Χτύπησε
την πόρτα του γραφείου μου και είπε:
Καλημέρα. Έρχομαι από το Υπουργείο…
(είπε το Υπουργείο) και θα ’θελα τη γνώμη
σας για ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε
στη Χαλκιδική. Έμεινα ακίνητος, με
κομμένη τη φωνή, κοιτώντας τον νέο
άνθρωπο που στεκόταν απέναντί μου σαν
να ’βλεπα κάτοικο από τον γαλαξία NGC
2436.
«Πού μας βρήκατε;» ψέλλισα, μη μπορώντας να συνδυάσω τα ασυμβίβαστα. «Σας διαβάζουμε δέκα χρόνια τώρα» απάντησε «και πιστεύουμε ότι μπορείτε να μας βοηθήσετε».
«Καθίστε», ψιθύρισα στον άνθρωπο που, έχοντας καταλάβει τον λόγο της έκπληξής μου, χαμογέλασε.
Θα σας τον περιγράψω γιατί είναι η πρώτη φορά που συνάντησα έναν παρόμοιο τύπο ανθρώπου στις ομολογουμένως λίγες, επαφές μου μ’ αυτό που λέμε «κρατική μηχανή». Ήταν μηχανικός- μηχανολόγος που είχε σπουδάσει στην Αμερική. Όλα τα χρόνια που ήταν εκεί σκεφτόταν να γυρίσει πίσω στην πατρίδα να προσφέρει κάτι απ’ όσα έμαθε στα μεγάλα επιστημονικά κέντρα αυτής της χώρας.
Δεν ήταν δημόσιος υπάλληλος αλλά μέλος μιας ομάδας νέων επιστημόνων που εκτελούν χρέη συμβούλων. Είχε τη δική του τη δουλειά που όμως δεν μπορούσε πια να παρακολουθήσει παρά μόνο όσο χρειαζόταν για να μη σταματήσει να λειτουργεί. Εργαζόταν μαζί με τους συναδέλφους του πάνω στα σημερινά και τα αυριανά οικιστικά- οδικά και κυκλοφοριακά- προβλήματα της χώρας ετοιμάζοντας μελέτες, προγραμματίζοντας, προτείνοντας…
«Σας ακούει κανείς;» ρώτησα γεμάτος αγωνία για την τύχη του, «ή η δουλειά σας πάει χαμένη;»
«Όσο περίεργο να σας φαίνεται» απάντησε, «μας ακούνε και μάλιστα γίνονται αυτά που λέμε χωρίς πολλές συζητήσεις». Ο συνομιλητής μου ανέφερε περιπτώσεις που γνώριζα και πείστηκα πως έλεγε αλήθεια.
«Πολλές νύχτες καθόμαστε μέχρι τις 3 και τις 4 το πρωί και να δείτε που και οι υπάλληλοι κάθονται κοντά μας και το πρωί είναι πάλι στη δουλειά τους».
«Οι υπάλληλοι του υπουργείου;» ρώτησε κάποιος από τους συναδέλφους δημοσιογράφους που ήταν παρόντες.
«Μάλιστα» ήλθε η απάντηση του νεαρού επιστήμονα. «Οι υπάλληλοι του υπουργείου. Ιδιαίτερα οι πιο νέοι».
Προσπάθησα να κρατήσω τη συζήτηση σε αυστηρά δημοσιογραφικά πλαίσια (έστω κι αν δεν είμαι πια “δημοσιογράφος”) και να μην παρασυρθώ από το αστρικό αυτό φαινόμενο! Ο νεαρός συνομιλητής μας απάντησε σ’ όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν με σαφήνεια και ακρίβεια και όλοι μας ανταλλάξαμε κρυφές ματιές επιδοκιμασίας.
Ο άνθρωπος μιλούσε με την ίδια ευκολία για τις εφαρμογές της ηλιακής ενέργειας και τις απαιτήσεις ενός σύγχρονου αεροδρομίου. Γνώριζε τις εφαρμογές των υλικών από ίνες άνθρακα, γνώριζε τα προβλήματα της ασφάλτου των ελληνικών δρόμων, τις εφαρμογές των λέηζερς στην έρευνα, τις έρευνες που γίνονται για την τελειοποίηση ενός κινητήρα που να μη μολύνει την ατμόσφαιρα. Ο άνθρωπος χαμογελούσε όταν μιλούσαμε για όλους τους άσχετους που επιπλέουν όπως οι φελλοί σε τούτη τη χώρα, περιέγραφε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει μαζί τους, θύμωνε με τη στενοκεφαλιά τους αλλά ήταν… αισιόδοξος για το μέλλον!
«Γιατί;» τον ρώτησα. «Τι σας κάνει να πιστεύετε ότι μπορούμε να απαλλαγούμε από τη σαβούρα των δήθεν ειδικών και των Δηλωσιών;»
«Είναι απλό» απάντησε. «Τα τελευταία χρόνια γεννιέται ένα νέο είδος επιστήμονα εδώ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι νέοι που δε σπούδασαν για να πάρουν ένα “χαρτί”, αλλά άνθρωποι αποφασισμένοι να εργαστούν για το καλό αυτού του τόπου. Αρκετή καταστροφή, αρκετό ξεπούλημα υπέφερε αυτή η χώρα. Είναι καιρός να τη δούμε με άλλα μάτια. Έτσι τη βλέπουμε εμείς…»
Η συζήτησή μας κράτησε δυο ώρες. Όταν η πόρτα έκλεισε πίσω του μείναμε σιωπηλοί αλλά σίγουροι ότι η ίδια σκέψη γύριζε στο μυαλό μας… Αν μόνο στην πατρίδα μας υπήρχαν περισσότεροι τέτοιοι άνθρωποι. Αν υπήρχε αξιοκρατία, σοβαρότητα, ευγένεια στις υπηρεσίες που υπηρετούν τους πολίτες. Αν υπήρχε ΜΟΡΦΩΣΗ… Πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα. Από την κατάσταση στη Λεωφόρο Καβάλας μέχρι την κατάσταση στο Αιγαίο… Πάλι όμως ονειρεύομαι ημέρα και κάποτε πρέπει- όπως μου λένε- να κόψω αυτό το κακό ελάττωμα και να “προσγειωθώ”. Γιατί, αν δεν το κάνω, θα με προσγειώσουν- όπως μου λένε- οι ανώνυμοι φίλοι μου που απειλούν τώρα με χαντάκια, πιστόλια και άλλα σιδερικά.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΒΑΘΑΣ