«Πιστεύουμε
ότι», είπε ο συνομιλητής μου «χωρίς να
έρθουμε σε σύγκρουση με τις πολυεθνικές
πρέπει να ρίξουμε ρίζες, να τους αρπάζουμε
με οποιοδήποτε τρόπο έστω και
να κλέβουμε την τεχνολογία τους,
την οποία στη συνέχεια θα «ελληνοποιούμε»,
θα αφομοιώνουμε και θα εξάγουμε από ’δω
και κάτω (στην Αφρική π.χ.)…»
Η συζήτηση συνεχιζόταν για τρίτη ώρα και το μαχαίρι είχε κόψει τη σάρκα κι είχε φτάσει στο κόκαλο.
Για μια ακόμα φορά μιλούσα με Έλληνες που ενδιαφέρονταν και πονούσαν για το μέλλον αυτής της χώρας, για τις δυνατότητές της, για τον απαράδεκτο τρόπο που αντιμετωπίζονται τα μεγάλα της προβλήματα, για την καθολική έλλειψη προγραμματισμού, για τον αποσυντονισμό που δέρνει τις δημόσιες υπηρεσίες, για την έλλειψη επαγγελματιών από τις θέσεις- κλειδιά του κρατικού μηχανισμού.
Αυτή τη φορά όμως οι λέξεις δεν προέρχονταν μόνο από ενδιαφερόμενους πολίτες αλλά από ανθρώπους που πέρασαν τη ζωή τους για να πραγματοποιήσουν ένα όνειρο: να κατασκευάσουν ελληνικά αυτοκίνητα. Κι είχαν τεράστια αξία γιατί οι άνθρωποι αυτοί είχαν κάνει το όνειρό τους πραγματικότητα έχοντας διαθέσει ήδη περισσότερα από 4.000 αυτοκίνητα στην ελληνική και την ξένη αγορά.
Οι φράσεις της αρχής βγήκαν από το στόμα ενός απ’ αυτούς τους ανθρώπους που βλέπει με οργή τις ευκαιρίες να χάνονται η μια μετά την άλλη, παρακολουθεί με λύσσα τους ξένους να απομυζούν τα συναλλαγματικά αποθέματα αυτής της χώρας.
«Ενάμιση δισεκατομμύριο δολλάρια τους δίνουμε κάθε χρόνο για ν’ αγοράσουμε αυτοκίνητα, φορτηγά και ανταλλακτικά» φώναξε. «Θα μπορούσαμε να συγκεντρώσουμε το εργατικό, τεχνικό και επιστημονικό δυναμικό μας και να τα φτιάξουμε εδώ… Όχι όλα… Αλλά να κάνουμε κάποια προσπάθεια» πρόσθεσε μη μπορώντας να κρατήση την οργή του.
«Πάρτε σαν παράδειγμα τη Σιτροέν. Έκανε μια επένδυση της τάξης των 600 εκατομμυρίων δολλαρίων στη Ρουμανία και το αυτοκίνητο που παράγεται το παίρνει η εταιρία αυτή και το πουλά σ’ ολόκληρο το κόσμο. Θα μπορούσε να γίνη το ίδιο κι εδώ όχι με μία αλλά με τρεις, τέσσερις, μεγάλες εταιρίες… Για να μάθουν ότι κάποτε πρέπει να επιστρέψουν έστω κι ένα μέρος από το αίμα του Ελληνικού λαού που ρούφηξαν τόσα χρόνια… Όμως για να γίνουν αυτά τα πράγματα χρειάζονται ειδικοί, άνθρωποι ακέραιοι, με γνώσεις βαθιές κι όχι αυτά τα μνημεία που είναι τοποθετημένα μέσα στα υπουργεία…»
