει κι αυτή το εθνικό της θέμα, τη Μολδαβία. Σκέφτομαι επίσης τη διφορούμενη συμπεριφορά των γειτόνων μας Ιταλών που δεν έχουν, κατά βάθος, ξεπεράσει την ντροπή της ήττας τους στα βορειοηπειρωτικά βουνά το 1940 και δεν χάνουν κάθε ευκαιρία για να τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια μας.

Όλα αυτά, αγαπητοί αναγνώστες, είναι αρκετά για να προκαλούν εφιάλτες και στον πιο ψύχραιμο Έλληνα. Αν μάλιστα σκεφθείτε ότι η πληγή της Κύπρου δεν λέει να γιάνει είκοσι χρόνια τώρα, καταλαβαίνετε γιατί ανησυχώ και γκρινιάζω, όταν οι περισσότεροι συμπολίτες μας ετοιμάζονται για τις καλοκαιρινές τους διακοπές.

Και μη μου γράψει κανείς από σας που διαβάζετε και την «ΠΤΗΣΗ» ότι ο «ελληνικός στρατός είναι άριστα εξοπλισμένος και μπορεί να καταφέρει τρομερά πλήγματα κατά των Τούρκων σε περίπτωση πολέμου», γιατί θα σας απαντήσω ότι ο πόλεμος έχει ήδη αρχίσει, αλλά δεν διεξάγεται με πραγματικά πυρά. Διεξάγεται με πολύ πιο σύνθετο τρόπο και σ’ αυτόν οι αριθμοί των ενόπλων δυνάμεων αποτελούν ένα από τα πολλά χαρτιά της τράπουλας. Τα άλλα χαρτιά είναι οι «άσοι» των Τούρκων: ομοψυχία του πολιτικού κόσμου στα εξωτερικά θέματα, μεγάλη υποδομή και διατιθέμενα κονδύλια για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, μεγάλη εσωτερική αγορά με δυνατότητες επενδύσεων και άρα μεγάλα διεθνή οικονομικά συμφέροντα για την υποστήριξη της Τουρκίας, συνεπής ανάπτυξη της πολεμικής της βιομηχανίας και εν γένει του βιομηχανικού της δυναμικού και πολλά άλλα. Σ’ αυτούς τους τομείς τα δικά μας χαρτιά είναι σχεδόν ανύπαρκτα και, μετά από κάθε επιτυχία της Τουρκίας, ο κόσμος διερωτάται τι κάνουμε εμείς;

Κάποιος θα πρέπει να ξεκαθαρίσει μια για πάντα στους συμπατριώτες μας ότι το παιχνίδι ζωής και θανάτου που παίζουμε με τους γείτονές μας, από το 1974, παρά την επιβαλλόμενη διπλωματική επικοινωνία που διατηρούμε, πρέπει να το παίξουμε όλοι μας. Απαιτείται δηλαδή μια πανεθνική προσπάθεια για να διατηρήσουμε τη χώρα μας σε κάποια πρωτοπορία και να τους κάνουμε να σκέπτονται διαρκώς και περισσότερο προτού προβούν σε οιαδήποτε ενέργεια εις βάρος μας. Δεν πρέπει να τα περιμένουμε όλα από το κράτος. H οικονομική πρόοδος της χώρας αποτελεί μία πρώτης τάξεως θωράκισή μας, εξίσου δυνατή όπως και η στρατιωτική. Για να επιτευχθεί όμως η πολυπόθητη πρόοδος δεν αρκεί το «πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων», ούτε το «πακέτο Ντελόρ», ούτε οιοσδήποτε μεσσίας που θα υποσχεθεί λαγούς με πετραχήλια στις αυριανές εκλογές. Χρειάζεται σκληρή δουλειά, χρειάζεται να ξεχάσουμε την για «ψύλλου πήδημα» απεργία ή στάση εργασίας, χρειάζεται συνέπεια. Έτσι θα επιτύχουμε αυτό που δεν έχουμε μέχρι τώρα επιτύχει: μαζικές ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα. Και μην ισχυρισθεί κανείς ότι θα γίνουμε «τα γκαρσόνια της Ευρώπης» και άλλα τέτοια γραφικά. Προέχει αυτήν τη στιγμή η δημιουργία ξένων συμφερόντων στον τόπο μας, ώστε οι «έχοντες» αυτά τα συμφέροντα να προστατεύσουν -και αυτοί- το «οικόπεδο Ελλάς». Οι μοναχικές καλαμιές σπάζουν από τον αγέρα, όλοι μας το ξέρουμε αυτό. Εννοείται ότι αυτά τα συμφέροντα δεν πρέπει να κατευθυνθούν μόνο στις υπηρεσίες. Έχω πολλές φορές υποστηρίξει την ανάγκη ιδρύσεως αυτοκινητιστικών βιομηχανιών στην Ελλάδα.

Εμείς οι ίδιοι έχουμε πολλές φορές διώξει όσους ήρθαν σ’ αυτό τον τόπο με παρόμοια σχέδια. Σήμερα πραγματοποιείται σταδιακά η επανάσταση των μικροϋπολογιστών. H Ελλάδα δεν έχει ακόμη ανέβει ούτε σ’ αυτό το τρένο. Αφού δεν είμαστε ικανοί να φτιάξουμε μόνοι μας βιομηχανίες προηγμένων καταναλωτικών ειδών, θα πρέπει τουλάχιστον να βοηθήσουμε όσους ξένους επιθυμούν να το κάνουν στη χώρα μας. Και να εξαγάγουμε. Στον εξωτερικό τομέα πρέπει να αναπτύξουμε τις δικές μας στρατηγικές συμμαχίες, όπως πράττουν και οι άσπονδοι γείτονές μας. Το μεγάλο στρατηγικό πλεονέκτημά μας, τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, πρέπει να το διαφυλάξουμε και να το αξιοποιήσουμε, όχι με λογιστικούς λογαριασμούς του τύπου «πόσα εισπράττει η Ελλάδα από τα κοινοτικά ταμεία». Αυτή είναι η επιφάνεια. H αέναη δυνατότητα συνεργασιών μέσα και έξω από τον ευρωπαϊκό χώρο είναι ο δρόμος για το μέλλον. O τρόπος να είμαστε χρήσιμοι και απαραίτητοι και αποδεικνύουμε ότι ο σημερινός Έλληνας δεν είναι απόγονος των Συβαριτών, αλλά του Αγαμέμνονα και του Οδυσσέα.

Το δικό μας βαλκανικό άξονα Ελλάδος – Σερβίας – Ρουμανίας πρέπει να διευρύνουμε αγκαλιάζοντας πάλι όλες τις βαλκανικές χώρες. Και τη Σλοβενία και την Κροατία και την Αλβανία και φυσικά τη Βουλγαρία. Στα μάτια τους είμαστε η «Ελβετία των Βαλκανίων». Αυτήν τη σύγκριση δεν πρέπει να την ξεχνούμε, όχι για να φερόμαστε με την αλαζονεία των νεόπλουτων, αλλά για να καταστήσουμε και πάλι τη χώρα μας αυτό που ήταν πάντοτε κατά το παρελθόν: το οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο των Βαλκανίων. Μόνο έτσι θα μας υπολογίζουν, όχι μόνο οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί σύμμαχοί μας, αλλά και όλες οι χώρες του κόσμου. Μόνο έτσι θα δουν σε μας το παράδειγμα ενός αρχαίου μικρού λαού που αναστήθηκε μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς, ανδρώθηκε και προσπαθεί με δυναμισμό και αξιοπρέπεια να αποτελέσει ένα σταθερό σημείο αναφοράς σ’ ένα κλυδωνιζόμενο περίγυρο.

Για να επιτύχουμε κάτι τέτοιο θα πρέπει να βάζουμε όλοι μας τα δυνατά μας. Οι αντίπαλοι μας περιτριγυρίζουν και δεν χρειάζεται να βγάζουμε ο ένας το μάτι του άλλου. Άραγε θα μεγαλουργήσει για μια ακόμη φορά ο ελληνικός λαός; Ή μήπως πιάσαμε τον πάτο του βαρελιού; Δεν ξέρω να σας απαντήσω σ’ αυτά τα ερωτήματα. Ξέρω πάντως ότι είμαστε «καταδικασμένοι» να προσπαθήσουμε τώρα να μεγαλουργήσουμε. Αλλιώς θα περάσουμε στο περιθώριο και δεν ξέρω αν τα παιδιά μας ή τα εγγόνια μας θ’ αρχίσουν να σπρώχνουν το βράχο του Σίσυφου και ποτέ δεν θα φθάνουν στην ποθούμενη κορυφή._Κ.Κ.

ΥΓ.: Το εναλλακτικό θέμα γι αυτόν το χώρο του Αντίλογου ήταν τα «υπέρ» και τα «κατά» της αγοράς καταλυτικού με δάνειο από τράπεζα. Όταν άρχισα να το γράφω ξαφνικά σκέφθηκα αν τα «καταλυτικά» θα κυκλοφορούν ελεύθερα σε μια… τουρκοκρατούμενη Ελλάδα κι άλλαξα γνώμη!

H ΕΠΟΜΕΝΗ MEPA
Σιωπή μετά την καταιγίδα (των πωλήσεων)

Τα πρόσωπα σκυθρωπά, οι άνθρωποι προβληματισμένοι, οι αντιπροσωπείες και τα καταστήματα σχεδόν άδεια. Μετά το 24μηνο γλέντι ακολουθεί ο προβληματισμός. Πού θα «πάει» η αγορά του αυτοκινήτου; Θα υπάρξει ανάκαμψη ή θα συνεχισθεί η απραξία που πλήττει τον κλάδο τους τελευταίους τέσσερις μήνες; «Ψυχή δεν έχει πατήσει από χθες», έλεγαν στον υπογράφοντα οι διευθυντές πωλήσεων πολλών αντιπροσωπειών, ενώ παράλληλα προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν το φαινόμενο.

O κόσμος δεν αγοράζει αυτοκίνητα όπως τα δύο τελευταία χρόνια κι αυτό ήταν αναμενόμενο. Όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα ν’ αλλάξουν το παλιό τους αυτοκίνητο με καινούργιο το έκαναν και τώρα, φαίνεται, ότι ακολουθεί το δεύτερο κύμα, εκείνοι που τα οικονομικά τους δεν τους επιτρέπουν να διαθέσουν 4 ή 5 εκατομμύρια δραχμές για να ικανοποιήσουν την πραγματική (ή και κοινωνική) τους ανάγκη. Το πρόβλημα δεν φαίνεται να περιορίζεται μόνο στην οικονομική στενότητα του καθ’ ενός ή και στην γενικότερη κρίση που μόνιμα ταλαιπωρεί την ελληνική οικονομία. Ίσως κάνω λάθος, αλλά έχω την εντύπωση ότι, από το Φεβρουάριο και μετά κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκείας. Δεν είναι μόνο η αυτοκινητιστική αγορά που είναι «πεσμένη», αλλά όλη η αγορά. Γι αυτό ίσως φταίει η ατέλειωτη πολιτικολογία, τα ατέλειωτα «σενάρια» για εκλογές και οι φήμες ότι στο τέλος του έτους θα μειωθούν οι φόροι. Ίσως φταίει το γεγονός ότι ήλθε (επιτέλους;) η ώρα να πληρώσουμε το «λογαριασμό» για τον αμέριμνο, σχεδόν χαζοχαρούμενο, τρόπο που ζήσαμε τα τελευταία 20 χρόνια. Χαμογελούσαν ειρωνικά (όσοι φοροδιέφυγαν) όταν έγραφα πως ζει η συντριπτική πλειοψηφία των οικογενειών σε Ευρώπη και Αμερική, όπου όλοι (ακόμα και τα μικρά παιδιά) εργάζονται και συνεισφέρουν στον οικογενειακό προϋπολογισμό και με αντιμετώπιζαν με οίκτο όταν έλεγα πως ψωνίζουν οι νοικοκυρές στα σουπερμάρκετ (καμιά σπατάλη, μόνο τα απαραίτητα).

Να εργαστούν τα «παιδιά;». Πού ακούστηκε τέτοιο πράγμα (και δεν αναφέρομαι βέβαια στα παιδιά των δεκάδων χιλιάδων φτωχών οικογενειών σ’ όλη την Ελλάδα που και βέβαια εργάζονται), αλλά στα παιδιά της αστικής και μεγαλοαστικής τάξης που, αν δεν τελειώσουν το «καλό» σχολείο στην Ελλάδα ή το Γέηλ στις ΗΠΑ, οι γονείς τους θεωρούν ντροπή να εργαστούν.

Χιλιάδες οι παραμορφώσεις της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής στη χώρα μας και δικαιολογημένη η αβεβαιότητα που διακατέχει την αγορά. Όμως, αγαπητοί (παλιοί) αναγνώστες… Έτσι δεν ήταν πάντα; Κοιτάξτε πίσω και θα θυμηθείτε ότι η Ελλάδα πάντα αντιμετώπιζε «κρίσεις». Δεν θυμάμαι ούτε μία ημέρα από το 1960 και μετά που να μην περιείχε μια «κρίση». Χώρα στα πρόθυρα της (αδιάκοπης) κατάρρευσης είχα χαρακτηρίσει κάποτε τον τόπο μας και δεν είχα άδικο.

Στο «δια ταύτα» όμως… Όλοι κάνουμε διαπιστώσεις, αλλά λίγοι, ελάχιστοι κάνουν προτάσεις. Πώς βγαίνουμε από το «λούκι»; Με ποιο τρόπο θα καταφέρουμε να φθάσουμε στο σημείο που θα ξέρουμε τι θα κάνουμε αύριο; Κατά τη πτωχή μου γνώμη, το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει είναι ν’ αλλάξει το πολιτικό σκηνικό (μια και το πρόβλημα είναι κύρια πολιτικό). Όλοι, σε όποια παράταξη ή κόμμα κι αν ανήκουμε, βλέπουμε ότι ο παλιός πολιτικός λόγος έχει χρεοκοπήσει. Τα μπαλκόνια, οι κραυγές, οι σχοινοτενείς ανακοινώσεις των «γραφείων Τύπου» των κομμάτων δεν λένε τίποτα σε κανένα (εκτός ίσως από τους οπαδούς, τους κομματικούς «χουλιγκάνους» που έτσι κι αλλιώς δεν ανήκουν στην κατηγορία των σκεπτομένων πολιτών). Οι πολιτικοί που θα αναλάβουν να βγάλουν τη χώρα από την κρίση πρέπει να είναι άνθρωποι με ακέραιο χαρακτήρα, τίμιο, ικανοί, αλλά συνάμα ταπεινοί. Άνθρωποι που θα εξηγήσουν στον ελληνικό λαό τι πρέπει να κάνει για να ξαναβρεί την χαμένη του αξιοπρέπεια. Το έργο τους θα είναι δύσκολο γιατί, εκτός από τα κομματικά κατεστημένα, θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τις ορδές των συντεχνιών που καταδυναστεύουν τον τόπο. Αν όμως, αυτοί οι νέοι Αδιάφθοροι, καταφέρουν να επέμβουν στο συλλογικό υποσυνείδητο, να πάρουν μαζί τους πρώτα τους υποψιασμένους πολίτες και μετά εκείνους που έχουν την ικανότητα να καταλάβουν (αλλά δεν το ξέρουν), τότε το παιχνίδι θα κερδηθεί και η χώρα θα καταλάβει τη θέση που πραγματικά της ανήκει στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη.

Παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις, παρά την αγωνία που διακατέχει τα κείμενά μου (όπως αυτό που διαβάσατε) πιστεύω ότι αυτή η χώρα μπορεί να λάβει μέρος στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Όλοι οι λαοί, ακόμα και οι πιο μικροί και καινούργιοι, χρησιμοποιούν την ιστορία τους για να κάνουν αισθητή την παρουσία τους και η δική μας ιστορία είναι ανεπανάληπτη. Δεν βλέπω λοιπόν το λόγο γιατί, στην προσπάθειά μας να φτιάξουμε μια «νέα» Ελλάδα, να μην ακουμπήσουμε στις ρίζες μας. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ξεχάσαμε τους αρχαίους συγγραφείς, γιατί δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα του Παπαδιαμάντη ή του Ροΐδη, γιατί στα σχολεία δεν διδασκόμαστε το Μακρυγιάννη. Γιατί τα «παιδιά» δεν θέλουν, θα πει κάποιος και θ’ απαντήσω πως, τα παιδιά που δεν θέλουν μπορούν να συνεχίσουν να γρυλίζουν με τον τρόπο που γρυλίζουν στα γήπεδα, αλλά υπάρχουν και άλλα που θα ήθελαν να μάθουν. Με τα άλλα, τα «ρέπλικαντς» με τα πολύχρωμα κασκόλ που κρέμονται από τα κάγκελα των ποδοσφαιρικών γηπέδων, που καίνε πόλεις επειδή έχασε η «ομάδα» τους, δεν αξίζει ν’ ασχοληθεί κανείς. Στην ανθρώπινη ιστορία υπήρχαν πάντα οι μαζάνθρωποι που καμιά δύναμη (με την εξαίρεση του φασισμού) δεν μπόρεσε να χαλιναγωγήσει. Άσχημα λοιπόν τα πράγματα στην αγορά του αυτοκινήτου, αλλά και στην Ελλάδα γενικώς. Κι εγώ, σκυμμένος στην οθόνη, προσπαθώ να γράψω «γι αυτοκίνητα» και -πάλι- δεν το καταφέρνω ή σχεδόν (όπως θα διαβάσετε αμέσως μετά)._Κ.Κ.

ΡΙΖΕΣ
Με την ευκαιρία μιας τέλειας(;) διαδρομής

Oι ώρες, οι μέρες, οι μήνες περνούν μέσα σε μια φρενίτιδα δουλειάς και «υποχρεώσεων» και ‘μείς, με το κεφάλι σκυμμένο και το στομάχι σφιγμένο από το άγχος, πιστεύουμε ότι θα έλθει μια μέρα που θα δούμε την ανατολή ίσως επειδή πιστεύουμε ότι θα ζήσουμε για πάντα. H μέρα βέβαια ποτέ δεν πρόκειται να έλθει, τουλάχιστον για όσους από ‘μας, έχουν πάρει τη ζωή τους τόσο λάθος(;). O ήλιος θα ανατέλλει και θα δύει μακριά μας και το ρολόι της ζωής θα χτυπάει με τον ήχο του… τηλεφώνου ή τα πλήκτρα του επεξεργαστή! Που και που όμως, απλά, καθημερινές πρακτικές κάνουν τον… βιονικό άνθρωπο να επιστρέψει στην πραγματικότητα ανακαλύπτοντας πράγματα που είχε ξεχάσει ότι υπάρχουν.

H δική μου ευκαιρία εμφανίστηκε στο τέλος Μαΐου όταν χρειάστηκε να μεταφέρω τα οστά του πατέρα μου από το 1ο νεκροταφείο στην Αθήνα, στον τόπο κοιμητήριο ενός χωριού έξω από τον Πύργο Ηλείας (στα Βυτινέικα) όπου γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του. « Όταν πεθάνω» μου είχε πει «θέλω να με πας στον τάφο που αναπαύεται ο παππούς και η γιαγιά. Κι όταν το κάνεις φρόντισε ν’ αφήσεις ένα άνοιγμα για να μπορώ να βλέπω τη δύση στον κάμπο».

Μια Δευτέρα απόγευμα λοιπόν, τοποθέτησα την οστεοθήκη στο κάθισμα του συνοδηγού και ξεκίνησα ένα ταξίδι που είχα να κάνω 42 χρόνια. Τα πρώτα χιλιόμετρα, μέσα στην ασχήμια της Καβάλας και τα (εντυπωσιακά) έργα του αυτοκινητοδρόμου Αθηνών-Κορίνθου, δεν του μίλησα καθόλου. Τι να του πω άλλωστε… Για το σαλίγκαρο που «οδηγούσε» την BMW ή για τη βρώμα των διυλιστηρίων. Μετά τον Ισθμό όμως στο δρόμο για την Πάτρα συνέβη κάτι μαγικό… Τ’ αυτοκίνητα εξαφανίστηκαν! Δηλαδή, όχι τελείως, αλλά σχεδόν… Ταξιδεύαμε με 160-170 χιλιόμετρα την ώρα (αφήστε τα ηθικοπλαστικά περί ορίων ταχύτητας. Κανείς, ούτε η κυρία με το Νταϊχάτσου, δεν πήγαινε με 90), με τον ήλιο να με καρφώνει στα μάτια και τον ήχο από την εξάτμιση της Ιντεγκράλε (που όσο περνάει ο καιρός γίνεται και πιο αγαπητή) να μας κρατάει συντροφιά.

«Με πόσα πάμε;» συνήθιζε να με ρωτάει ο συνοδηγός μου όταν ήταν ακόμα στη ζωή. «Με 210» του έλεγα κι εκείνος τρόμαζε, αλλά κάπου αισθανόμουν ότι το γλένταγε γιατί δεν ήταν λίγο στα 84 σου να πηγαίνεις με 200. «Με πόσα πάμε;» ξαναρώτησε. «Με 160» απάντησα και φάνηκε να συμφωνεί. Σχεδόν άδειος ο δρόμος μέχρι την Πάτρα, λίγη κίνηση στο λιμάνι και εντελώς άδειος από την Πάτρα μέχρι τη διασταύρωση για το χωριό που φθάσαμε δύο ώρες και 50 λεπτά αργότερα.

Το χωριό. Μας πήγαινε, μάνα και γιο, τα καλοκαίρια στις αρχές της δεκαετίας του ‘50. Με το τρένο ή το λεωφορείο μέχρι τον Πύργο, μετά με το τοπικό τρενάκι μέχρι τον Αϊ Γιάννη και ύστερα με τα πόδια σ’ ένα λιθόστρωτο δρόμο σκεπασμένο από δέντρα. Ένας τεράστιος πλάτανος αριστερά με μια πηγή. Τα πρώτα πέτρινα σπίτια. H υγρασία, οι μυρουδιές των ζώων, το γαϊδουράκι που μας πήγαινε στο σπίτι, στο κτήμα καταμεσής στον κάμπο δίπλα στο ποτάμι. Μπαίνοντας στο χωριό αριστερά αναγνωρίζω το παλιό λιοτρίβι του Τζίφα. Σαν γροθιά με χτυπούν οι αναμνήσεις. H τσαγκή μυρουδιά του λαδιού, η εικόνα της μεγάλης πέτρας που γύριζε αργά, τα ζώα που περίμεναν απ’ έξω φορτωμένα ελιές, τα πρόσωπα των ανθρώπων, σκαμμένα από το μόχθο. Θυμάμαι τον Ηρακλή τον Τζίφα. Άνθρωπο μεγάλο από κάθε άποψη, ψηλό, δυνατό, μ’ ένα μόνιμο χαμόγελο στο πρόσωπο, να με σηκώνει στον αέρα και να με πετάει στα σακιά με τις ελιές.

Στη γωνιά με περιμένει ο ξάδελφος. Πάμε μαζί στο κοιμητήριο πάνω στο λόφο. Αναζητούμε τον παππούλη που βγαίνει από την εκκλησία του χωριού με το θυμιατό στο χέρι. Μεταφέρω το «συνοδηγό» μου στον τόπο της ανάπαυσης. Τον αφήνω απαλά δίπλα στους γονείς του. O παππούλης λέει όσα πρέπει να πει. Το χώμα τον σκεπάζει απαλά καθώς ο ήλιος χάνεται πίσω από τη θάλασσα. Τον κοιτώ να σβήνει κατακόκκινος. Καληνυχτίζω τους ανθρώπους που με βοήθησαν.

Διαλυμένος από την κούραση επιστρέφω στο συγγενικό σπίτι. Οι γυναίκες έχουν ετοιμάσει φαγητό και κρασί. Τρώμε και θυμόμαστε το σπίτι στον κάμπο, την ποταμιά με τις νεροφίδες και τα, χιλιάδες, βατράχια. «Το πρωί θα πάμε να δεις τ’ όνομά σου στο λεύκο» μου λέει ο ξάδελφος. «Το είχες χαράξει το 1952 και φαίνεται ακόμα.»

…….

Ξημέρωσε. Ανοίγω τα μάτια. Ακούω τους ήχους του χωριού και, για μια μικρή στιγμή, αισθάνομαι ότι βρέθηκα στο 1952! Σηκώνομαι, πίνω καφέ και φεύγω για το σπίτι στον κάμπο. O λεύκος είναι εκεί, 80 μέτρα ψηλός, μ’ ένα κορμό που η διάμετρός του ξεπερνάει τα τρία μέτρα. Σηκώνω το κεφάλι αργά, με δέος σαν να επρόκειτο να δω το θεό. Ψηλά, στο ρυτιδιασμένο φλοιό διαβάζω: K.K. /1952.

Ζήσε λεύκε 500 χρόνια. Για να σε βλέπω απ’ εκεί που θα είμαι με τους παππούδες και τους γονείς._Κ.Κ.

Μοιραστείτε το Άρθρο

Facebook
Twitter
LinkedIn
Email
Print

Απάντηση

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
Νοέμβριος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123
45678910
11121314151617
18192021222324
252627282930  
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
Νοέμβριος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123
45678910
11121314151617
18192021222324
252627282930  
Εγγραφή στο Ιστολόγιο μέσω Email

Εισάγετε το email σας για εγγραφή στην υπηρεσία αποστολής ειδοποιήσεων μέσω email για νέες δημοσιεύσεις.