Τεύχος 422
Leonard John Kensell Setright
ΗΤΑΝ στις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν διάβασα για πρώτη φορά κείμενό του στο περιοδικό Small Car (που μετά έγινε CAR) και ακόμα θυμάμαι τη στιγμή. Ήμουν δύο χρόνια στην Αγγλία και νόμιζα ότι ήξερα τη γλώσσα, αλλά είδα ότι τα αγγλικά του Λέοναρντ δεν τα καταλάβαιναν ούτε οι Άγγλοι. Ο λόγος; Ο δημοσιογράφος ήξερε τη γλώσσα του. Οι Άγγλοι τη μιλούσαν, οι ξένοι την κακάριζαν. Πήρα ένα αγγλο-αγγλικό λεξικό για να καταλάβω τι έλεγε. Έριχνα λίγες πένες στο «τζάκι» γκαζιού και χρησιμοποιούσα το φως του για να διαβάσω τα άρθρα του. Αντί για τα βιβλία μου, διάβαζα Σετράιτ και ο κόσμος μου γέμιζε αυτοκίνητα, χαρακτήρες και αγώνες που δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου. Ο Mάικ Xόθορν, ο Tόνι Mπρουκς, ο Στέρλινγκ Mος, ο Xουάν Mανουέλ Φάντζιο, ο Aλμπέρτο Aσκάρι, ο Άιβορ Mπουέμπ, το Tourist Trophy στο Isle of Man TT, ο Mάικ -The Bike- Xέιλγουντ, ο Νοϊμπάουερ, τα «ασημένια βέλη», οι Maserati Birdcage, το Σίλβερστοουν, το Γκούντγουντ, το σιρκουί στο Mπρούκλαντς, η Mόντσα, το Nίρμπουργκρινγκ, το Mίλε Mίλια, το Tάργκα Φλόριο. Η ατμόσφαιρα της εποχής θυμίζει τη μαγεία στα παραμύθια του Χάρι Πότερ. Πρέπει να βουτήξεις την πένα στο δοχείο των αναμνήσεων και να γράψεις για μια περίοδο που δε θα ξανάρθει ποτέ. Χρόνια κατά τα οποία πήγαινες στο Βρετανικό Grand Prix, έδινες μισή λίρα κι έβγαζες άδεια για τα πιτ, πράγμα που σήμαινε ότι μπορούσες να καθίσεις δίπλα στους ήρωές σου, να δεις τις Mazerati 250, τις BRM H16, τις Ferrari Squalo, τα Vanwall και τα Lotus. Και, όταν λέω δίπλα, εννοώ κολλητά, με τους οδηγούς να απαντούν, όταν έκανες μια ερώτηση. Κι αν ήσουν φωτογράφος, μπορούσες να πας μισό μέτρο κοντά στην πίστα και να φωτογραφίσεις τα μονοθέσια. Τέτοιο θράσος…
Έπρεπε να περάσουν 24 χρόνια για να τον γνωρίσω. Στην αρχή δεν τα πήγαμε καλά. Διαφωνήσαμε, όχι για αυτοκίνητα, αλλά για το μοντέλο της… δημοκρατίας. Ο Λέοναρντ ήθελε ένα πολίτευμα όπου ψηφίζουν όσοι αποδεδειγμένα διαθέτουν κοινή λογική. Του έλεγα ότι αυτός ήταν ο ταχύτερος δρόμος προς τη δικτατορία, γιατί ποιος (ή ποιοι) θα αποφάσιζαν ποια είναι τα κριτήρια που την ορίζουν; Μετά μαλώσαμε για το ποια ήταν η αρχαιότερη γλώσσα. Η ελληνική ή η εβραϊκή; Τον παρέπεμψα στον Bέντρις και στη Γραμμική Β. Υπήρχε εβραϊκή, όταν μεσουρανούσαν οι Μυκήνες; Τα βρήκε λίγο σκούρα, αλλά δεν το ’βαλε κάτω. Τι γνωρίζεις για τους Αρανάκι, που έφεραν την εβραϊκή από άλλον… πλανήτη;
Κοιτώντας πίσω, βλέπω τις διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους και τα αντικείμενα της εποχής εκείνης και της σημερινής. Δε μιλάω (καλά) παρά μόνο μία γλώσσα, τα αγγλικά, γι’ αυτό δεν μπορώ να πω αν υπήρξε Γάλλος, Ιταλός, Γερμανός ή… Ιάπωνας «Σετράιτ», που ήταν όχι μόνο πρώτος στη δουλειά του, αλλά τόσο καλός, ώστε να ακουμπά την αγιοσύνη! Όχι την παπαδίστικη, των καθολικών, αλλά των μοναχών Σαολίν, των Σαμουράι. Μορφωμένοι, ευγενείς, υπηρέτες των αναγνωστών, πέρασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να πετύχουν το ακατόρθωτο. Τέτοιος ήταν και ο Λέοναρντ. Ένας από τους καλύτερους, αν όχι Ο καλύτερος «αυτοκινητιστικός συντάκτης» που πέρασε (μέχρι στιγμής) απ’ τη ζωή. Γεννημένος στο Λονδίνο το 1931, παντρεμένος δύο φορές, έφυγε από τον κόσμο στις 7 Σεπτεμβρίου του 2005, «οδηγώντας» το αγαπημένο του Bristol 505, ίσως τη Suzuki Dresda, την αγαπημένη του μοτοσικλέτα, που μόνο όσοι τον γνώριζαν καλά ήξεραν ότι έχει.
Τον ζήλευα για τις γνώσεις του. Δεν πίστευα ότι ένας «αυτοκινητιστικός συντάκτης» μπορεί να αναφέρεται με την ίδια ευκολία στον Όμηρο, το Βιργίλιο, τον Καντ, αλλά και τον Φοργκιέρι, τον Νοϊμπάουερ και τον Τσάπμαν. Ο Λέοναρντ είχε καταφέρει κάτι που δεν κατάφερα ποτέ: να κάνει ειρήνη με τον εαυτό του, πράγμα που, καθώς φαίνεται, του επέτρεπε να χωρίζει την ημέρα σε ώρες. Τρεις για διάβασμα, δύο για μουσική, τέσσερις για γράψιμο, καμία για τα κάθε λογής σκουπίδια.
Οι παλιοί αναγνώστες θυμούνται το πάθος με το οποίο αντιμετώπιζα την τεχνολογία των ελαστικών και τα άρθρα-ποταμούς που έγραφα για καθετί νέο στον τομέα. Δε χρειάζεται να πω ποιος ήταν υπεύθυνος. Στη βιβλιοθήκη μου έχω ακόμα το βιβλίο του για την τεχνολογία των ελαστικών, όπως έχω και το σπάνιο, συλλεκτικό τόμο της σειράς «The Grand Prix Car», που ήταν συνέχεια του μνημειώδους έργου του Laurence Pomeroy.
Κάποια στιγμή, μου έκανε την τιμή να με κάνει φίλο του. Δεν ξέρω πότε η σχέση μας πέρασε από το τυπικό στο ουσιαστικό. Θαρρώ πως ήταν σε ένα ταξίδι στο Ντιτρόιτ για την παρουσίαση του Chrysler Neon, που και οι δύο απορρίψαμε πριν το… οδηγήσουμε. Tόσο κακό ήταν. Αφήσαμε το Neon και παρακολουθούσαμε τα F18 της αμερικανικής Εθνοφρουράς, που πετούσαν πάνω από την πίστα σιρκουί (με όριο ταχύτητας!) που είχαν φτιάξει τα Aμερικανά για τους δημοσιογράφους. Μιλούσαμε για αεροπλάνα και κινητήρες. Ο Λέοναρντ εντυπωσιάστηκε από τις γνώσεις του Έλληνα δημοσιογράφου για τους κινητήρες Merlin και Proteus, για τις τεχνολογίες έκχυσης νερού στους θαλάμους καύσης των κινητήρων των Spitfire, αλλά, κυρίως, από το ότι είχα πετάξει με… Tiger Moth και Stearman. Αδελφή ψυχή, θα σκέφτηκε. Kαι στα ταξίδια μας καθόμασταν στο ίδιο τραπέζι, μια και η πλειονότητα των Eυρωπαίων «αυτοκινητιστικών συντακτών» έπασχε (και ακόμα πάσχει) από κάποιας μορφής μορφωτική ένδεια. Πώς να συγκριθεί ο «δημοσιογράφος» Μπαγασάκης, Σμιθ και Kράουτ με τον Πατριάρχη της Ειδικής Δημοσιογραφίας, όταν λέει ή γράφει ότι ο Kούλθαρντ «εκτίει ποινή 10 γύρων» ή ότι «η βροχή συνεχίζει ακάθεκτη την πορεία της»;
Μόνο κάποιος που έχει κάνει ειρήνη με το χρόνο και τις Eρινύες μπορεί να γράφει το ένα βιβλίο μετά το άλλο. Kαι ο Λέοναρντ το είχε επιτύχει. Εκτός από αυτά που είπα, πρόσφατα έβγαλε το Drive On, όπου περιγράφει πώς το αυτοκίνητο επηρέασε τις κοινωνίες του 20ού και του 21ου αιώνα, κάτι που πολύ θα ήθελα να κάνω, αν δεν έπασχα από το σύνδρομο του… Χριστού. Όμως, το θέμα μας δεν είναι ο Καββαθάς, αλλά η Εποχή, οι Άνθρωποι, οι πρακτικές που τη σημάδεψαν και η σύγκριση με τη λάσπη που κατέκλυσε το χώρο την τελευταία δεκαπενταετία. Ποτέ, στα χρόνια που κάνω αυτήν τη δουλειά, δεν έχω δει τέτοια ασχετοσύνη, δεν έχω συναντήσει τέτοιο θράσος, τόσα φουσκωμένα «εγώ». Η έκρηξη των πωλήσεων αυτοκινήτων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό προσέλκυσε δεκάδες επιφανών μηδενικών, που το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να δηλώσουν… «αυτοκινητιστικοί συντάκτες». Ορδές αγραμμάτων και ασχέτων γέμισαν με ορνιθοσκαλίσματα τις σελίδες αυτοκινήτου εφημερίδων που μύρισαν το αίμα των διαφημιστικών εσόδων, αλλά και εκείνες των αυτοκινητιστικών περιοδικών που διευθύνονται από μαρκετίερ αντί για επαγγελματίες δημοσιογράφους. Για όσους έζησαν την Εποχή είναι προφανές ότι άνθρωποι σαν τον Σετράιτ δεν έχουν θέση στο παρόν. Απόδειξη, το γεγονός ότι ο Λέοναρντ απολύθηκε από το CAR, προφανώς επειδή οι αναγνώστες δεν ήταν σε θέση να καταλάβουν τα αγγλικά – όπως πολλοί Έλληνες δεν καταλαβαίνουν τη γλώσσα που γράφουν οι συνεργάτες του δικού μας περιοδικού.