Η βιομηχανία αυτοκινήτων δεν είναι τίποτα άλλο από την ανάπτυξη της βιομηχανίας ανταλλακτικών, είπε ένας από τους συνομιλητές μου. Πού βρίσκεται τώρα αυτή η βιομηχανία; Τι κάνουν για να την αναπτύξουν; Τι περιμένουν, Θεέ μου; Νάρθουν αυτοί οι ψυχροί υπέρ – επαγγελματίες από την κεντρική Ευρώπη και να τα αγοράσουν όλα; Τι διάβολο θέλουν να κάνουν; Που είναι η κινητοποίηση του λαού; Που η ενημέρωσή του; Τι κάνει ο Τύπος για να ξυπνήση τον κόσμο; Κινδυνεύουμε να γίνουμε όλοιγκαρσόνια…
Πιστεύοντας κάθε λέξη απ’ αυτές, αποτόλμησα μια ακόμα ερώτηση: «Λένε» είπα «ότι πρέπει να κατασκευάζονται 30.000 αυτοκίνητα το χρόνο για να «σταθή» μια αυτοκινητοβιομηχανία. Τι λέτε γι’ αυτό;»
«Λέω ότι πρόκειται για απάτη των μεγάλων εταιρειών. Ομιλούν περί νεκρού σημείου παραγωγής ενός μοντέλου. Λένε ότι βρίσκεται στις 220.000 αυτοκίνητα το χρόνο. Είναι ψέμα. Μια μεγάλη ιταλική εταιρεία “βγαίνει” με παραγωγή 300 αυτοκινήτων την ημέρα δηλαδή κάτω από 30.000 το χρόνο. Το “νεκρό σημείο” για ένα ελληνικό αυτοκίνητο των 600 κ. εκ. δεν πρέπει να είναι πάνω από 15.000 αυτοκίνητα το χρόνο…» Δεν είμαι, προς το παρόν, σε θέση να κρίνω αν οι αριθμοί αυτοί είναι πραγματικοί ή όχι αλλά θα είμαι σύντομα. Μια ειδική μελέτη πρόκειται να φτάση στα χέρια μου από το εξωτερικό κι έχω σκοπό να τη δημοσιεύσω σ’ ένα μεγαλύτερο άρθρο στα «Ε».
Αν πράγματι «συμφέρη» η παραγωγή αυτοκινήτων στην Ελλάδα και αν το Κράτος δεν έχη κάνει το παν για τη προωθήση, τότε κανείς πρέπει να μιλήση για δύο πράγματα: 1. για καθολική Ασχετοσύνη 2. για εθνική προδοσία. Αυτή τη στιγμή λειτουργούν στη χώρα μας τρεις μονάδες συναρμολόγησης- κατασκευής αυτοκινήτων κι ετοιμάζονται- απ’ ό,τι ξέρω- άλλες δύο.
Κανονικά θα έπρεπε να λειτουργούν δεκαπέντε. Να έχουν στηθή οι βάσεις για άλλες 10. Κανονικά θα έπρεπε ο Ελληνικός Στρατός να εφοδιάζεται με ελληνικά αυτοκίνητα, με ελληνικές μοτοσυκλέτες, ελληνικά ηλεκτρονικά όργανα, ελληνικά τα Πάντα. Οι άνθρωποι που θα τα σχεδιάσουν υπάρχουν. Οι άνθρωποι που θα τα κατασκευάσουν υπάρχουν.
Απλώς δεν υπάρχουν οι άνθρωποι που θα καταλάβουν τι ακριβώς είναι όλα τούτα που έγραψα, που είπαν οι συνομιλητές μου, που προσπάθησαν οι επιστήμονες, που πήραν των ομματιών τους κι έφυγαν αδυνατώντας να πιστέψουν ότι υπάρχουν τόσο άσχετοι άνθρωποι στον κρατικό μηχανισμό.
Αύριο μπαίνουμε στην ΕΟΚ. Και οι ξένοι διαπραγματευτές αξιολογούν, σε ιδιωτικές συζητήσεις τους, ότι ποτέ τους δεν συνάντησαν αυτό που συναντούν με τους Έλληνες.
Τι;
Μα, διάβολε…Μη γνώση, ελλιπή ενημέρωση, ελαφρότητα, έλλειψη στόχων και προγραμματισμού…
«Τι θα γίνη, Θεέ μου;» ρώτησε ένας νεαρός δημοσιογράφος. «Που πάμε;»
«Ντουγρού για το Εσκή Σεχίρ», απάντησε ένας άλλος κι όλοι έσκυψαν τα κεφάλια αμίλητοι με μια ανείπωτη πίκρα στο στόμα.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΒΑΘΑΣ