Το ότι τα τελευταία 30 χρόνια ζούμε μέσα σ’ ένα ρευστό που κύριο χαρακτηριστικό του είναι η υπερβολή, είναι γνωστό σε όλους.
Δεν περνάει ημέρα που να μην πλησιάζει το τέλος του κόσμου, δεν περνάει ώρα που να μην ανακαλύπτονται συνωμοσίες, λεπτό που να μη γίνονται μάχες ηρωικές ενάντια στην ανεργία και στον πληθωρισμό, στις φωτιές και στα τροχαία δυστυχήματα, στους «νονούς» της κεντρικής λαχαναγοράς και στους νονούς του κυκλώματος των αρτοποιών.
Είναι ακόμα γνωστό ότι σαν λαός πανικοβαλλόμαστε εύκολα όπως αποδεικνύεται από τους τίτλους των εφημερίδων που λένε κάθε μέρα σχεδόν ότι «μικροπανικός σημειώθηκε στη Θήβα από μικροσεισμό», ή ότι «… για άλλη μια φορά το Δημοτικό Συμβούλιο Αθηναίων θα ασχοληθεί με το θέμα των σκυλιών που η παρουσία τους στα πάρκα τείνει να εξελιχτεί σε οξύ κοινωνικό πρόβλημα εξ αιτίας του φόβου και του πανικού (οι πανικόβλητες αραιώσεις δικές μας), που προκαλούν στα παιδάκια και στους ηλικιωμένους…»
Άλλο όμως είναι το θέμα μας.
Το θέμα μας είναι πως η ξεχειλωμένη υπερβολή βάζει δυναμίτη στην οικονομία της χώρας, τινάζει στον αέρα δημιουργικές προσπάθειες και γελοιοποιεί την Ελλάδα στο εξωτερικό.
Στις 15 Αυγούστου ένας ανθρωπάκος του Θεού που πήγαινε με το σκάφος του βόλτα στο Άστρος Κυνουρίας έκανε τη βλακεία να ψαρέψει ένα σκυλόψαρο.
Τι ήταν να γίνει αυτό το πράγμα, μεγάλε Ποσειδώνα; Απ’ την ώρα που το ψάρεψε ως την επομένη ημέρα το μεσημέρι η «είδηση» μεταδόθηκε απ’ όλα τα δελτία του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης και έγινε «έγχρωμο» νέο για την πρώτη σελίδα του Τύπου των εντυπώσεων, «σαλόνι» στα ταμπλόιντ και θέμα συζήτησης στις παραλίες όλης της χώρας.
«Γιαννάααακη! Ελαδωκακοχρονονάχεις, η θάλασσα έχει σκυλόψαρα», τσίριζε η Μητέρα και το τσίριγμά της έκανε τις άλλες Μητέρες ν’ αφήσουν το κουμ- καν και να τρέξουν στην παραλία και να μαζέψουν άρον- άρον τους κλώνους τους μην τύχει και τους φάει ο Καρχαρίας!
Όταν τους μάζεψαν και τους έθεσαν υπό τον Απόλυτον Έλεγχόν Τους, να ’σου κι εμφανίζεται πάλι ο Τύπος στην τηλεόραση και αφού μας μίλησε για τον Γκουγκούνι Ουεντέι στο Τσά- ν- τ μας ξαναείπε για το βάρος 480 κιλών και μήκους 4 μέτρων σκυλόψαρο που «εξουδετέρωσε» μετά από πολύωρη μάχη κυβερνήτης «θαλαμηγού» ες το Άστρος Κυνουρίας.
«Στα ’λεγα εγώ, Δημήτρη», είπαν οι Μητέρες Προστάτιδες στους συζύγους τους με τα τζιν παντελονάκια και τις πατινέ σαγιονάρες και οι Δημήτρηδες, σύζυγοι εφ’ όρου ζωής, έσκυψαν το κεφάλι μπροστά στον κίνδυνο που απειλούσε μόνο τα παιδιά της Ελλάδας.
Θυμάστε όταν είχαν «λυσσάξει» με το «νέφος» και περίπου παρουσίαζαν την Αθήνα σαν τον θάλαμο αερίων των φυλακών του Σαν Κουέιντιν;
Φωτογραφίες στις πρώτες σελίδες, εκπομπές στην τηλεόραση, φιλμ με σημασία, ερωτήσεις με απαιτήσεις «θα ζήσουμε άραγε αύριο, γιαγιά;» και απαντήσεις βουτηγμένες στη σάλτσα της φτηνής συναισθηματολογίας του τύπου «ε, τι να κάνουμε, αν πρόκειται ν’ αναπνεύσουμε λίγο καθαρό αεράκι δεν πειράζει, ας μου κόψουν το δεξί μου χεράκι κι άμα λάχει και το κεφαλάκι».
Το «νέφος» απειλούσε τη ζωή των παιδιών μας, βγήκαν και οι μητέρες με τα καρότσια και διαμαρτυρήθηκαν «σώστε τα παιδιά μας απ’ το δηλητήριο» και σιγά- σιγά το πίστεψαν και οι ίδιοι ότι είχαμε πρόβλημα στην Αθήνα μόνιμο και, αφού το πίστεψαν οι κάτοικοι, να μην το πιστέψουν και οι ξένοι;
Το πίστεψαν κι αυτοί και γέμισαν τις πρώτες σελίδες των εφημερίδων τους με φωτογραφίες του τρομερού νέφους των Αθηνών και με ειδήσεις για τις απαίσιες τσούχτρες των νησιών του Αιγαίου και έπεσε νεκρός ο τουρισμός και όλοι οι ξένοι πήγαν στην… Τουρκία, στο Μαρόκο και στην Τυνησία.
Μάταια γράφαμε απ’ αυτό το ταπεινό δημοσιογραφικό ταμπούρι να σταματήσει ο πολιτικός διασυρμός της Αθήνας με τη φιλοσοφία του «νέφους». Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια για να βγει κάποιος «αρμόδιος» και δειλά- δειλά να ζητήσει να σταματήσει η πάρλα, μπας και μας μείνει κανένα δολάριο απ’ τον τουρισμό.
Πανικός απ’ τα σκυλιά στα πάρκα, πανικός απ’ το νέφος. Πανικός απ’ τον σεισμό κι απ’ τον μετασεισμό.
Κάθε μέρα οχτάστηλες κραυγές καλούν τον λαό σε: εγρήγορση, αναμονή, υπομονή, αγώνες που συνεχίζονται, αγώνες που τώρα μόλις δικαιώνονται και άλλους που τώρα μόλις αρχίζουν, μάχες κατά των κυκλωμάτων, των σατανικών εμπρηστών και των υποχθόνιων δυνάμεων που μάχονται για να μη γίνει κάτι πραγματικότητα.
Κάθε ώρα, κάθε λεπτό στήνονται σκιάχτρα και άλλα γκρεμίζονται, ανάλογα με τις ορέξεις διαφόρων τύπων που, καθώς φαίνεται, έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο εκείνων που διατηρούν ακόμα το αίσθημα της ισορροπίας και του μέτρου. Ο Έλληνας που σταμάτησε να παλεύει με τα νύχια και τα δόντια για τον επιούσιο και κατάφερε να μεταβάλει τη μικρή του βιοτεχνία σε εξαγωγική βιομηχανία, πέφτει στα νύχια των αρπακτικών της υπερβολής. Γίνεται «εργοδοσία» που «πίνει το αίμα» των ανθρώπων που δουλεύουν στο εργοστάσιό του/ εμπορικό του/ μαγαζί του/ χωράφι του.
Αντί το ναυπηγείο να κατασκευάζει σκάφη για εξαγωγή, σκαριά που θα διασχίζουν το Αιγαίο απ’ τη μια άκρη στην άλλη και θα κάνουν αισθητή την παρουσία της Ελλάδας, τα αρπακτικά της υπερβολής το μεταβάλλουν σε τόπο που παράγονται «θαλαμηγοί» για την «πλουτοκρατία».
Οι δημιουργοί στη βιομηχανία, τη βιοτεχνία, τις εφαρμοσμένες επιστήμες και την τεχνολογία διώκονται από τους κονδυλοφόρους που φέρουν τις ρομφαίες μιας ξεπερασμένης κοινωνικής «δικαιοσύνης». Οι μόνοι που περνάνε, που εγκρίνονται, είναι οι «καλλιτέχνες» με τα τουρκο- ινδο- πακιστανοτράγουδα και το «πονεμένο» ύφος του «λαού».
Στις σκανδιναβικές χώρες το κράτος χρηματοδοτεί τον πολίτη που θέλει ν’ αγοράσει ιστιοφόρο, σκάφος με κινητήρες ντίζελ, γιατί έτσι ξέρει ότι δίνει δουλειά στη ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία της χώρας, κρατάει ζωντανή την παράδοση των Βίκινγκς.
Στην Ελλάδα ο ιδιοκτήτης σκάφους σταυρώνεται από το κράτος μαζί με τον κατασκευαστή γιατί η χώρα δεν έχει ναυτική παράδοση, γιατί το σκάφος είναι «θαλαμηγός». Στις άλλες χώρες οι δημιουργοί της μόδας υποστηρίζονται με κάθε μέσο κι αυτό γιατί τα διάφορα «σινιέ», με τα οποία εμείς οι «προοδευτικοί» κάνουμε «πλάκα», φέρνουν εκατομμύρια δολάρια σε συνάλλαγμα και δίνουν δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους.
Πού να το καταλάβουν αυτό οι χοντροκέφαλοι της νεοελληνικής ηθικής που λένε ότι ο έχων δύο τσουβάλια δίνει το ένα στον συνάνθρωπό του αφού πρώτα του βγάλει την πίστη.
Οι Ιταλοί και οι Γάλλοι υποστηρίζουν τις προσπάθειες της Φεράρι και της Ρενώ στους αγώνες της Φόρμουλα 1 γιατί ξέρουν ότι οι νίκες των αυτοκινήτων τους στις πίστες πουλάνε τεχνολογία σε υποανάπτυκτους και ανεπτυγμένους χωρίς διάκριση.
Οι Γάλλοι κάνουν το παν- όπως και οι Ιταλοί- για να προβάλλουν τους δημιουργούς της μόδας.
Εμείς κάνουμε το παν για να εξαφανίσουμε τον Γιάννη Τσεκλένη απ’ το πρόσωπο της γης, για να είμαστε ελεύθεροι μέσα στην γκαντεμιά μας να εισάγουμε τα «σινιέ» των ξένων.
Έτσι, μ’ ένα πύρινο άρθρο κάποιου γέροντος με μεσαιωνικές αντιλήψεις καταφέρνουμε: α) να εξαφανίσουμε την εγχώρια βιομηχανία- βιοτεχνία, β) να εξάγουμε άφθονο συνάλλαγμα, γ) να δημιουργήσουμε κι άλλες θέσεις ανεργίας, δ) να διατηρήσουμε τη χώρα στο επίπεδο των καλοκαιρινών «γιορτών» με τα ταρατατζούμ και τα ντέφια, των ωχ- ωχ και των άι- άι…
Χαρακίρι εφ’ όλης της ύλης δηλαδή.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΒΑΘΑΣ