Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι υπογράψαμε «σύμφωνο μη επιθέσεως» με την Τουρκία, ότι ένας «καταζητούμενος» εγκληματίας τίναξε περιπολικό της αστυνομίας στον αέρα με… χειροβομβίδα (που έριξε μέσα στο αυτοκίνητο πριν, όπως μας είπαν στα οχτώμισι, «οι άτυχοι αστυνομικοί προλάβουν να καταλάβουν τι συνέβαινε»), αν λάβουμε υπόψη ότι ένας άλλος (εγκληματίας) έκλεψε ένα περιπολικό (που ο «γάτος» αστυνομικός είχε αφήσει έξω απ’ το Τμήμα Κολωνού με τα κλειδιά στη μηχανή)…
Αν (σαν ποίημα του Κίπλινγκ μοιάζει!) καταπιούμε το γεγονός ότι, μία ημέρα μετά την υπογραφή του «συμφώνου μη επιθέσεως», τα τουρκικά μαχητικά πέρασαν «σουβλάκι» τον εθνικό εναέριο χώρο κι αν σκεφθούμε ότι τώρα μπήκαμε στην εποχή του «τι Λοζάννη, τι Κοζάνη» όπου τα εθνικά σύνορα έπεσαν ή πέφτουν και η Ελλάδα έγινε (επιτέλους) προάστιο των Βρυξελλών, γιατί όλα τα προηγούμενα μας φαίνονται παράξενα;
Μια όμορφη γειτονιά της περιφέρειας είμαστε, με τους «πολιτισμένους» στο βορρά και στη δύση και τους «απολίτιστους» στην ανατολή και στο νότο και ως «ανατολίτες» καλά κάνουμε και συμπεριφερόμαστε έτσι. Άλλη αγωγή είχαν οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί και οι Βέλγοι και άλλη οι Έλληνες. Ως λαός συναισθηματικός, πονεμένος και αγαπησιάρης που η «κακούργα η κενωνία» δεν κατάλαβε και που τα «ξένα κέντρα εξουσίας» δεν τον άφησαν να «αναπτυχθεί», δικαιολογούμεθα, εκτός από το να τσακιζόμαστε με τα Μπαντζάι, τα Καρίσμα και τα Ντέιο και να βυθίζουμε πυραυλακάτους σε συγκρούσεις με… φέρι μποτ. Αν αυτά είναι τα μειονεκτήματά μας, ποια είναι τα πλεονεκτήματα; Μα, αυτά που δεκάδες φορές έχουμε πει. Τα πλεονεκτήματα των Ελλήνων είναι εκείνα των μεσογειακών λαών, των Ισπανών, των Ιταλών, ακόμα και των Πορτογάλων που, λόγω Ατλαντικού, δεν είναι τόσο… μεσογειακοί. Κανείς άλλος λαός (εκτός από τους υπέροχους της Λατινικής Αμερικής) δε διαθέτει την ευαισθησία, τη φαντασία, την καλλιτεχνική «φλέβα», το ανοιχτό μυαλό, την πολιτική σκέψη που διαθέτουν οι λαοί της Μεσογείου και, βέβαια, και ο δικός μας.
Το πρόβλημά μας δεν είναι ο λαός, αλλά οι πολιτικές ηγεσίες που, με τις επιλογές τους, έφεραν τη χώρα στο σημείο που βρίσκεται σήμερα. Σ’ ένα νέο, που δεν έχει ζήσει τον Εμφύλιο, το παλάτι, την αποστασία, την προδοσία της Κύπρου (διαβάστε, επιτέλους, το βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά, για να δείτε ποιοι και πώς πρόδωσαν την Κύπρο), την εφτάχρονη χούντα, τα κείμενά μου ίσως φαίνονται υπερβολικά. Δεν μπορεί, λένε μερικοί. Έχει και καλά πράγματα η Ελλάδα.
Και βέβαια έχει! Απλά τα πνίγουν, τα καταχωνιάζουν, τα σκοτώνουν οι χαρτογιακάδες, τα διαπλεκόμενα, αυτοί που κατασπάραξαν τα κονδύλια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, αυτοί που βασανίζουν και σκοτώνουν τα ζώα, ένα πλήθος «Ούννων» που «εκπαίδευσε» τα περίφημο πελατειακό σύστημα της νεοελληνικής πολιτικής πραγματικότητας.
Με μια άλλη, ταπεινή αλλά συνάμα μεγαλόπνοη, πολιτική, η χώρα μας θα ήταν από τις πρώτες στην Ευρώπη (γιατί δεν πιστεύω να υπάρχει έστω και ένας αναγνώστης που να πιστεύει ότι ανήκω στους κομπλεξικούς, δήθεν «αριστερούς», που απαιτούν να φύγει η Ελλάδα από την E.E.
Μέσα μέχρι τα «μπούνια», αλλά δυνατοί, αξιοπρεπείς, αποδοτικοί και συνάμα ευγενικοί και ταπεινοί, όπως αρμόζει σε πραγματικά «αριστοκρατικούς» λαούς. Αυτή ήταν και είναι η θέση μου και όποιος (νέος) κάνει τον κόπο να διαβάσει τα κείμενά μου, από τα πρώτα «αυτοκινητιστικά» περιοδικά (το 1958) μέχρι το Auto Εξπρές και τα όμορφα (για μένα) χρόνια που έκανα χρονογράφημα στα «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» και, τέλος, στους 4T, από το πρώτο μέχρι το τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας, θα δει ότι οι θέσεις μου ΠΟΤΕ δεν άλλαξαν. Πίστευα ότι Ελλάδα θα μπορούσε να είναι η «Ελβετία» της Μεσογείου (ποια άλλη χώρα διαθέτει τους ανθρώπους και το φυσικό κάλλος;), αλλά αντ’ αυτού η χώρα κινδυνεύει να μεταβληθεί σε «χωματερή» της Μεσογείου και, γι’ αυτή την εξέλιξη, κάποιος ή κάποιοι πρέπει, επιτέλους, να είναι υπεύθυνοι.
Δε χρειάζεται να επαναλάβω το τι βλέπει κανείς, αν μπει σε ένα λεωφορείο στην Ελλάδα, στην Ιταλία και (λιγότερο) στην Ισπανία και τι αν μπει σ’ ένα λεωφορείο στη Γερμανία ή στην Ελβετία… Στις μεν, ανθρώπους ζωντανούς και ανήσυχους, έτοιμους να «επαναστατήσουν» εναντίον όλων, ακόμα και των ίδιων τους των… συμφερόντων! Στις δε, ανθρώπους «τακτικούς» σαν μολυβένια στρατιωτάκια. Ανάμεσα στους δύο (τύπους πολιτών) προτιμώ το δικό μας, το μεσογειακό, με όλα του τα μειονεκτήματα που όμως, και εδώ έγκειται η «γκρίνια», μπορούν να μεταβληθούν σε πλεονεκτήματα αρκεί να αλλάξουν οι πολιτικές.
Άλλο πράγμα ο μήνας που πέρασε και δεν ήταν μόνο η μετακόμιση στο… Εντερπράιζ (έτσι το αποκαλεί ο Χοϊδάς), που ελπίζω να μας βγει σε καλό γιατί, αν δε μας «βγει», θα πρόκειται για τη μεγαλύτερη πράξη ματαιοδοξίας τα τελευταία 15 χρόνια! Όσοι έχετε κάνει το… λάθος να «χτίσετε», θα ξέρετε εκείνο το ανεπανάληπτα ελληνικό «εσένα φτιάχνω μάστορα!». Τελικά, για κάποιο λόγο, που κανείς μας δεν έχει καταλάβει (έχω ρωτήσει πολλούς που βρέθηκαν στην ίδια θέση), μόνοι μας φτιάχνουμε τους… τάφους μας κι ας μην το ομολογούμε.
Τι έπαθα; Τι άλλο από «φτάνει πια». Ασθένεια που πλήττει νέους αλλά και μεγαλύτερους που βλέπουν πως, αν συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό, θα φύγουν πριν την ώρα τους και, εγώ τουλάχιστον, θα ήθελα να ζήσω λίγα χρόνια για να δω τον πρώτο άνθρωπο να πατάει το πόδι του στον… Αρη.
Τι σχέση έχει ο Άρης με τα Σονάτα και τα Λάνος; Καμία, αλλά, αν το καλοσκεφθούμε, ούτε εγώ έχω. Μεγαλωμένος σε μια άλλη εποχή έμαθα να αγαπάω τα αυτοκίνητα και να χρησιμοποιώ τα μεταφορικά μέσα. Γι’ αυτό, δεν μπορώ να πω ότι τρελαίνομαι για μια Μερσέντες SLK, ένα Έσκορτ, ένα Αλμέρα ή μια Κορόλα. Αντίθετα… Θαυμάζω τα Escort, Κορόλα και Σάνι που τα εργοστάσια ετοιμάζουν για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι και μ’ αρέσει η CLK, που είναι ένα ολοκληρωμένο αυτοκίνητο, μια πιο σωστή και διαχρονική πρόταση. Υπάρχουν πολλοί που δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά, αλλά τι να κάνω… Ακόμα οδηγώ πολύ γρήγορα (όσο γρήγορα επιτρέπουν κάθε στιγμή οι συνθήκες), ακόμα απολαμβάνω ένα καλά σχεδιασμένο και «στημένο» αυτοκίνητο― γι’ αυτό, όπως πρόσφατα έγραψα, είμαι/είμαστε ένα είδος οδηγών εν ανεπαρκεία, γι’ αυτό πάμε στην επόμενη ενότητα._Κ.Κ.
Αγαπημένο μου Αυτοκίνητο (κατά το Αγαπημένο μου Πλυντήριο)
H συζήτηση με τον αναγνώστη Νίκο T. είχε ενδιαφέρον, αλλά και σχέση με τα όσα διαβάσατε πιο πάνω. Γνωριστήκαμε στο πλοίο στην επιστροφή από κοντινό νησί και μιλήσαμε για όλους και για όλα, αλλά πιο πολύ για αυτοκίνητα. Πολιτικός μηχανικός, γύρω στα 30, παντρεμένος με ένα παιδί, ο Νίκος διάβαζε το περιοδικό από την… τρυφερή ηλικία των 16 ετών. «Δεν είναι υπερβολή αν σας πω ότι τα κείμενά σας σημάδεψαν τη ζωή μου και με οδήγησαν στο Πολυτεχνείο» είπε, και η φράση του ήταν βάλσαμο για την καρδιά μας, αλλά και τονωτικό. «Τα χρόνια πέρασαν όμως», συνέχισε, «και δεν ξέρω αν άλλαξα εγώ ή οι εποχές. Κάποτε ρουφούσα τα άρθρα με τους αγώνες, τα υπεραυτοκίνητα, τις αντιπαραθέσεις. Τώρα, απλά τα διαβάζω. Τι νομίζετε ότι συμβαίνει;».
Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο απ’ ό,τι συμβαίνει σε όλους μας. Όπως έχουμε ξαναπεί, η εποχή της -αποκαλούμενης- αθωότητας πέρασε και τα πράγματα δε θα είναι ίδια για κανέναν. Πάρτε σαν παράδειγμα τους αγώνες Ράλι και ιδιαίτερα το Ακρόπολις. Οι παλιότεροι θα θυμούνται το ενδιαφέρον και την ένταση με την οποία το κοινό παρακολουθούσε τους αγώνες. Σήμερα, κανείς -ή σχεδόν- δε φεύγει 2 μέρες απ’ το σπίτι του για να παρακολουθήσει τις ειδικές διαδρομές του Ράλι Χαλκιδικής π.χ. Δεν είναι μόνο ότι ο αγώνας για την επιβίωση ή την «επιτυχία» έγινε πιο σκληρός, ούτε το γεγονός ότι η ζωή έγινε πιο ακριβή (ακόμα και μια ημερήσια εκδρομή κοστίζει πολλά χρήματα). Είναι ότι (τι να κάνω, θα το ξαναπώ) σ’ αυτή τη χώρα ΟΛΑ έχουν πουληθεί και μαζί τους και οι αγώνες. Για να υπάρξει ενδιαφέρον πρέπει να υπάρχει προβολή και η προβολή σημαίνει μόνο ένα πράγμα: τηλεόραση. Χωρίς αυτήν οι χορηγοί δε δίνουν λεφτά και χωρίς λεφτά δε γίνονται (πια) αγώνες.
Με την ίδια λογική… Χωρίς αγώνες ταχύτητας δεν έχουμε πρωταθλήματα «οικογενειακών» αυτοκινήτων και χωρίς αγώνες οικογενειακών αυτοκινήτων δεν έχουμε το ενδιαφέρον του κοινού. Πιο αναλυτικά: Φαντασθείτε τι θα γινόταν, αν ένα μεγάλο κανάλι (Mega, Antena, ET1) έδειχναν αγώνες του Εθνικού Πρωταθλήματος Αυτοκινήτων Τουρισμού! O ιδιοκτήτης ενός Άουντι, Νισάν, Τογιότα, BMW που θα έβλεπε το «αυτοκίνητό του» να τρέχει, σίγουρα θα ήθελε να μάθει περισσότερα γι’ αυτό, να το μετατρέψει, βελτιώσει, διαφοροποιήσει. Όμως, η τηλεόραση -ιδιωτική και κρατική (και μην αναφέρετε το παράδειγμα της ET1 με τις αναμεταδόσεις της F1)- ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για τους αγώνες, αλλά ούτε καν για το ίδιο το επιβατικό αυτοκίνητο. Οι εκπομπές που έγιναν ή γίνονται στα μεγάλα κανάλια είχαν/έχουν μόνο ένα στόχο: να προσελκύσουν κάποια διαφημιστικά έσοδα. Κανείς από τους ιθύνοντες δε δίνει δεκάρα για τους 2.500 νεκρούς και τους 35.000 τραυματίες. Αρκεί ένα ριάλιτι σόου, ένα τοπίο στην ομίχλη ή ένα μπράβο, για να «στείλει αδιάβαστους» ακόμα και τους καλύτερους τεχνικούς δημοσιογράφους.
Όμως, η συζήτηση με τον αναγνώστη μας Νίκο T. δεν έμεινε στους αγώνες. Προχώρησε πιο βαθιά. Στις επιλογές των συνεργατών, στη διάρθρωση της ύλης, στο «πνεύμα» των 4T (που «πέθανε» ή «ζει», ανάλογα με τη σκοπιά του καθενός) και γενικά στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον του συγκεκριμένου εντύπου. O Νίκος ζήτησε οι 4TPOXOI «να επιστρέψουν στην εποχή της αθωότητας», να γράφουν «περισσότερο γι’ αυτοκίνητα» διαφορετικά, όπως είπε, «θα σταματήσει να τους διαβάζει».
Ελάτε στη θέση μου. Τι κάνεις όταν ακούς έναν παλιό και αγαπητό «φίλο»να δηλώνει ότι θα αποχωρήσει, αν δε συμμορφωθούμε προς τας υποδείξεις. Επιστρέφουμε (δια της βίας) στην εποχή της «αθωότητας» ή προσπαθούμε να πάμε εμπρός, σε μια νέα εποχή; Ειλικρινά, δεν ήξερα τι να απαντήσω κι αυτό γιατί, όπως σας έχω πει, εκτός από τον αναγνώστη μας (και ίσως πολλούς άλλους Έλληνες), τα έχω κι εγώ «χαμένα».
Διότι, αν με τη λέξη «αυτοκίνητα» εννοούν τα μοντέλα, που με τη διαδικασία του βιομηχανικού κλονισμού, παράγονται κατά εκατομμύρια στις αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, τότε υπάρχει πρόβλημα.
Ποιο είναι; Αρχαίο και επαναλαμβανόμενο, ίσως και λίγο μπλαζέ: το χάσμα των γενεών (από την ανάποδη). Ενώ στο «κανονικό» χάσμα οι γονείς δεν καταλαβαίνουν τα παιδιά τους, στο αυτοκινητιστικό τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν τους γονείς! Πιο απλά: Ένας «γονιός» που κουβαλάει την τρέλα της δεκαετίας του ‘60, εξακολουθεί να πιστεύει ότι οι δρόμοι είναι ελεύθεροι και τ’ αυτοκίνητα μπορεί να λέγονται GT, GTi, Gran Tourismo κ.λ.π. O «πυροβολημένος» γονιός ξεροσταλιάζει μπροστά σε μια Ιντεγκράλε, μια Φεράρι ή μια Ελίς, επειδή τα αυτοκίνητα αυτά κάνουν τέλεια ένα και μόνο πράγμα: κινούνται στο δρόμο.
Βλέπει το «παιδί» με το Νταμαμάτσου GLX τον «πυροβολημένο» πατέρα και, όπως στη διαφήμιση με τα παιχνίδια, ρωτάει: «μαμά, τι έπαθε ο μπαμπάς;». Τι να πει η μαμά, που κι αυτή μεγάλωσε και βάρυνε, πέρα απ’ το να τον χαρακτηρίσει (τον μπαμπά) «αιώνιο έφηβο».
Τα θέλετε ακόμα πιο απλά; Να σας τα πω… Μείναμε πίσω. Όταν πάμε στην Πάρνηθα, νομίζουμε ότι σε λίγο θα ανέβει ο φον Τριπς με τη Σπάιντερ (και περνάει φριχτός μικρομεσαίος με απωανατολίτικο, με «ωοειδείς» προβολείς και «αεροτομή» για τις «μεγάλες ταχύτητες»). Όταν πάμε στη Ρόδο, κλείνουμε τα μάτια και περιμένουμε ν’ ακούσουμε την εξάτμιση μιας GTAm να αντηχεί στα ενετικά τείχη (και ακούμε αραβοτούρκικα «τραγούδια»).
Καταδικασμένοι από χέρι, πνιγμένοι (όπως στο προηγούμενο τεύχος) από τα «νέα μοντέλα», προσπαθούμε απεγνωσμένα να πιαστούμε από ένα παρελθόν που, για να είμαστε ειλικρινείς και επαγγελματικά αντικειμενικοί, μπορεί και να μην υπήρξε.
Τι εννοώ; Απλά, ότι αυτό που οι «γονείς» νόμιζαν ότι είναι διαφορετικό μπορεί να μην ήταν παρά μια ακόμα παραίσθηση και αυτοί που έχουν δίκιο είναι τα «παιδιά», η νέα γενιά της αυτοκίνησης, που δεν δίνει μία για επιδόσεις, κρατήματα, απόκριση στις εντολές (και στις επιθυμίες). Δεν είναι δυνατόν οι 60.000 άνθρωποι που αγοράζουν τους 4T (και οι 240.000 που τους διαβάζουν) να έχουν δίκιο και τα 9.940.000 να έχουν άδικο;
Είδος εν ανεπαρκεία λοιπόν και, όσο περνούν τα χρόνια και ο γενναίος, νέος κόσμος αρχίζει να κάνει την εμφάνισή του, δεν αποκλείεται να περάσουμε στην …παρανομία. Πριν από μια ολόκληρη ζωή είχα γράψει (θαρρώ στο Auto Εξπρές) ένα διήγημα με τίτλο «Ο Τελευταίος Βασιλιάς» (που ακόμα θυμούνται ορισμένοι). Ίσως θα ‘πρεπε να το αναδημοσιεύσω, για να δείτε πως, το 1967, πρόβλεπα τα όσα έμελλε να συμβούν.
Ποια είναι αυτά; Μα τα όσα βλέπουμε και διαβάζουμε ότι συμβαίνουν στην Αμερική, στην Ιαπωνία, σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες και σύντομα και στην Ελλάδα. Οι αστυνομίες συλλαμβάνουν οδηγούς που «παρανομούν» (πάνε με 80 χιλιόμετρα/ώρα ή συλλαμβάνονται να σταθμεύουν σε απαγορευμένη περιοχή) και τους κλείνουν φυλακή. Το επιβατικό αυτοκίνητο είναι υπό διωγμό, αλλά πιο πολύ κυνηγιούνται εκείνοι που ακόμα χαίρονται την οδήγηση.
Δείτε το όμως και απ’ τη δική τους πλευρά, την πλευρά των 9.940.000. Μια ζωή στη στέρηση. Κατοχή, εμφύλιος, δημόσιο (στην προ αρπαχτής εποχή) είχαν ένα όνειρο: να αποκτήσουν «γιωταχί», και το κατάφεραν. Κινούνται μεγαλοπρεπώς, στρίβουν χωρίς φλας, παρκάρουν διπλή και τριπλή σειρά, παραβιάζουν προτεραιότητες και, γενικώς, συμπεριφέρονται σαν γνήσιοι μπούρτζοι. Κι εμείς, οι… ξεχωριστοί (πανάθεμά μας), τους «κολλάμε» επειδή «δεν ξέρουν από αυτοκίνητα».
Σιγά το πράγμα. Παγιδευμένοι στον μικρόκοσμό μας, μια ζωή αναγνώστες ξένων εντύπων και θύματα των εντυπώσεων από τα (πολλά) ταξίδια μας στο εξωτερικό, πιστεύουμε ότι η Ελλάδα είναι… Αγγλία ή Ιταλία (με τις 60 πίστες τους) και ο λαός της αγωνιά να μάθει ποιος κέρδισε στο Μαν!
Τρίχες! H Ελλάδα είναι (ακόμα) αυτό που είδα το Σάββατο το πρωί, 26 Ιουλίου. Κάποιο υπουργείο, ίσως και η «τοπική αυτοδιοίκηση», είχε βάλει εργάτες που καθάριζαν τη βρόμα από τις εκατοντάδες (παράνομα) κολλημένες αφίσες, επειδή την 1η Αυγούστου άρχιζε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου. Τόσα χρόνια, η απίστευτη βρόμα που είχε συγκεντρωθεί στις νησίδες και στα πεζοδρόμια κανένα «αρμόδιο» και καμία αρχή δεν ενοχλούσε. Μόλις όμως στον ορίζοντα έκαναν την εμφάνισή τους οι «ξένοι», η μεγαλοκοπέλα ξεμεσιάστηκε για να καθαρίσει το «σαλόνι», για να το βρει καθαρό ο «γαμπρός». Οι δρόμοι σκουπίστηκαν, καθαρίστηκαν, λαμπικαρίστηκαν και οι λεωφόροι και τα πάρκινγκ των αεροδρομίων γέμισαν …φοίνικες και λουλουδικό και οι Μεγάλες Αρπαχτές, οι Απ’ Ευθείας Αναθέσεις και οι Αναθέσεις με το Αζημίωτο έδωσαν και πήραν. Σενιαρίστηκε η Απόρω Κορασίς, κάλυψε το Καλλιμάρμαρο με σιδερο-ξυλοκατασκευές, έβγαλε τα λογύδριά της, έκανε και τη γιορτή έναρξης με αισθητική αίθουσας αναμονής αεροδρομίου και μουσική για σούπερ μάρκετ και αισθάνθηκε 100% «ευρωπαία», πανάθεμά την.
Και οι φοίνικες; Τα δέντρα; Τα λουλούδια; H καθαριότητα; Ας τα παρακολουθήσουμε όλοι μαζί, να δούμε τι θα απογίνουν μετά το τέλος των αγώνων. Αν κάποιοι συνεχίσουν να τα φροντίζουν, τότε εμείς κάναμε λάθος και θα ζητήσουμε δημόσια συγγνώμη. Αν τα λουλούδια μαραθούν, οι φοίνικες ξεπατωθούν και οι νησίδες και τα πεζοδρόμια γεμίσουν πάλι σκουπίδια τότε, όσα γράψαμε πιο πάνω, είναι λίγα.._Κ.Κ.
Πρέπει ή όχι να γίνουν οι Ολυμπιακοί στην Ελλάδα;
Ένα άρθρο του Ριχάρδου Σωμερίτη (που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιουλίου) και η απάντηση της προέδρου της επιτροπής διεκδίκησης (στο προηγούμενο) έκανε πολλούς αναγνώστες να τηλεφωνήσουν ή να γράψουν, ζητώντας να μάθουν ποια είναι η δική μου θέση στο θέμα.
Απαντώ αμέσως: «και βέβαια πρέπει».
Αλλά…
Αν οι Ολυμπιακοί «οργανωθούν» με τον τρόπο που «οργανώθηκε» το Μεγάλο Φαγοπότι της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας και του Αθήνα ‘97, τότε ποτέ να μη γίνουν.
Οι αναγνώστες καλούνται να απαντήσουν στο παρακάτω απλό ερώτημα: ποιος θα διαχειρισθεί το μισό τρισεκατομμύριο (1,6 δις δολάρια) που θα στοιχίσουν στην Ελλάδα οι αγώνες;
Φαντάζεσθε τι σπατάλη έχει να γίνει; Φαντάζεσθε πόσες βίλες, πισίνες θα χτιστούν, και πόσες μερσεντέ, μπεμβέ, μαζεράτι και τζάγκιουαρ θα κυκλοφορήσουν; Και βέβαια θέλω να γίνουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ελλάδα, αλλά μόνο αν το δημόσιο χρήμα το διαχειρίζονται άνθρωποι επιτυχημένοι και χορτασμένοι και όχι τα λυσσασμένα, για κοινωνική αναγνώριση και οικονομική «επιτυχία», ατομάκια που βλέπω και γνωρίζω σε παρόμοιους χώρους.
Τα εν λόγω υβρίδια αποκλείεται να επιτρέψουν στους μάνατζερ να λειτουργήσουν. Τη δεύτερη μέρα θα έχουν αρχίσει τα «διαβήματα», τις «καταγγελίες» και τις «κινητοποιήσεις». Θα τους βγάλουν κλέφτες, θα τους πουν «δεξιούς», «εθνικιστές», θα κάνουν «επισχέσεις εργασίας» και απεργίες, θα κατεβάσουν τα απορριμματοφόρα ή ό,τι άλλο έχουν δει ότι έχει αποτέλεσμα στη χώρα των παράλυτων ηγεσιών.. Και οι μάνατζερ θα παραιτηθούν, και η ακρίδα θα επιπέσει επί των κονδυλίων και ναι μεν οι Ολυμπιακοί θα γίνουν, αλλά η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει.
Βλέπετε λοιπόν ότι η θέση μου διαφέρει ριζικά από εκείνη του Ρ.Σ., που δε θέλει τους αγώνες για λόγους περιβαλλοντικούς/πολιτιστικούς, αλλά και της Κας Προέδρου της Επιτροπής Διεκδίκησης που, απ’ ό,τι φαίνεται, νομίζει ότι ζει σε χώρα που οι νόμοι λειτουργούν.
Θέλετε ένα ακόμα παράδειγμα που δείχνει την ανικανότητα των «αρμοδίων»; Ξέρετε ότι οι ανασκαφές σ’ ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα αρχαιολογικά ευρήματα στον κόσμο, στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης, σταμάτησαν γιατί δε διατέθηκαν τα απαραίτητα κονδύλια (κάπου 30 εκατ.) για τους μισθούς των εργαζομένων (διαβάστε και στους Αντιλογισμούς). Τα 30 εκατ. (και ακόμα περισσότερα) θα μπορούσαν να είχαν βρεθεί, αν δε γινόταν η σπατάλη για το «Αθήνα ‘97». Δεν αναφέρομαι στα (δικαιολογημένα) κονδύλια για την επισκευή και τον εκσυγχρονισμό των σταδίων και των μέσων που είχαν άμεση σχέση με τη διοργάνωση, αλλά στις δεκάδες «αρπαχτές», που σίγουρα έγιναν στην «τούρλα του Σαββάτου». Μία μόνο να μη γινόταν και τα κονδύλια για τη συνέχιση της ανασκαφής θα είχαν βρεθεί.
Τι μ’ έπιασε με το Ακρωτήρι; Τίποτα. Απλά διαβάζω το βιβλίο «Ο Μυκηναϊκός Κόσμος» του Τζόν Τσάντγουϊκ (δείτε και αλλού) και έχω μείνει άφωνος. Πρώτα, γιατί είδα (τώρα, ενώ έπρεπε να την έχω μάθει στο σχολείο) τη δουλειά που έχουν κάνει οι ξένοι αρχαιολόγοι με την «αποκρυπτογράφηση» των πήλινων πινακίδων της Κνωσού και της Πύλου― δεύτερον, γιατί «είδα» τη γέννηση της γλώσσας μου (που επίσης έπρεπε να έχω διδαχθεί στο σχολείο) και τρίτον, και σπουδαιότερο, κατάλαβα το μέγεθος της συνωμοσίας που εξυφαίνουν οι αγράμματοι, οι απάτριδες, οι δήθεν «προοδευτικοί» ντενεκέδες που έφεραν την ιστορική γνώση στο σημείο που βρίσκεται σήμερα.
Αν ρωτήσεις ένα από τα κατορθώματά τους, τα παιδιά που «μαθαίνουν» γράμματα στα «κολέγιά» τους, τι ήταν και πού βρίσκονται οι Μυκήνες, το πιθανότερο είναι να σου πει ότι βρίσκονται στο …Τέξας.
Μη με παρεξηγείτε. Μ’ αρέσει το Τέξας, αλλά στις Μυκήνες γεννήθηκα! Οι παραπάνω σκέψεις έγιναν ακόμα πιο οδυνηρές την Κυριακή 27 Ιουλίου, όταν διάβασα στην Καθημερινή ένα μεγάλο ρεπορτάζ για τις έρευνες που γίνονται στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας από μια ομάδα αρχαιολόγων δυτών του Κέντρου Αλεξανδρινών Σπουδών «με επιχορηγήσεις από τη γαλλική ΔΕΗ, την εταιρία πετρελαίου Ελ Φεκτέλ και πολλές άλλες εταιρίες», όπως αναφέρει η εφημερίδα. Ακόμα διάβασα ότι η αιγυπτιακή κυβέρνηση σκέπτεται να μετατρέψει το χώρο σε υποβρύχιο αρχαιολογικό πάρκο, το οποίο επαγγελματίες αρχαιολόγοι και ερασιτέχνες αυτοδύτες θα μπορούν να επισκέπτονται, να μελετούν και να φωτογραφίζουν.
Και διαβάζοντας (το άρθρο του B. Αγγελόπουλου) μελαγχόλησα, γιατί πάλι σκέφθηκα τους χίλιους αρχαιολογικούς χώρους, όπου θα μπορούσε να αρχίσει ή να συνεχισθεί η έρευνα από Έλληνες επιστήμονες και που θα μπορούσαν να μεταβληθούν σε υποβρύχια πάρκα (το ναυάγιο στη Δοκό π.χ.) και που δε συνεχίζεται γιατί «δεν υπάρχουν κονδύλια». Και δεν υπάρχουν γιατί τα μασουλάνε τα τρωκτικά.
Το τελειωτικό χτύπημα το δέχτηκα από την επιφυλλίδα του αγαπητού μου Καθηγητή, του κ. Χρήστου Γιανναρά στην ίδια εφημερίδα. Αναφερόμενος στους αποκαλούμενους «εκσυγχρονιστές» ο Χ.Γ. γράφει, μεταξύ άλλων: «…Μάταια κραυγάζουμε κάποιοι περιθωριακοί ότι η Ελλάδα δεν έχει άλλο τρόπο να επιβιώσει, να οργανωθεί, να παραγάγει, να αμυνθεί, να σταθεί με κύρος και αξιοπρέπεια στην Ευρώπη, πάρεξ τη μόρφωση και καλλιέργεια του λαού της, την επίκαιρη ενεργοποίηση της πνευματικής πείρας-παράδοσης. Μέσα σε διεθνοποιημένους μηχανισμούς που αλέθουν αδυσώπητα και πολτοποιούν κοινωνίες, πολιτικές και πολιτισμούς, με τον Αττίλα πάντοτε να καραδοκεί στα ανατολικά μας και με μοναδικό σε εφαρμογή Διεθνές Δίκαιο την ασυδοσία των ισχυρών της γης, μόνη δυνατότητα αντίστασης, αλλά και προϋπόθεση ποιότητας της ζωής μας, είναι το στέρεο έδαφος της σημερινής ελληνικής αρχοντιάς και καλλιέργειας…»
Οι παροικούντες εν τη Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι οι «διεθνιστές» έχουν ξεγράψει το Δάσκαλο χαρακτηρίζοντάς τον, όπως και τον Κώστα Ζουράρι, σαν «νεοχριστιανό» ή κάτι παρόμοιο. O υπογράφων, δηλωμένος «εχθρός» κάθε θρησκείας (και βέβαια όχι για τους λόγους που έλεγε ο μακαρίτης ο Μαρξ, αλλά για άλλους πολύ πιο απλούς και πρακτικούς, που κάποτε ίσως πρέπει να συζητήσουμε), δηλώνει «οπαδός» της σκέψης τους (αλλά όχι των υπερβολών τους).
Για να τελειώνουμε… O μόνος τρόπος για ν’ αποκτήσουμε την αξιοπρέπειά μας (γιατί αυτό είναι το ζητούμενο) είναι, να αποκτήσουμε πολιτική ισχύ. Καλό θα ήταν να υπήρχε, ας πούμε, ένα κόμμα Προσωπικής Αξιοπρέπειας όπου μέλη θα γίνονταν όλοι οι διαλυμένοι απ’ τα προβλήματα και τη δουλειά και μπουχτισμένοι απ’ την απάτη, την αβελτηρία, το «άσε γι αύριο», την υποτέλεια, αλλά και την αγριοκιτσαρία Έλληνες. Ένα τέτοιο κόμμα όμως δε θα συγκέντρωνε περισσότερο από …1, άντε 2%, δε θα «έμπαινε» στη Βουλή, άρα δε θα μπορούσε να επηρεάσει τις εξελίξεις. Τι είπατε; Μπορεί να συγκέντρωνε και το 15%;
Συμφωνώ!_Κ.Κ.
Αγοράζοντας αυτοκίνητο (το 1997)
«Αχ», αναστέναξε η κυρία της συντροφιάς, «θέλω να πάρω ένα αυτοκίνητο στα 1600 κ.εκ.. Τι με συμβουλεύετε;» «Να καθίσετε στ’ αβγά σας» απάντησα, ελπίζοντας ότι η κακή συμπεριφορά θα κατέδειχνε την απροθυμία μου να παραστήσω την Αγία Αθανασία του Αιγάλεω. «Γιατί; Δεν είναι καλό;» επέμενε και, απ’ εκείνη τη στιγμή και μετά ήξερα ότι είχα πέσει θύμα της επιπολαιότητάς μου. Έπρεπε να δικαιολογήσω γιατί της είπα να καθίσει στ’ αβγά της ή να προτείνω ένα «καλό» αυτοκίνητο στα 1600 κ.εκ. «Πάρτε την καινούργια Κορόλα», τόλμησα. «Δε μ’ αρέσει. Κόβεται απότομα πίσω» «Υπάρχει μία που δεν κόβεται τόσο απότομα» «Δε θέλω γιαπωνέζικο» «Τι θέλετε;» «Γερμανικό» «Πάρτε το Α4» «Δε μ’ αρέσει» «Γιατί;» «Γιατί είναι …χοντρομούτσουνο!»
O παραπάνω διάλογος, πέρα για πέρα αληθινός, είναι ένας από τους εκατοντάδες που κάνω κάθε χρόνο, κάθε φορά που βρίσκομαι σε κάποιο σπίτι που οι παριστάμενοι ξέρουν τι δουλειά κάνω. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τους γιατρούς (που μόλις τους «μυριστούμε» σπεύδουμε να τους ρωτήσουμε για τις πραγματικές ή φανταστικές μας ασθένειες), έτσι συμβαίνει και με τους τεχνικούς δημοσιογράφους. Μόλις μας …πάρουν είδηση, σπεύδουν να ρωτήσουν «τι αυτοκίνητο να πάρω;».
Κι αν ο παραπάνω διάλογος σας φαίνεται αστείος, πού να παραθέσω άλλους, που πραγματικά δε χωράει ο νους του ανθρώπου. Έπειτα από 38 χρόνια στην καρέκλα του …ψυχαναλυτή έχω πλέον καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, αφενός, κάθε πέρυσι και καλύτερα και, αφετέρου, ο περισσότερος κόσμος έχει, κυριολεκτικά, «σφυρίξει».
Γιατί κάθε πέρυσι και καλύτερα; Διότι, τον παλιό «καλό καιρό» περισσότεροι (όχι οι περισσότεροι) άνθρωποι κάτι ήξεραν ή κάτι διάβαζαν πριν αγοράσουν αυτοκίνητο. Τα τελευταία χρόνια όμως έχει κάνει την εμφάνισή της μια νέα τάξη καταναλωτών που για το μόνο που νοιάζονται είναι το σχήμα και το …χρώμα!
Το τι λένε και πώς αγοράζουν δεν περιγράφεται. Μία κυρία ήθελε «ένα» που να μην «κόβεται απότομα πίσω». Μιας άλλης δεν άρεσε το Πεζό 106, γιατί ήταν «γαλλικό», ενός δεν άρεσε η Λάντσια Ντέντρα γιατί είχε πίσω «καμπούρα» και ενός άλλου δεν άρεσε το Κορόλα γιατί «ήταν γιαπωνέζικο!»
Οι αιτίες που οδηγούν σ’ αυτό το νεφέλωμα είναι πολλές, αλλά πρώτη και μεγαλύτερη είναι η ακραία σύγχυση που έχει κυριεύσει τον κόσμο από τις διαφημίσεις των αυτοκινήτων. Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις (Φορντ, BMW, Άουντι, (νέα) Βόλβο, Νισάν) που προβάλλουν τα δυναμικά χαρακτηριστικά των αυτοκινήτων, οι περισσότερες δε διαφέρουν από τις διαφημίσεις των πολυκαταστημάτων και των σούπερ μάρκετ. «Αγοράστε το Μπλογκς 1.3 και πάρτε δώρο ένα ραδιοκασετόφωνο και ένα κλιματιστικό»,«αγοράστε σήμερα και πληρώστε το Δεκέμβριο» και άλλα, σωστά για τους επιχειρηματίες και σύμφωνα με τις επιταγές του σύγχρονου μάρκετινγκ, συνθήματα.
H μεθοδολογία έχει πολλαπλές επιπτώσεις: οι καταναλωτές αγοράζουν αυτοκίνητα όπως αγοράζουν φριτέζες, οι οδηγοί πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν διαφορές ανάμεσα σ’ ένα Μπλόγκς και μια κατσαρόλα και οι τεχνικοί δημοσιογράφοι, που επιμένουν στην ενεργητική ασφάλεια, χαρακτηρίζονται «εκκεντρικοί». Με το πέρασμα του χρόνου και χωρίς να το καταλάβουν οι τελευταίοι καταλαμβάνονται από το σύνδρομο του πολυκαταστήματος και, υποσυνείδητα, δεν τολμούν να γράψουν μια κακή κριτική για ένα μοντέλο που έχει «καταξιωθεί» από τις μεγάλες πωλήσεις που επιτυγχάνει, όχι πλέον στους συνειδητούς οδηγούς, αλλά στους πελάτες των υπερκαταστημάτων. Φαύλος κύκλος, που, όταν ένα έντυπο τον σπάσει, διαρρηγνύει αυτόματα και τις σχέσεις του με το συγκεκριμένο εισαγωγέα. Το διαφημιστικό πρόγραμμα αναβάλλεται επ’ αόριστον και το περιοδικό παίρνει τρίτο τα νέα αυτοκίνητα για δοκιμή!
Πέρα απ’ τα προηγούμενα, γεγονός παραμένει ότι η πλειοψηφία αγοράζει αυτοκίνητο έχοντας ακούσει (ένα φίλο), διαβάσει (σε ένα περιοδικό), δει (σε μια εφημερίδα) ότι το Μπλογκς 1.4 είναι «καλό». Πού ακριβώς είναι καλό δεν έχει σημασία. Και καλά, αν πρόκειται για ένα αυτοκίνητο, η αξιοπιστία του οποίου δεν αμφισβητείται ούτε από τους ανταγωνιστές. H έλλειψη ισχύος, η μέτρια αίσθηση του συστήματος διεύθυνσης και η κακή συμπεριφορά στο φρενάρισμα χωρίς ABS μπορεί να παραβλεφθούν, αφού το συγκεκριμένο μοντέλο είναι φτιαγμένο σαν χρηματοκιβώτιο και δε χαλάει ποτέ.
Αν όμως το αντικείμενο είναι τελευταίο σε αξιοπιστία και κρατάει το δρόμο σαν καμηλοπάρδαλη σε οργασμό, τότε τι κάνουμε εμείς οι «τεχνικοί» δημοσιογράφοι;
Δεν ξέρω για τους άλλους, αλλά εμείς στους 4T το γράφουμε, με τα …γνωστά αποτελέσματα. Πρόσφατο παράδειγμα το Νταϊχάτσου Τέριος, το νέο μικρό 4X4 που, στην ουσία, αποτελεί τη μετεξέλιξη της ιδέας των Σουζούκι Σαμουράι. Σε άλλους άρεσε, σε μένα όχι. Γιατί; Διότι παρόλο ότι σαν ιδέα (μικρό, οικονομικό, με χαμηλό «τεκμήριο» 4X4, για χρήση σε περιοχές που οι συνθήκες είναι άσχημες: χιόνια, λάσπες, χωματόδρομοι κλπ), στο δρόμο είναι τουλάχιστον περίεργο. Υποστρέφει πολύ, γέρνει, το τιμόνι είναι ασαφές και ο κινητήρας του κάνει πολύ θόρυβο. Σε μένα δεν άρεσε, αλλά για ένα φίλο, που ζει σ’ ένα κτήμα έξω απ’ τη Λαμία, είναι το ιδανικό αυτοκίνητο.
Θα σας αναφέρω μερικά παραδείγματα αυτοκινήτων που δε συγκινούν τον υπογράφοντα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι από τα καλύτερα στο είδος τους. Ένα είναι το Φορντ Μοντέο 1.8, για το οποίο ήδη έγραψα κάτι. Με άψογη ποιότητα κατασκευής, με πολύ καλό κράτημα και καλά φρένα, το αυτοκίνητο «κάνει» για όλους όσους θέλουν να κινούνται αξιοπρεπώς και δε θέλουν να τους απασχολεί το αυτοκίνητό τους. Να, όμως, που εγώ δε θέλω να κινούμαι …αξιοπρεπώς! Υπακούοντας στον κανόνα «όσο ταχύτερα τόσο καλύτερα» (για την πόλη, το κυκλοφοριακό, τη ρύπανση, τα νεύρα, τους κινδύνους), οδηγώ γρήγορα και δεν αφήνω τις ευκαιρίες να πάνε χαμένες― γι’ αυτό θέλω το αυτοκίνητο μου να έχει «υψηλή πιστότητα». Αυτό, όπως δεκάδες φορές έχω γράψει, δε σημαίνει απαραίτητα ότι το αυτοκίνητο είναι μεγάλο και ακριβό. Χαίρομαι να οδηγώ τα πάντα, από τα μικρά Τσικουετσέντο Σπόρτινγκ, Πεζό 106 ραλί και Σιτροέν VTS μέχρι τα μεγαλύτερα Γκόλφ 1.6, Αουντι A4 1.8T, BMW 323 και …Πόρσε Καρέρα, με ό,τι ενδιαφέρον υπάρχει ανάμεσά τους.
Βέβαια, το «πρόβλημα» είναι 100% ακαδημαϊκό γιατί, όπως ήδη είπαμε, ο περισσότερος κόσμος ενδιαφέρεται για την αξιοπιστία, την ποιότητα κατασκευής και το φθηνό κόστος συντήρησης, γι’ αυτό και τα αυτοκίνητα που πληρούν αυτές τις προδιαγραφές (Τογιότα, Νίσαν, VW-Audi, BMW, Mercedes κ.λ.π., έχουν τόσο μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Για να κλείσουμε το θέμα… Σας παρακαλώ μη με ρωτάτε αν το τάδε αυτοκίνητο είναι «καλό» γιατί, πιστός στις αρχές των Ιπποτών της Στρογγυλής Τραπέζης, θα σας ρωτήσω αν είσαστε καλοί οδηγοί και τότε είναι βέβαιο ότι θα μπλέξουμε.
Επειδή όμως το ερώτημα μένει αναπάντητο, θα σας πω τι ΔΕΝ συνιστά αυτό που αποκαλούμε «καλό αυτοκίνητο».
Πρώτα απ’ όλα το κακό κράτημα. Οι μαλακές, με μεγάλες διαδρομές αναρτήσεις που το κάνουν να «πλέει», όταν η άσφαλτος έχει απανωτά «σαμαράκια». Σ’ ένα όχημα αυτής της συνομοταξίας θα παρατηρήσετε μια ταλάντωση που μεγαλώνει με την ταχύτητα, επηρεάζοντας την ευστάθεια, το φρενάρισμα και, βέβαια, το σύστημα διεύθυνσης που «ελαφραίνει» και γίνεται «νεκρό».
Οι άσχετες, μαλακές, με μεγάλες (χωρίς αιτία) διαδρομές των αναρτήσεων έχουν αποτέλεσμα το κακό αυτοκίνητο να γέρνει υπερβολικά στις στροφές, αλλά ίσως το σημαντικότερο, στις απότομες μεταβολές τροχιάς (όπως σε ένα απότομο ελιγμό αποφυγής). H λαϊκή μούσα πιστεύει ότι η «μαλακή σουσπανσιόν» είναι προτέρημα. Δεν είναι όμως προτέρημα, όπως προτέρημα ΔΕΝ είναι ούτε η σκληρή ανάρτηση. H σωστή είναι εκείνη που απορροφά τις ανωμαλίες χωρίς οι τροχοί να αναπηδούν (και να χάνουν την πρόσφυσή τους), χωρίς το αμάξωμα να γέρνει (αναγκάζοντας πάλι τους τροχούς να χάνουν ή να μειώνουν το βαθμό πρόσφυσής τους), χωρίς οι επιβάτες να υποφέρουν από ναυτία. Ούτε σκληρή ούτε μαλακή.
O χρυσός μέσος όρος επιτυγχάνεται μόνο από εκείνους τους κατασκευαστές που διαθέτουν τμήματα Έρευνας & Εξέλιξης με μηχανικούς και σχεδιαστές που αγαπούν την οδήγηση, και όχι από κατασκευαστές χωρών όπου η ζωντανή, η αληθινή οδήγηση θεωρείται έγκλημα εναντίον του κοινωνικού συνόλου. Μετά έχουμε το σύστημα διεύθυνσης. Υπάρχουν (σήμερα) αυτοκίνητα που οι τροχοί είναι εντελώς αποκομμένοι από το τιμόνι. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην ισχυρή υποβοήθηση (σέρβο), σε σχεδιαστικό λάθος ή στο γεγονός ότι το συγκεκριμένο μοντέλο είναι βασισμένο σε κάποιο μοντέλο της δεκαετίας του ‘60.
Ακολουθούν τα φρένα. Ξύλινα, μεταλλικά, απότομα, χωρίς γραμμική απόδοση, με λίγο ή υπερβολική υποβοήθηση (σέρβο), τα έχω δει όλα σε πολλά «οικογενειακά», όπως έχω δει συστήματα που αποδίδουν ακριβώς αυτό που ζητάει ο οδηγός. Απόδοση 1:1. Τόσο βαθμό επιβράδυνσης θέλεις, τόσο παίρνεις. Ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο. Μετά ακολουθούν τα εργομετρικά και ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά. Πώς κάθεσαι, πώς βλέπεις, πώς κρατάς το τιμόνι, πώς ελέγχεις τα ποδοστήρια, το μοχλό αλλαγής ταχυτήτων και, τέλος (και συνάμα αρχή), ο κινητήρας.
Είναι δυνατός; Διαθέτει το «χάρισμα» της ροπής; Τραβάει από χαμηλά; «Τραβάει» όταν ο οδηγός θέσει σε λειτουργία τον κλιματισμό ή μήπως «πεθαίνει;»
Το φαινόμενο της έλλειψης ροπής εμφανίζεται σε πολλά αυτοκίνητα και κυρίως στα 4X4 που, τα τελευταία χρόνια, κατέκλυσαν τις ευρωπαϊκές αγορές. Στη προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν τα φορολογικά «τερτίπια» του κάθε κράτους τοποθετούν είτε μικρούς κινητήρες σε μεγάλα και βαριά αμαξώματα είτε μεγάλους κινητήρες που για κάποιο λόγο, που υπόσχομαι να «ψάξω» και να σας πω, δεν αποδίδουν καμία σχεδόν ροπή μέχρι τις 2-2.200 σ.α.λ. O οδηγός πατάει το γκάζι αλλά τίποτα δε συμβαίνει. Λες και ο κινητήρας δεν υπάρχει. Μετά, καθώς ο ρυθμός των στροφών αυξάνει (και συνάμα η κατανάλωση από το άσκοπο πάτημα του γκαζιού, ο κινητήρας αρχίζει να «τραβάει» το υπέρβαρο αμάξωμα, αλλά ο οδηγός έχει ήδη απαυδήσει (εκτός αν δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει, οπότε κανένα πρόβλημα).
Δεν είναι
βέβαια μόνο η ροπή που μας ενδιαφέρει,
αλλά και η οικονομία, αν και αυτά τα δύο
πάνε χέρι-χέρι (καλή ροπή=καλή κατανάλωση).
Ακόμα, εκ