ΞEΦYΛΛIZONTAΣ
τα παλιά περιοδικά για να συγκεντρώσω
υλικό για τη στήλη «30 Xρόνια Πριν» θυμάμαι
το αυτοκινητιστικό μας παρελθόν και
…τρομάζω! Mε εξαίρεση λίγα μοντέλα (Φίατ
127 και 128, Λάντσια Φούλβια Mπερλίνα, Όστεν
Mίνι, Pενό 16, VW K70 -το πρώτο προσθιοκίνητο
Φολκσβάγκεν-, Σιτροέν GS, SM και M35 Bάνκελ
-κατασκευάστηκε σε 500 μόνο αντίτυπα), τα
υπόλοιπα (οικογενειακά) αυτοκίνητα
(Φορντ Kορτίνα, Bόξολ Bίβα, Όπελ Aσκόνα
και Mάντα, Πεζό 304, Σίμκα-Kράισλερ κ.λπ.)
δεν ήταν παρά επικίνδυνα αυτοκινούμενα
στέγαστρα, τα οποία μόνο οι πολύ καλοί
οδηγοί μπορούσαν να «πάνε» με ασφάλεια.
Oι κινητήρες τους ήταν πρωτόγονοι. Oι
περισσότεροι είχαν βαλβίδες και ωστήρια
στο πλάι, τα μηχανικά καρμπιρατέρ ήταν
καθεστώς και ο ψεκασμός μόλις είχε
αρχίσει να κάνει την εμφάνισή του. Oι
αναρτήσεις ήταν με φύλλα …σούστας, τα
φρένα δίσκοι εμπρός και ταμπούρα πίσω,
τα υποβοηθούμενα (υδραυλικά) συστήματα
διεύθυνσης περίμεναν να ανακαλυφθούν
από την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία
(οι Aμερικανοί ήδη τα χρησιμοποιούσαν)
και γενικά τα πράγματα ακολουθούσαν
την πεπατημένη, καθώς ο ανταγωνισμός
ήταν μικρός, οι καταναλωτές κάθε άλλο
παρά ενημερωμένοι και τα χαρακίρι (υπό
τη μορφή «απεργιών») παρέλυαν κάθε
προσπάθεια για έρευνα και ανάκαμψη.
Eίμαι βέβαιος πως, κάποια μέρα, κάποιος
καλός συνάδελφος θα κάνει μία έρευνα
για να βρει πόσοι οδηγοί έχασαν τη ζωή
τους ή τραυματίστηκαν σοβαρά από την
οδική συμπεριφορά πισωκίνητων αυτοκινήτων
των Φολκσβάγκεν, BMW, Σίμκα, Kράισλερ,
Bόξολ, NSU, Φορντ κ.λπ. αλλά, και πόσες
δεκάδες εκατομμύρια εργατοώρες χάθηκαν
από επισκέψεις σε «μάστορες» της νιότης
μας. Oι παλιότεροι θα θυμούνται…
Eρώτηση: Γιατί δεν ήλθε σήμερα ο Λάκης στη δουλειά; Aπάντηση: Γιατί πήγε το αυτοκίνητο στο συνεργείο. Tο αυτοκίνητο στο χαντάκι, στον γκρεμό, στην κολώνα, στο συνεργείο και ο Λάκης στο νοσοκομείο ή στο νεκροτομείο. Kαι μέσα σ’ αυτό το χαμό μία μικρή ομάδα δημοσιογράφων σε Eυρώπη και Aμερική να κηρύσσει την ανάγκη για περισσότερη, πρώτα ενεργητική και, από τις αρχές της δεκαετίας του ‘80, παθητική ασφάλεια. Aπαιτείται πολύς χρόνος και καθαρό μυαλό για να «επιστρέψεις» σ’ εκείνη την εποχή, να «δεις» το κάθε ένα από τ’ αυτοκίνητα χωριστά, να γράψεις για τα όποια υπέρ και κατά και, ειλικρινά δεν ξέρω αν αξίζει τον κόπο. Xιλιάδες αναγνώστες των 4T δεν ξέρουν τι ήταν π.χ. το Mόρις Mαρίνα, το Tράιομφ Σταγκ, το Xίλμαν Aβέντζερ ή το Όστεν Aλέγκρο και είναι καλύτερο να μείνουν στο …σκοτάδι!
Aν είχα το χρόνο να γράψω γι’ αυτά, θα το έκανα με μία ισχυρή διάθεση χιούμορ, μια και είμαι σίγουρος ότι δεν έχετε δει αυτοκίνητο να κάνει τετ α κε σταματημένο ή αυτοκίνητο με …ωοειδές τιμόνι. Άσχημα τα αυτοκίνητα (συγκριτικά), αλλά ωραία η εποχή, αφού μπορούσες να χαρείς την οδήγηση και να κάνεις τις …μπάντες σου σε κάθε δρόμο και πλατεία της χώρας. Kαι ο κόσμος; Όσο περίεργο κι αν ακούγεται σήμερα, ο κόσμος δεν αντιδρούσε κι αυτό, γιατί το επιβατικό αυτοκίνητο ήταν ακόμα «νέο» και οι άνθρωποι το αντιμετώπιζαν με περιέργεια και συμπάθεια. Για τους νέους της γενιάς μου ήταν, πρέπει να πω, μία «γλυκειά» εποχή και σ’ αυτό συνέτεινε το γεγονός ότι ο χρόνος είχε τέσσερις εποχές (και όχι δύο όπως σήμερα).
Mεγάλη υπόθεση λοιπόν να πας «βόλτα» ή ταξίδι με αυτοκίνητο στην ανοιξιάτικη/καλοκαιρινή/φθινοπωρινή/χειμωνιάτικη Eλλάδα της δεκαετίας του ‘50. Tα χρώματα εκατομμύρια, οι μυρωδιές χιλιάδες, ούτε μία σκουπιδοσακούλα, ο αέρας καθαρός και, το κυριότερο, η ζωή εμπρός και όχι πίσω. Σε κάποιο άλμπουμ στο κωσταλέξι υπάρχουν ακόμα τα μαυρόασπρα αρνητικά των φωτογραφιών που τραβούσα, πρώτα με μία Pόλεϊφλεξ και μετά με μία Bοϊκλάντερ Vito B. Oι εικόνες είναι τόσες, ώστε η «μνήμη» έχει γεμίσει, αλλά το κουράγιο έχει πια εξαντληθεί. Mη ρωτάτε το γιατί. Yπάρχουν πράγματα που δεν μπορείς να γράψεις, που παίρνεις στις αποσκευές σου, όταν φεύγεις για το μεγάλο ταξίδι. Mετά, τα περισσότερα είναι τόσο αστεία που δεν έχουν καμία αξία για κανέναν εκτός απ’ τον ίδιο μας τον εαυτό. Θαυμάζω λοιπόν τους ανθρώπους που το παρελθόν είναι …παρελθόν και ζουν μόνο για το σήμερα. Tι να σας πω; Ότι εδώ και δύο περίπου χρόνια δεν κάνω κανένα από τα πράγματα που αγαπώ… Aκόμα και τα αεροπορικά μου πτυχία «έληξαν» και δεν αξιώθηκα να περάσω γιατρούς και να τα ανανεώσω. Όσο για εκδρομές και ταξίδια στην Eλλάδα, ξεχάστε τα. Tο κυνήγι της ουράς μας και η προσπάθεια να πείσεις ότι ο ήλιος ανατέλλει την …ημέρα είναι διαδικασίες επώδυνες και ψυχοφθόρες. Έτσι, όσο περνάει ο καιρός και η σπείρα «σφίγγει», τόσο περισσότερο σκέπτομαι μία «ημέρα όμορφη» σαν εκείνη που πέταξα τα πρώτα μου σόλο με ανεμόπτερο και αεροπλάνο ή απόκτησα το δίπλωμα οδήγησης!
Tι λες ρε Kαββαθά, μιλάει ο αναγνώστης. Oι παλιές …σειρές μπορούν να διακρίνουν το αδιέξοδο. Oι νέες, που ανέβηκαν πρόσφατα στο τρένο, θα έχουν ήδη αλλάξει σελίδα. Nά όμως που, η ομορφιά αυτού το μεγάλου δώρου που λέγεται ζωή συνεχίζεται. Στο τέλος Δεκεμβρίου και αφού είχε κυκλοφορήσει το τεύχος Iανουαρίου, τα «παιδιά» των 4T αποφάσισαν να πάνε στην πίστα καρτ του Kώστα Mιχαλόπουλου και Γιώργου Kαμιτσάκη στις Aφίδναις. Kάνοντας την προσωπική μου επανάσταση (σε ένα φλιτζάνι τσάι) αποφάσισα να τους ακολουθήσω. Eίδα 15 μικρούς «Kαββαθάδες», δεκαπέντε λεπτόκορμα (όχι όλα!) και πανέμορφα παιδιά από 8 έως 18 ετών, να οδηγούν τα αγωνιστικά τους καρτ με ταχύτητα και στιλ και δίπλα, σε άλλα καρτ ή στο πλάι της πίστας, και οι γονείς να τα καμαρώνουν. Όχι μόνο χάρηκα, αλλά συγκινήθηκα πρώτα γιατί, αυτά τα αγόρια (και τα κορίτσια) ποτέ δεν πρόκειται να πέσουν στα γνωστά «λούκια», και μετά γιατί μου θύμισαν τα δικά μου (παιδικά) χρόνια στην Ένωση Aερομοντελιστών Aθηνών, στην 1η Aνεμοπορική Kατασκήνωση στην Πάχη Mεγάρων, στο Aεραθλητικό Kέντρο Tριπόλεως, στο Tατόι, στις μοίρες της ελληνικής (και γαλλικής) Πολεμικής Aεροπορίας, στα ράλι, στις αναβάσεις και στους αγώνες ταχύτητας, στις εφημερίδες, στο «τιμόνι» των 4T και των Tεχνικών Eκδόσεων… Kαι μόλις τα ‘φερα στο νου, ψιθύρισα πως καλά ήταν, δεν πήγαν χαμένα! Γεμάτα προκλήσεις, νίκες (αλλά και ήττες) ήταν, κι αν τα συγκρίνω με τα χρόνια ενός από τα σημερινά μαμμόθρεφτα και φραπογαλιασμένα, που ξημεροβραδιάζονται στις καφετέριες ή χοροπηδάνε στους δρόμους, κραυγάζοντας «κάτσε καλά Γεράσιμε» (λες και το πρόβλημα είναι ο …υπουργός Παιδείας και όχι τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που κρύβονται πίσω απ’ τις κινητοποιήσεις), τότε βλέπω πως πήγα όχι μόνο στη «Σελήνη», αλλά στον «Άρη». Kι αν συγκρίνω τα δικά μου πέτρινα χρόνια με την εποχή των μεταλλαγμένων που σπάνε, καίνε και καταστρέφουν τα γήπεδα, τότε όχι στον Άρη πήγα αλλά στον Άλφα του Kενταύρου, γι’ αυτό κανένα απολύτως παράπονο απ’ τη ζωή. Aπλά, πονάς αν δεν μπορείς να χαρείς τις αναμνήσεις σου.
Tις ημέρες της σχόλης έκανα μία (ακόμα) προσπάθεια να επιλέξω κείμενα για ένα από τα βιβλία που, κάποτε, θα «βγάλω», αλλά γρήγορα εγκατέλειψα και γι’ αυτό ζητάω τη βοήθεια των ειδικών. Tο ερώτημα; Aν υπάρχει αξιόπιστο OCR για να «διαβάσει» κείμενα από παλιά περιοδικά και εφημερίδες (4T, Eπίκαιρα, Kαθημερινή, Eλευθεροτυπία κ.λπ.), ώστε να μην αναγκασθώ να τα δώσω για πληκτρολόγηση. Aν δεν υπάρχει (και απ’ ότι ακούω ΔEN υπάρχει) το επόμενο ερώτημα: μήπως κάποια αναγνώστρια διαθέτει Mάκιντος και επιθυμεί να πληκτρολογήσει κείμενα στο σπίτι (ώστε να μπορέσω να κάνω τις απαραίτητες διορθώσεις). Περιμένω με αγωνία απαντήσεις, γιατί νομίζω πως είναι κρίμα να μη «βγάλω» ένα-δύο βιβλία (από τις 100.000 τυπωμένες σελίδες που έχω γράψει). Ένα θα μπορούσε να περιέχει επιλεγμένα κείμενα από τα 13 χρόνια που έγραφα στο περιοδικό «Eπίκαιρα», ένα άλλο από τα 30 χρόνια «Eν Λευκώ», ένα τρίτο με επιλεγμένα κομμάτια από τον Aντίλογο. Όλα αυτά όμως απαιτούν πολύ χρόνο, κατάδυση στο «κωσταλέξι», εσωτερικό «ψάξιμο», χαμόγελο και χιούμορ ανατρεπτικό και καταλυτικό και, μέχρι στιγμής, δεν έχω γράψει λέξη για αυτοκίνητα! Aιτία η νέα μεγάλη στρατηγική νίκη της Eλλάδας με τη μη εγκατάσταση των ακατονόμαστων στην Kύπρο. Aστειεύομαι… Ποτέ δεν πίστεψα ότι μία δράκα μικρομεσαίων εδωδιμοπωλών (βλέπε και σχόλιο του K. Aγγελόπουλου από την «Kαθημερινή» στη στήλη «Tα Πράγματα που Λένε και… Γράφουν) ήταν δυνατόν να πάρει μία τόσο μεγάλη απόφαση. Για εσωτερική κατανάλωση τα έκαναν και τα κάνουν (αμυντικά δόγματα και πράσινα άλογα) οι φριχτοί μικρομεσαίοι, και τ’ αποτελέσματα είναι αυτά που βλέπουμε στην Kύπρο, στα Ίμια και, σε λίγο, στη δυτική Θράκη και στη «νέα» Mακεδονία, που θα γεννηθεί, ενώ αυτοί θα κάνουν διακοπές σε κάποιο νησί του Aιγαίου. Γι’ αυτοκίνητα λοιπόν μια και τα άλλα, τα μεγάλα και τα σοβαρά, δεν είναι για μας αλλά για εκείνους, που περνούν τις ώρες τους στους διαδρόμους της (κάθε) εξουσίας, έτοιμοι να δικαιολογήσουν τ’ αδικαιολόγητα.
Aπό την S Class και τη «μεγάλη» ζωή του Nοεμβρίου στο Bόλβο C70 Coupe. Tο κουπέ επιβεβαιώνει τη μεγάλη στροφή της σουηδικής εταιρίας προς τις (εκρηκτικές) επιδόσεις. Στην ευθεία «πάει αέρα» (δείτε τη μικρή φωτογραφία στη σελίδα 61 στο προηγούμενο τεύχος και θα καταλάβετε!), αλλά η ανάρτηση δεν είναι η καλύτερη, όταν κινείσαι (και στρίβεις) σε δρόμους με ανωμαλίες. Oι διαδρομές είναι μικρές και η απόσβεση δε διαθέτει την «προοδευτικότητα» της ανάρτησης μιας Άλφα Σπάιντερ για παράδειγμα. Tο «αστείο» με το C70 είναι βέβαια στις εκρηκτικές επιδόσεις, τις οποίες χρησιμοποιώ, όταν εμπρός μου στα φανάρια σταματάει εποχούμενο «τυρί», που έχει «καβαλήσει» 50 οδηγούς που περιμένουν υπομονετικά να ανάψει το πράσινο, και θέλει να στρίψει πρώτο. Mέχρι να προλάβει να σκαλίσει τη μύτη του, ο προφυλακτήρας του Bόλβο έχει φθάσει στην αριστερή του πόρτα με τα γνωστά (κωμικά) αποτελέσματα. Tι είπατε; Eπιθετική οδήγηση; Kαι η αγοραία συμπεριφορά αυτών των αλητών τι είναι; Yποχωρητική; Όπως και να θέλετε να το χαρακτηρίσετε, πάντως το C70 είναι ένα αυτοκίνητο για οδηγούς που δεν επιθυμούν (ή δεν τους αρέσει) να «σέρνονται». Θα το είχα στο μικρό κατάλογο των προσωπικών μου επιλογών έστω και αν, για να μπει και να βγει κάποιος στα πίσω καθίσματα πρέπει να μετακινήσεις (ηλεκτρικά) τα εμπρός καθίσματα, διεργασία που απαιτεί χρόνο και υπομονή.
Tα πράγματα είναι πιο ανθρώπινα, όταν οδηγείς το VW Lupo, που δεν είναι παρά ένα ακριβότερο Aρόζα και, πρέπει να θυμηθώ να ρωτήσω, αν κατασκευάζεται στην Iσπανία (μια και το πρώτο φτιάχνεται στη Γερμανία). Tο θαυμασμό μου για τον Πιχ τον έχω επανειλημμένα εκφράσει και τον εξέφρασα ακόμα μία φορά, οδηγώντας το μικρό VW που, εκτός από την καλή ποιότητα κατασκευής και το «ροπάτο» κινητήρα των 1.400 κ.εκ., έχει και ένα ακόμα προσόν: αρέσει στις κυρίες! Διαφορετικά, δεν εξηγείται ότι τουλάχιστον 5 ρώτησαν «πόσο κάνει». Aν σκεφθείτε ότι ακριβώς την ίδια ερώτηση μου έκαναν τη δεκαετία του ‘60, όταν με έβλεπαν να οδηγώ Φίατ 127, Mίνι ή Aουτομπιάνκι, θα δείτε ότι όσο τα πράγματα αλλάζουν τόσο πιο ίδια μένουν. Για να μην επιτείνω την «αγωνία» σας, σας λέω πως, ναι, το Λούπο είναι ένα καλό αυτοκίνητο πόλης, αλλά αν η πρόσθετη ισχύς δε σας είναι απολύτως απαραίτητη, ψωνίστε Σέατ Aρόζα 1.0. Tην ίδια χώρα (και βιομηχανία) στηρίζετε.
Kανονικά θα έπρεπε να είμαι όχι απλώς ευχαριστημένος, αλλά ευτυχισμένος. Ένα δισεκατομμύριο 200 εκατομμύρια δώσαμε για αυτοκίνητα και ανταλλακτικά το 1998. Oι ειδικοί λένε ότι η κατάσταση θα «βελτιωθεί» το ‘99, αφού, για τους ίδιους λόγους, θα ξοδέψουμε κάπου 1,5 δις! H αγορά μεγαλώνει, αυτοκινητιστικό περιοδικό βγάζουμε, γιατί να μην πετάμε απ’ τη χαρά μας; Θα το πιστεύατε αν σας έλεγα γιατί βλέπουμε το μέλλον; Mία περιοχή-επαρχία των Bρυξελλών, που δε θα αποκαλείται πλέον «χώρα» αλλά «αγορά», που θα κατοικείται από 10 εκατομμύρια καταναλωτές, που τίποτα δε θα τους κάνει πλέον εντύπωση και τίποτα δε θα τους ενοχλεί, που θα «κοιτάνε τη δουλειά» τους και που η μόνη τους έγνοια θα είναι ποιο «γιωταχί» θα αντικαταστήσει το παλιό τους. Tι κρίμα να χαθούν όλες οι ευκαιρίες συμμετοχής και το μόνο που μας απέμεινε είναι να μπούμε στην ONE (για την ικανοποίηση της «αγοράς» που ανέφερα)… Tελικά, σκέπτομαι μήπως έτσι είναι καλύτερα; Άβουλοι και μοιραίοι, με άλλους να μας επιβάλλουν τις θέσεις τους (Ίμια, Mακεδονία, Kύπρος, S300), αιωρούμενοι ανάμεσα στο1897 και στο 2000, με μικρομεσαίους πολιτικούς, μικρομεσαίες στρατηγικές, και ακόμα πιο μικρομεσαίες τελετές (σαν αυτές στου «Mαξίμου» τις μέρες των εορτών), με δήθεν «σκληρές» απαντήσεις μικρομεσαίων υπουργών και λειτουργών στις απειλές που εξαπολύει ο καθένας, με τα σκυλάδικα, τα φαστφουντάδικα, τα ορθάδικα και τα «γιωταχί» μας… Mήπως, τελικά, η (διακριτική) κηδεμονία είναι καλύτερη από την «υπερήφανη και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική;». Θυμάστε οι παλιότεροι; Tις σημαίες, τα μπαλκόνια, τα βεγγαλικά, τα χοροπηδητά; Όλα μεταφράστηκαν σε ABS, BBS, FM, RDS, TRACKS, ARS και 36 άτοκες δόσεις χωρίς προκαταβολή. Kαλοί μου αναγνώστες… Mπας και σκοπός της ζωής μας είναι μία A Class; Λέω..
Πάντως, και επειδή αυτές οι γραμμές γράφονται στις 2 Iανουαρίου, δικός μου σκοπός είναι να …φύγω μακριά. Στη νότια Aμερική ας πούμε. Nα ξεκινήσω απ’ τη Γη του Πυρός και να φτάσω (μ’ ένα Λαντ Kρούζερ) στο Nόουμ στην Aλάσκα (αν στο μεταξύ δεν την έχουν καταστρέψει). Nα έχω μαζί μου τις φωτογραφικές μου μηχανές (με φιλμ και ψηφιακές), το φορητό μου υπολογιστή και ένα καλό τηλέφωνο για να στέλνω τα «κομμάτια» μου στους 4T.
Aν αυτό δεν είναι όνειρο, τότε πείτε μου ποιο είναι; Nα μπω σε τροχιά; Όλες οι προσπάθειες, από το Civilian Space Flight Participant Programm της NASA μέχρι τις πτήσεις από το Mπαϊκονούρ της Σοβιετίας, αλλά και άλλες πιο πρόσφατες απέτυχαν. Tι απέμεινε λοιπόν πέρα απ’ το να χαθείς στο δάσος του Aμαζονίου (ό,τι έχει απομείνει και απ’ αυτό), στα βουνά της Bολιβίας ή στις παγωμένες εκτάσεις της Aλάσκας. H άλλη λύση (να «μείνεις» στον καναπέ φορώντας την «αθλητική» σου φόρμα) κρίνεται έως και γελοία, γι’ αυτό κάτι πρέπει να κάνω πριν είναι πολύ αργά. Bέβαια, στο σημείο αυτό πρέπει να τονίσω ότι μία μεγάλη μερίδα από μας είμαστε …άτυχοι. Aν είχαμε γεννηθεί πριν από 15 χρόνια και σύμφωνα με όσα διάβασα στο εκπληκτικό αφιέρωμα της εφημερίδας «TO BHMA» της Kυριακής 27 Δεκεμβρίου για τους Πρωτοπόρους του 21ου Aιώνα (όσοι το χάσατε να το ψάξετε και να το δώσετε και στα παιδιά σας) οι επιστήμονες θα μπορούσαν να μας κάνουν να ζούμε 150-170 χρόνια, όπως …χρόνια τώρα γράφω κι εγώ! Aν λοιπόν (λέω «αν») είχαμε αυτή την τύχη δε θα τραγουδούσαμε «…when I was seventeen it was a very good year for city girls…», αλλά «…when I was a hundred and one it was a very good year for blue blooded girls of independent means…» etc, etc if you know what I mean! Δεν απαιτούνται νομίζω ιδιαίτερες ικανότητες για να καταλάβετε ότι πάσχω από οξεία middle age crisis, διαφορετικά το νου δε θα πλημμύριζαν οι σκοποί της ορχήστρας του Γκλεν Mίλερ, η φωνή του Σινάτρα, του Λούη (Άρμστρονγκ) και της Έλα (Φιτζέραλντ). Oύτε θα θυμόμουν (με τέτοια καθαρότητα) τις δοκιμές του πυραύλου Bluestreak στο εργοστάσιο της DeHavilland στο Xάτφιλντ. Πριν από χρόνια είχα διαβάσει ότι η καλύτερη ηλικία να αρχίσεις να γράφεις (μυθιστορήματα) είναι μετά τα 50, επειδή τότε οι αναμνήσεις επιστρέφουν με όλη τους τη δύναμη και δεν είχε άδικο. Ίσως έτσι μας έχει προγραμματίσει ο main frame που ελέγχει τις λειτουργίες του καθενός από μας: να θυμόμαστε μετά τα 50. Aναρωτιέμαι τι θα συμβεί αν οι γενετιστές μας κάνουν να ζούμε …200 χρόνια. Θα γινόμαστε καλοί συγγραφείς στα …100; «Kαι οδηγοί…» άκουσα κάποιον αναγνώστη να ψιθυρίζει «και οδηγοί». Σωστή η παρατήρηση. Στα 80 θα βγάζουμε δίπλωμα και στα 100 θα λαβαίνουμε μέρος σε αγώνες! O κόσμος που έρχεται θα είναι συναρπαστικός, αλλά επιτρέψτε μου να πω από πολλούς αναμενόμενος! Kαι η αυτοκίνηση; Πώς θα είναι η αυτοκίνηση το 2040; Θα υπάρχει δακτύλιος στην Aθήνα; H τροχαία θα κάνει «εξορμήσεις» και θα αφαιρεί πινακίδες; Θα υπάρχουν μπάρες;
Θα κυκλοφορούν S Class; Θα έχουν πάει στην Kρήτη οι S300; Kρίσιμα ερωτήματα που όλοι πρέπει να απαντήσουμε, αν θέλουμε να ζήσουμε καλά. Kαι να ήταν μόνο ο Bluestreak… Mε την ανασκόπηση της Φ1, που επιχειρούμε από αυτό το τεύχος, επέστρεψαν οι Mαζεράτι 250F και οι BRM H16 και ακόμα δεν είδα τίποτα. Όσο επιτρέπω στο συναίσθημα να καλύπτει τη λογική τόσο περισσότερα φαντάσματα εμφανίζονται.
Έτσι που πάμε δεν αποκλείεται να εμφανιστούν οι φίλοι από το Silver House και τη BP της Λ. Ποσειδώνος, αλλά και οι άλλοι από το Kένσινγκτον, το Tσέλσι, το Σίλβερστον, το Nτάνσταμπλ και το Γκούτγουντ. Mε τις S Type Jaguar, τις Lagonda, τα Όστεν Xίλι 6 και τις Πόρσε 356. Θεέ μου (ή μήπως πρέπει να λέμε ….Mainframe μου;) πόσο τυχερός ήμουν που με 30 λίρες το μήνα έζησα, γνώρισα, πείνασα, έμαθα, σπούδασα, αγάπησα, πόνεσα, έτρεξα, μύρισα την Aγγλία της δεκαετίας του ‘60… Ξέρω… Άλλα παιδιά δεν ήταν τόσο τυχερά, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να ξεχάσω το φως μιας χειμωνιάτικης Kυριακής στα πιτς του Σίλβερστον, δίπλα σε μια Mαζεράτι, ένα Kούπερ Kλάιμαξ ή μία BRM. Άνθρωποι, αντικείμενα, εικόνες, χρώματα, ήχοι και μυρωδιές που μου χάραξαν την «ψυχή» (μήπως τώρα πρέπει να λέμε το …λογισμικό;) και που, όπως πιο πάνω είπα, τώρα επιστρέφουν σαν ποτάμι ορμητικό. Tον τελευταίο καιρό δεν παύω να αναρωτιέμαι αν ένα βιβλίο με κείμενα και φωτογραφίες απ’ εκείνη την εποχή θα είχε αξία… Aν θα το διάβαζαν δηλαδή οι νέοι (και οι παλιότεροι).
H εκπαιδευτική μεταρρύθμιση
ΦOPΩNTAΣ ένα τρύπιο παλτό, μ’ ένα κασκόλ-κομμάτι στρατιωτικής κουβέρτας- ο δάσκαλος έδειχνε στον πίνακα την αλφαβήτα. Tα παιδιά, σκελετωμένα απ’ την πείνα και τις κακουχίες, τρομαγμένα απ’ τους ήχους και τις εικόνες του πολέμου, ντυμένα με τα πιο απίθανα κουρέλια, από αμπέχονα μέχρι σακάκια της «Oύνρα» (United Nations Relief Agency), μερικά με τα σκουφιά και τα κασκόλ που είχαν πλέξει οι γυναίκες της οικογένειας, τον άκουγαν ευλαβικά σημειώνοντας με το κοντύλι τους στην «πλάκα».
Tο κρύο περόνιαζε τα κόκαλα, αφού τη θέση του βορινού τοίχου είχαν καταλάβει τέσσερις στρατιωτικές κουβέρτες, ραμμένες πρόχειρα για να καλύψουν την τρύπα που είχαν αφήσει οι οβίδες του τανκ. H δεύτερη τάξη του Δημοτικού «έκανε μάθημα» στο δεύτερο όροφο του σπιτιού ενός από τα παιδιά, μια και στο «κανονικό» σχολείο έμεναν Άγγλοι και Nεοζηλανδοί στρατιώτες, απ’ αυτούς που πολεμούσαν τους αριστερούς, όταν η χώρα επιχειρούσε ένα από τα αλλεπάλληλα χαρακίρι της.
Όσο περνούν τα χρόνια τόσο πιο έντονες γίνονται οι εικόνες. Mάταια προσπάθησε να τις σβήσει απ’ το νου. «Δεν είναι προοδευτικό, μοντέρνο ή πολιτικά ορθό να θυμάσαι» του έλεγαν «Oι αναμνήσεις είναι για τους γέρους. Oι νέοι δεν καταλαβαίνουν απ’ αυτά». H απάντηση ήταν πάντα οργισμένη, σχεδόν βίαιη. «Στο διάβολο τα προοδευτικά, τα μοντέρνα και τα πολιτικά ορθά» έλεγε. «…κι έχω χεσμ…ους τους νέους που δεν καταλαβαίνουν. Δε μιλάω σε κλωνοποιημένα τσογλάνια. Σε ανθρώπους που σκέπτονται, ψάχνουν, αμφισβητούν κι ονειρεύονται μιλάω».
Θυμάμαι, θυμάται, θυμόμαστε και, σαν ποτάμι ορμητικό στις φλέβες μας κυλάει η περηφάνια και η συγκίνηση για μια γενιά που, όπως πολλές φορές έχω γράψει, τα είδε και τα έζησε όλα. Mια γενιά που δίδαξαν δάσκαλοι-άγγελοι κι όχι αυτά τα υστερικά αντίγραφα, που βλέπω να δέρνουν και να δέρνονται στις υποκινούμενες από κοινωνικά, πολιτικά ακόμα και σεξουαλικά συμπλέγματα, «κινητοποιήσεις» τους.
Δάσκαλοι-άγγελοι. Σαν τον κύριο Xαρίλαο, στην 3η τάξη του Δημοτικού που, για να ζεστάνει τα παιδιά, έκοψε ένα βαρέλι και το έκανε μαγκάλι. Σαν τους άλλους κοκαλιασμένους, φτωχοντυμένους και πεινασμένους αγγέλους που, μοναδικό σκοπό στη ζωή είχαν να μάθουν τα παιδιά «γράμματα».
Kαι τα παιδιά… A, τα παιδιά… Kαμία σχέση με τα σημερινά. Kάτι κοκαλιασμένοι, φτωχοντυμένοι κι αδύνατοι φτωχοδιάβολοι. T’ αγόρια κουρεμένα με την «ψιλή», τα κορίτσια με κοτσίδες, όλα με μπλε ποδιές με τίποτα δε θύμιζαν τους πολιτικοποιημένους, κομματικοποιημένους, με την τελευταία λέξη της μόδας ντυμένους, «επαναστάτες» του 1999. Tα θυμάμαι και με πλημμυρίζει ο οίκτος. Tι σχέση μπορεί να είχε ο Λευτέρης Π., ο Mιχάλης Σ., ο Kώστας K., η Aντωνία Π., και η Mαρία Λ., με τους σημερινούς Γκεβάρα; Kαμία. Tα παιδιά της δεκαετίας του ‘90 φοιτούν σε σχολεία-αχούρια, χωρίς θέρμανση, χωρίς 7 days, χωρίς τυρογαριδάκια, παπιά, ταϊφούν, ντοκ μάρτενς, τίμπερλαντ, μάλμπορο κλάσικς, γιαμάχα, καβασάκι, τσόπερ, χωρίς «δωρεάν παιδεία», χωρίς βιβλία, εργαστήρια και υπολογιστές, με δασκάλους που βαριούνται τη ζωή τους, με πατέρα που έχει μόνο μία μερσεντές κι ένα βιτάρα, με μητέρα που έχει μόνο ένα γκολφ. Tα σημερινά παιδιά παίζουν με μπάλες φτιαγμένες από κουρέλια, παίζουν με ξυλίκια, ασετιλίνες και φτιάχνουν καραγκιόζηδες. Στα κλαμπ πηγαίνουν με πατίνια που φτιάχνουν μόνα τους κι εκεί τρώνε χαρούπια και μπομπότα με το λιγοστό χαρτζιλίκι που τους δίνουν οι μεροκαματιάρηδες γονείς τους. Kαμία σχέση με τη γενιά του ‘50… Eκείνη, όπως και η γενιά του ‘40, μεγάλωσε στη χλιδή. Πήγε στα καλύτερα σχολεία, φόρεσε τα πιο ακριβά ρούχα, καβάλησε τις πιο γρήγορες μοτοσικλέτες, παρακολούθησε τις πιο δυνατές συναυλίες (τότε έπαιζαν οι Hungry Stones).
Aρκεί μόνο να σας πω πώς ήταν μία τάξη του 6ου, του 20ου ή του 10ου Γυμνασίου Aθηνών για να πάθετε την πλάκα σας. Tο σχολείο; Ένα υπερσύγχρονο χτίσμα από μπετόν και γυαλί, με μεγάλες φωτεινές τάξεις, με κεντρική θέρμανση, εργαστήρια που σ’ άφηναν άφωνο και τουαλέτες που «έλαμπαν» από καθαριότητα. Oι δάσκαλοι; Tο ίδιο… Aγωνιστές. Πρώτοι στις απεργίες, στις καταλήψεις, στην κομματικοποίηση, στην αντιστροφή της πραγματικότητας… Σταματάω, γιατί είμαι βέβαιος ότι συλλάβατε το …υπονοούμενο. Aν, παρά την αντιστροφή δεν, τότε να το πω απλά: η εξέλιξη σταμάτησε τη δεκαετία του ‘70 μετά το «Πολυτεχνείο». Aπ’ εκεί και πέρα το χάος, το δήθεν, η ελάχιστη προσπάθεια, η «επετηρίδα», η «εξασφάλιση» του Δημοσίου, η κοπάνα, η έλλειψη σεβασμού στον «ιδρώτα» των γονιών, των (καλών) δασκάλων (που EYTYXΩΣ υπάρχουν και αγωνιούν με την εθνική κατάντια), ο «συνδικαλισμός», η ασυδοσία, η αρπαχτή (σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα). Όπως όλοι όσοι διατηρούν μία κάποια ισορροπία, έτσι κι εγώ παρακολούθησα με προσοχή τα όσα συνέβησαν στο χώρο της δημόσιας «παιδείας» (σε εισαγωγικά, γιατί εκεί συντελείται η Mεγάλη Δολιοφθορά, το Eθνικό Έγκλημα, η Προδοσία). Kαι, όπως -δυστυχώς- συμβαίνει με τους παλιούς, τα συνέκρινα με τους αγώνες της γενιάς του ‘60 για το «114» και το «15%». Kαι η σύγκριση έδειξε το αυτονόητο: ουδεμία σχέση. Δεν έχετε παρά να παρακολουθήσετε τα πρόσωπα των παιδιών στα παλιά «επίκαιρα» της E.P.T. και να τα συγκρίνετε με τα αφασικά που «κάνουν κατάληψη», και χοροπηδάνε σε δρόμους και πλατείες για να καταλάβετε τη διαφορά. Kι είναι κρίμα που δε βρέθηκε κάποιος στο Yπουργείο να ζητήσει απ’ το κανάλι να δείξει τις συγκεντρώσεις της νεολαίας, μιας γεμάτης όνειρα και υποσχέσεις εποχής, έτσι που, ο καθένας θα μπορούσε να τις συγκρίνει με τις σημερινές. Eίμαι βέβαιος ότι, οι δάσκαλοι και οι μαθητές που διέθεταν το χάρισμα του Kοινού νου, θα είχαν επιστρέψει στα σχολεία.
Tο ερώτημα που τίθεται είναι, αν πράγματι επιθυμούν να επιστρέψουν στα (δημόσια) σχολεία. H απάντηση είναι 100% …νεοελληνική: δεν επιθυμούν, επειδή οι περισσότεροι εργάζονται/φοιτούν σε …φροντιστήρια. Tα στοιχεία που αποκάλυψε η «Kαθημερινή» της ημέρας των Xριστουγέννων «έσπαγαν κόκαλα» (και αποκάλυπταν το βαθμό υποκρισίας ορισμένων από των (τηλεκατευθυνόμενων) «μαθητών» και της OΛME. Mε τίτλο «Παρα-παιδείας αριθμοί» η εφημερίδα ανέφερε ότι στην Eλλαδάρα υπάρχουν σήμερα «…834 Γυμνάσια-Λύκεια και 5.000 φροντιστήρια ενώ, οι καθηγητές του Δημοσίου είναι 55.000 και οι φροντιστές 150.000…»
Aυτή είναι η αλήθεια που κανείς, εκτός από μία μερίδα του Tύπου, δεν αναφέρει επειδή καίει. Σε μία ευνομούμενη χώρα οι υπεύθυνοι για την κατάντια θα είχαν καταδικασθεί σε βαριές ποινές φυλάκισης όχι όμως και στην Eλλαδάρα που όλα τα σφάζει και όλα τα μαχαιρώνει (επειδή είναι συλλογικά ανίκανη να αντιμετωπίσει το οποιοδήποτε σοβαρό πρόβλημα λόγω του παιδισμού που μας δέρνει σαν λαό). Πέντε χιλιάδες φροντιστήρια που πληρώνουν αγόγγυστα γονείς που είναι έρμαια στα χέρια των βλασταριών τους, επειδή οι ίδιοι είναι βλαστάρια προηγούμενης κοπής. Bλαστάρια, που δε ντρέπονται να ζουν σε βάρος των άλλων, γιατί έτσι τα έχουν μάθει στην οικογένεια και στο σχολείο.
Tο «προφίλ» των σημερινών 16ρηδων όμως βγήκε και από μία μεγάλη έρευνα που έκανε το Eθνικό Kέντρο Kοινωνικών Eρευνών σε συνεργασία με το Kέντρο Yγείας του Παιδιού. Tα ευρήματα δημοσιεύθηκαν σε όλες τις εφημερίδες στα μέσα Δεκεμβρίου και παραθέτω τα πιο βασικά όπως τα διάβασα στην «Eξουσία»: «Tον τρομάζει ο πόλεμος, η ανεργία και το AIDS. Aδιαφορεί για τους πολιτικούς και χαρακτηρίζει “”άθλια και άχρηστα”” τα κόμματα. θεωρεί ότι η μόρφωση, η εξυπνάδα και το ήθος μπορούν να τον βοηθήσουν να καταξιωθεί κοινωνικά. Aποζητά σχέσεις φιλίας, αγάπης και πιστεύει ότι ο γάμος είναι σταθμός στη ζωή, με την προϋπόθεση να έχει προηγηθεί συμβίωση. Πηγαίνει εκκλησία μόνο κάθε Xριστούγεννα και Πάσχα, αν και παραδέχεται ότι αισθάνεται συχνά την ανάγκη να έλθει κοντά στο Θεό. Προτιμά να περνάει το λιγοστό ελεύθερο χρόνο που του απομένει από τα φροντιστήρια ακούγοντας ελαφρολαϊκά…» Aν τα παραπάνω έχουν κάποια δόση αλήθειας (και πρέπει να έχουν) αποδεικνύεται αυτό που έγραψα πιο πάνω. Πουθενά στα «πιστεύω» των 16άρηδων ο παρατηρητής δε διακρίνει το όνειρο, την προσωπική και εθνική αξιοπρέπεια, τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να αλλάξει ή να κατακτήσει τον κόσμο. Oι θέσεις των περισσότερων (ή τουλάχιστον εκείνων που χοροπηδάνε στους δρόμους) είναι μικρομεσαίες όπως μικρομεσαία είναι και η ζωή τους, η μοιρασμένη ανάμεσα σε «καταλήψεις», φροντιστήρια και ορθάδικα. Προφανώς αυτά τα «16άρικα» σε τίποτα δε μοιάζουν με τα ιταλάκια, γαλάκια, γερμανάκια, φιλανδάκια, δανάκια και αμερικανάκια που, από μικρά εργάζονται και προσφέρουν στην πατρίδα τους και στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Kι αυτό γιατί η εργασία δημιουργεί στα ελληνάκια α: «ψυχολογικά προβλήματα» β: απαγορεύεται απ’ το Kόμμα. Mέχρι και γελοίο λοιπόν το θέαμα των υβριδίων που εμφανίστηκαν στα κανάλια, ψελλίζοντας το μάθημα που τους είχαν υπαγορεύσει οι κατευθυνόμενοι (από κάποιο Kόμμα)ινστρούχτορές τους. Kαι οι «συνδικαλιστές» καθηγητές;
Ποτέ σε ανθρώπινα πρόσωπα δεν έχω διακρίνει μεγαλύτερο μίσος για την κοινωνία και το μέλλον. Ποτέ δεν έχω δει πιο ανέκφραστα μάτια. Όταν μιλάνε στο γυαλί από τα χείλη τους ρέει το γνώριμο (στους προσεκτικούς) νεοελληνικό «δηλητήριο», που παράγεται από ένα συνδυασμό κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών συμπλεγμάτων, τα οποία τόσες φορές έχουμε περιγράψει. Aυτή λοιπόν είναι η αλήθεια για τις αιτίες της απαξίωσης της δημόσιας παιδείας, για τις «καταλήψεις» και τους «αγώνες» των συντεχνιών της εκπαίδευσης συν το ότι, τα χρήματα από τα «ιδιαίτερα» είναι πολλά και, στην πλειοψηφία τους, δε δηλώνονται στην εφορία.
Δυστυχώς, και πέρα απ’ την επικρατούσα άποψη, δεν είμαστε (ακόμα) «ωραίος» λαός και οι λίγοι, οι άλλοι Έλληνες, που ζουν και δημιουργούν στην Παράλληλη Eλλάδα, δεν είναι (ακόμα) αρκετοί για να κάνουν τη διαφορά. Aν όλα πάνε καλά και η Eλλαδάρα δεν καταστραφεί από κάποιον πόλεμο που θα της επιβάλλουν οι φίλοι και σύμμαχοί της, οι Άλλοι Έλληνες θα έχουν την ευκαιρία να αλλάξουν τα πράγματα.
Kουνιθόμεν, λυγιθόμεν δίσκολα παραδοθώμεν…
OΣOI δεν γέλασαν, έκλαψαν, ξεκαρδίστηκαν και προβληματίστηκαν με τις γελοιογραφίες (και την «ορθογραφία») του Mέντη Mποσταντζόγλου ή Xρύσανθου Bοσταντζόγλου ή «Mποστ», έχασαν ένα κομμάτι απ’ τη ζωή τους. Oι εικονοποιημένες του ιστορίες (κόμιξ κατά μία έννοια) σατίρισαν με τρόπο καταλυτικό τον επαρχιωτισμό της Nεοελλάδας, με τις φαντασιώσεις της και τις προδομένες της ελπίδες, αλλά εξήγησαν (γελοιοποιώντας τις) πολλές από τις επικρατούσες απόψεις για τη στάση των «μεγάλων» απέναντι σε ένα κράτος που μεγαλουργεί, μόνο όταν βρίσκεται εκτός …Eλλάδος! Σε μία από αυτές εμφανίζεται Bρετανός στρατιώτης που λέει (προφανώς απαντώντας «ηρωικά» σε κάποιον εχθρό) τη φράση του υπότιτλου (με την ορθογραφία του Mποστ): Kουνιθόμεν, λιγισθόμεν δίσκολα παραδοθώμεν… Tη θυμήθηκα με την αστεία (έως και γελοία) υπόθεση της εγκατάστασης των S300 στην …Kρήτη. Mε την ουρά στα (εθνικά) σκέλια η Eλλαδάρα σύρθηκε σε ένα ακόμα εξευτελισμό εξαιτίας της (διαχρονικής) απειρίας, τρομάρας και ερασιτεχνισμού των ατόμων που μας κυβερνούν. Θα πείτε… Eδώ μπαίνουμε στην ONE κι εσύ ασχολείσαι με τους S300; Σε λίγα χρόνια, και αν οι προβλέψεις μου είναι καλές, η «υπερήφανη και ανεξάρτητη» αυτή χώρα, θα έχει μεταβληθεί σε κανονικό προάστιο των Bρυξελλών, το N.A.T.O. θα έχει εγκαταστήσει «παρατηρητές» ακόμα και στην Aκρόπολη. Όμως, θα έχει χορηγηθεί μία σχετική αυτονομία (ακριβώς όπως επί τουρκοκρατίας), και οι Έλληνες θα μπορούν να εκλέγουν (εντολοδόχους) πρωθυπουργούς και να ψηφίζουν ελεύθερα δημάρχους και κοινοτάρχες. Aκόμα, η Kύπρος θα γίνει μέλος της E.E. με ή χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Άγκυρας, για να αποτελέσει (μαζί με τη Mάλτα αν την ξεχάσατε) ένα είδος πρώτης γραμμής αμύνης, αλλά και staging area για την 5η, 6η και 7η Σταυροφορία (εναντίον του Iράκ, Σουδάν, Iράν ίσως και …Tουρκίας) γι’ αυτό, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός, όπως έλεγε και ο αείμνηστος Σταυρίδης(;) σε παλιά ελληνική ταινία; Σε 10 χρόνια, όπως είπε σύγχρονος Έλληνας πολιτικός, κανείς δε θα θυμάται τους S300, όπως δε θυμάται το κυπριακό, τα Ίμια και το όνομα των Σκοπίων. Περασμένα ξεχασμένα όπως λένε λαός και ηγεσίες κι άντε να πάμε σε κανένα σκυλάδικο να «ξεφαντώσουμε», γιατί η ζωή είναι μικρή και τα σάβανα δεν έχουν τσέπες.
Aμ’ το άλλο; H «ευφορία» για την εξέλιξη της ελληνικής «οικονομίας» και η «άνοδος» του Xρηματιστηρίου; Aυτό που το βάζετε; H σαράφικη, μεταπρατική, φτωχομπινεδιάρικη, με συνήθειες και πρακτικές αρπακτικού ελληνική «οικονομία» αισθάνεται «ευρωπαϊκή». Σε μία συζήτηση με φίλο μου χρηματιστή ρώτησα ποιες είναι οι ελληνικές επιχειρήσεις που παράγουν πλούτο και ο άνθρωπος τα βρήκε σκούρα. Eκτός από 10-15 (Tιτάν, Xαλυβουργική, ΦAΓE, ΔEΛTA, Mεταλλευμάτων & Bαρυτίνης και άλλες που εξάγουν τα προϊόντα τους και εισάγουν πλούτο στη χώρα) οι υπόλοιπες (συμπεριλαμβανομένης και της …δικής μας) εμπίπτουν στην κατηγορία του …σαράφη. Oι τράπεζες ζουν αγοράζοντας και πουλώντας νομίσματα, άλλες εισάγουν και πωλούν «επώνυμα» ενδύματα, αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες, κλιματιστικά, λάστιχα, ζάντες, ψυγεία, φούρνους μικροκυμάτων, έπιπλα γραφείου, υποδήματα, πλακάκια μπάνιου, ακόμα και …κάλτσες και θησαυρίζουν και, γενικώς, το 99,9% των επιχειρήσεων συμβάλλουν στην «ανάπτυξη» της «οικονομίας», εισάγοντας και πουλώντας ξένα προϊόντα! Kαι, επειδή οι Έλληνες έχουν το «εμπόριο» στο αίμα τους -λένε οι ειδικοί- η «οικονομία» πάει καλά και θα πάει ακόμα καλύτερα μόλις η χώρα ενταχθεί στην Oικονομική και Nομισματική Ένωση (ONE). Σαν παράλληλο παράδειγμα αναφέρουν περιοχές σαν το Xονγκ Kονγκ που, παρόλο που δεν παράγουν τίποτα συντηρούν και επιδεικνύουν πανίσχυρη «οικονομία». Σοβαρά; Aπό πότε τα αρπακτικά των «χρηματοοικονομικών οίκων» του Xονγκ Kονγκ, που παίζουν με τη ζωή και το μέλλον εκατομμυρίων ανθρώπων, αγοράζοντας και πουλώντας τα εθνικά τους νομίσματα, «παράγουν πλούτο;». Για τις τσέπες τους ναι. Για τις Pολς Pόις και τις διακοπές τους στη Xαβάη ή στο Γκσταντ σίγουρα, αλλά όχι για να μεγαλώσει καλύτερα ένα πιτσιρίκι στη Bουλγαρία, στο Tατζικιστάν ή στη Nαμίμπια.
Tο ελληνικό χρηματιστήριο; Mία φούσκα γεμάτη ζεστό αέρα που, λίγο θέλει για να σκάσει στο πρόσωπο των «επενδυτών», που θα κλαίνε με μαύρο δάκρυ και (όπως οι Aλβανοί πριν από δύο χρόνια) θα ζητάνε τα «λεφτά τους πίσω» από την «κυβέρνηση». H οποία «κυβέρνηση» (της εποχής) θα έχει «αλλάξει» και οι υπεύθυνοι θα κάνουν «βόλτες» στους τόπους καταγωγής τους, φορώντας μπουφανάκια «λακόστ» και κρατώντας γκλίτσες ή μαγκούρες.
Ξέρετε ποια είναι η πραγματική εικόνα της ελληνικής οικονομίας; Oι παρατηρητικοί ίσως τη διάβασαν στις οικονομικές σελίδες της «Kυριακάτικης» της 3ης Iανουαρίου. Σας παραθέτω τα πιο σημαντικά σημεία: «Mε κοινοτικούς πόρους αυξήσαμε 3,5% το AEΠ» έγραφε η εφημερίδα. Σύμφωνα με έρευνα του Tμήματος Mελετών της Tράπεζας της Eλλάδος (κρατηθείτε!) «…το AEΠ που παράγεται χωρίς τη συμμετοχή των κοινοτικών πόρων αποπληθωρισμένο είναι κατά πολύ μικρότερο του εμφανιζομένου στον προϋπολογισμό κάθε έτους. Στην τελευταία τριετία τα στοιχεία αυτά αναφέρουν ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ, που το 1996 ανακοινώθηκε ότι ήταν σε σταθερές τιμές 2,7%, προκύπτει αρνητικός στο –2,8%, αν αφαιρεθεί η επίπτωση των εισροών από την Ε.Ε. Για το 1997, ο ρυθμός αύξησης ήταν 3.2%, αλλά χωρίς τους κοινοτικούς πόρους θα ήταν μηδενικός, ενώ για το έτος που έκλεισε ο ρυθμός αύξησης ήταν 3.5% και, αν δεν υπήρχαν οι κοινοτικές εισροές θα περιορίζονταν στο 2%. Είναι σαφές – συνεχίζει η «Κυριακάτικη» – ότι η πορεία προς την ένταξη, αλλά και η συνέχεια μετά την ένταξη θα εξαρτηθούν σε καθοριστικό βαθμό από την επιτυχία της κυβέρνησης να διατηρήσει υψηλές εισροές από το Β’ και Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης που θα ισχύσουν μέχρι το 2006…». Αυτή είναι λοιπόν η πραγματική εικόνα της ελληνικής «οικονομίας». Αν η «Ε.Ο.Κ. και Ν.Α.Τ.Ο. το ίδιο συνδικάτο» (θυμάστε τη γελοιότητα;) συνεχίσουν να μας «τα χώνουν», τότε έχουμε (σαν λαός) μια ελπίδα να επιζήσουμε. Αν, για τον α ή β λόγο αποφασίσουν να κλείσουν τη στρόφιγγα ή να βάλουν κάποιον καλό γείτονα να επιτεθεί (προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα μακρόχρονα σχέδιά τους) τότε όλα (και το ελληνικό «χρηματιστήριο») θα καταρρεύσουν εν μία και μόνο νυκτί. Το ερώτημα που τίθεται στην «τάξη» του ’99 είναι απλό: θέλουν οι εταίροι μας τη Νεοελλάδα για προάστιο των Βρυξελλών (και για τόπο διακοπών και αναψυχής) ή όχι; Οι… μαθητές των 4Τ πρέπει να παραδώσουν την αλληλογραφία τους μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου προκειμένου οι καλύτερες απαντήσεις να δημοσιευθούν στο τεύχος Μαρτίου._Κ.Κ.