Τα τελευταία χρόνια, τα αυτοκίνητα έγιναν χίλιες φορές καλύτερα, ασφαλέστερα και γρηγορότερα. Όλα είναι καλύτερα από τότε, εκτός από ένα: την ποιότητα των ανθρώπων! Τι σχέση έχει ο Λέοναρντ με τους τύπους που στις βιβλιοθήκες τους έχουν μόνο περιοδικά lifestyle ή με τον τύπο που η συμβία του απαιτεί να προσκληθεί στην παρουσίαση του… Blogs 140SLX; Τι σχέση έχουν τα υποκείμενα που πρέπει να «τα πιάσουν» για να «γράψουν κάτι», με την αξιοπρέπεια ενός Θεβενέ, ενός Kαλστούτσι (Calstucci), ενός Σάλο, Άμποε (Abboe), Φρερ και άλλων συναδέλφων, που τίμησαν και τιμούν το επάγγελμα;
Ο Σετράιτ γεννήθηκε το 1931 στο Λονδίνο. Ο πατέρας του ήταν μηχανικός, που, όπως έγραψε ο Γκάβιν Γκριν στο CAR (δε γνώριζα αυτήν τη λεπτομέρεια), ήταν ο εφευρέτης της συσκευής που «έκοβε» τα εισιτήρια στα λονδρέζικα λεωφορεία στις δεκαετίες του ’50 και του ’60.
Ο Λέοναρντ σπούδασε νομικά, αλλά εγκατέλειψε το επάγγελμα, επειδή, πάλι όπως γράφει ο Γκριν, «το σιχαινόταν».
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, το CAR ήταν ένα περιοδικό που, σαν τους 4Τ, έβγαινε από μια ομάδα «πυροβολημένων» δημοσιογράφων, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Λέοναρντ.
Του άρεσαν τα μικρά, οικονομικά αυτοκίνητα (θαύμαζε το Mini και τον Ισιγόνη και δεν ήθελε να ακούσει για τις έρευνες αγοράς που έκαναν οι μεγάλοι κατασκευαστές, οι οποίοι καλούσαν είκοσι, τριάντα άσχετους για να αποφασίσουν αν το τάδε ή το δείνα μοντέλο είναι καλό ή κακό). Ο Λέοναρντ είχε εμπιστοσύνη στους (καλούς) μηχανικούς και σχεδιαστές και δεν ήθελε να ακούσει καν για τους τύπους του μάρκετινγκ.
Ο θάνατός του με συντάραξε. Δεν το έδειξα και δεν το είπα σε κανέναν από τους νεότερους, αλλά κράτησα τη θλίψη για μένα κι εκείνον. Κατά έναν περίεργο και ελπίζω όχι άρρωστο τρόπο, ήταν σαν να έχασα τον καλύτερό μου φίλο. Το μόνο που με συνδέει με την Εποχή των Ονείρων είναι τα άρθρα του στους 4Τ, οι επιστολές του (που φυλάω ευλαβικά στο αρχείο μου) με τη χειρόγραφη υπογραφή (δείτε δίπλα) και το γεμάτο ευγένεια κείμενο.
Ελπίζω, όταν θα έρθει η στιγμή να πάω στο χώρο όπου πηγαίνουν οι παλιοί «αυτοκινητιστικοί συντάκτες», να τον συναντήσω και να συνεχίσουμε τις συζητήσεις για τις ρίζες της ελληνικής και της εβραϊκής, τους κινητήρες των Spitfire και των Hurricane και τα υπέρ και κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος ενάντια στις… βασιλείες, που ήθελε να επαναφέρει ο Λέοναρντ.
‘Αλλα ‘Αρθρα
- Γιωταχί: «όνειρο» που γίνεται εφιάλτης; (01/2005)
- Χριστουγεννιάτικα παραμύθια (02/2005)
- Αλίμονο στους λαούς που δεν έχουν ήρωες; (03/2005)
- Ατιμασμένος και εγκαταλειμμένος! (04/2005)
- Πίστα Formula 1 στην Ελλάδα. Κάλλιο αργά; (05/2005)
- BLOW OUT-JOB (06/2005)
- Those wonderful men (and women) and their flying machines (07/2005)
- Αυγουστιάτικα φεγγάρια (08/2005)
- Το raison d etre της κ. Νατάσας (09/2005)
- Κλαυσίγελος… (10/2005)
- Η μοναξιά του δρομέα μεγάλων αποστάσεων (12/2005)