Είχα ξεχάσει ότι υπάρχουν… Ξαπλωμένος ανάσκελα στην κατασκότεινη αμμουδιά τα χάζευα μαγεμένος απ’ την ομορφιά τους όπως οι άνθρωποι κάνουν (έκαναν;) τις τελευταίες πεντακόσιες χιλιάδες χρόνια.
Προσπάθησα να θυμηθώ πότε ήταν η τελευταία φορά που τα είχα κοιτάξει, πότε είχα απολαύσει αυτό το εξαίσιο θέαμα που προσφέρεται δωρεάν στους κατοίκους αυτού του πλανήτη.
Δισεκατομμύρια φωτεινά στίγματα στο μαύρο βελούδο τ’ ουράνιου θόλου, άστρα και πλανήτες, γαλαξίες και νεφελώματα, αστέρια ουδετερονίων και κόκκινοι γίγαντες, μαύρες τρύπες και ηλιακοί άνεμοι, κούαζαρς και δίπλα αστέρες, αστερισμοί, εικόνες για τις οποίες διάβασα και δεν μπορώ να δω άλλες που βλέπω και δεν ξέρω τι είναι…
Θυμάμαι παλιότερα πως καθόμαστε, παρέες ολόκληρες μικρών παιδιών, στις ταράτσες των σπιτιών και παρακολουθούσαμε τον ουρανό προσπαθώντας να μάθουμε τους αστερισμούς, να διακρίνουμε μ’ ένα ζευγάρι άθλια κιάλια τους κρατήρες του φεγγαριού, το χρώμα της Αφροδίτης, τα σύννεφα του Δία! Ποτέ δεν τα καταφέραμε βέβαια, όμως κοιτούσαμε τ’ άστρα τότε στον ουρανό της Αθήνας. Από μια εποχή και μετά ο ουρανός καλύφθηκε απ’ τα σύννεφα της σκόνης και του μονοξειδίου και τ’ άστρα χάθηκαν μέσα στη φωτορρύπανση από τις διαφημίσεις των ηλεκτρικών ψυγείων και των ασφαλιστικών εταιρειών.
Όμως εδώ στο νησί τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Ξεχωρίζουν ο Δίας κι ο Κρόνος, οι δυο Αρκούδες φαίνονται καθαρά, ο Κύκνος, τ’ άστρα Αλταίρ και Μιζάρ… Ονόματα σβησμένα απ’ το χρόνο ξανάρχονται τώρα στο νου σαν φάροι που αναβοσβήνουν στο παρελθόν, που μια τους βλέπεις, μια τους χάνεις. Προσπαθώ να συγκεντρωθώ κοιτώντας κάπου προς την κατεύθυνση του γαλαξία. Έτσι πιστεύω πως θα ‘ρθουν περισσότερες εικόνες απ’ το παρελθόν ιδιαίτερα μια που έχει γραφτεί με ανεξίτηλο φως στο νου μου. Ο φάρος αναβοσβήνει μια- δυο φορές, η μνήμη φωτίζεται και ξαναπέφτει στο σκοτάδι σα ν’ ανοιγοκλείνει μια πόρτα στο παρελθόν…
Κι εκεί στην έρημη ακρογιαλιά, στις τρεις η ώρα το πρωί η πόρτα ανοίγει διάπλατα και το κοσμικό φως γεμίζει το κέντρο της όρασης.
Θυμάμαι!
Μια νύχτα του φθινοπώρου να ‘χω κολλημένο το μάτι μου στο προσοφθάλμιο του τηλεσκοπίου του Αστεροσκοπείου Αθηνών στην Πνύκα και να χαζεύω συγκλονισμένος ένα μικρό τμήμα του φεγγαριού!
Μάταια με τραβούσε ο πατέρας μου κι ο έρημος ο διευθυντής του αστεροσκοπείου καθηγητής της Αστρονομίας τότε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, μάταια παρακαλούσε κι αυτός «έλα τώρα μικρέ μου, φύγε απ’ το σωλήνα…».
Το μάτι είχε γίνει ένα με το μέταλλο και το φακό, η φαντασία μου ταξίδευε στις πεδιάδες και τις πλαγιές των κρατήρων πολύ πριν ο Νηλ Άρμστρονγκ πατήσει το πόδι του στο δορυφόρο της Γης…
Ξαναγύρισα στην ακρογιαλιά και τα μάτια μου εστίασαν και πάλι στο λαμπρό πέπλο. Ίσως από ‘κει να προέρχονται όλα. Αυτή η αγάπη και το ενδιαφέρον για το Διάστημα και το Celestron των 8 ιντσών που στέκει πάνω στο τρίποδό του στη βεράντα του σπιτιού περιμένοντας μια νύχτα –που ποτέ δεν έρχεται- που θα μπορέσω να καθίσω μέχρι το πρωί για να δω με τα ίδια μου τα μάτια τον Μ- 51 και τον Μ- 57 που μοιάζει με ζαφειρένιο δαχτυλίδι ή τον NGC – 6543 που θυμίζει μάτι γάτας, η τον 7293 που πρέπει να ‘ναι απομεινάρι μιας παλιάς σουπερνόβα.
Λίγους μήνες πριν είχα γράψει κάτι για ένα μη επανδρωμένο σκάφος, τον Παϊονήρ 10 και το απίστευτο ταξίδι του στον κοσμικό χώρο. Δυο- τρεις αναγνώστες, έχοντας ίσως απηυδήσει με τις πυρκαγιές, έγραψαν εκφράζοντας τη χαρά τους που η στήλη ασχολήθηκε μ’ ένα τόσο «άχρηστο» πράγμα. Μια λοιπόν και βρισκόμαστε στον ίδιο χώρο κι έχοντας εξαντλήσει στ’ αλήθεια τα προεκλογικά μας προγράμματα, νομίζω πως αξίζει να σας πω πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή η περίεργη αυτή ανθρωπομηχανή. Στο κάτω- κάτω, αν δεν έχει σημασία για σας μπορεί να ‘χει για τα παιδιά σας… Στις 26 Ιουλίου λοιπόν ο Παϊονήρ 10 πέρασε το ασημένιο ορόσημο των 25 αστρονομικών μονάδων (1ΑΜ = η απόσταση από τη Γη στον Ήλιο, 93 εκατομμύρια μίλια) συνεχίζοντας το ταξίδι του στο διαστημικό χώρο. Με τις κεραίες του στραμμένες πάντα προς τη Γη, που απ’ αυτή την απόσταση δεν είναι παρά ένα μικρό λαμπρό σημαδάκι 2,3 μοίρες μακριά από ένα άλλο λαμπρό σημάδι που λέγεται Ήλιος, το σκάφος ταξιδεύει στο χάος ανάμεσα στις τροχιές του Ουρανού και του Ποσειδώνα. Οι πομποί του σκάφους λειτουργούν ακόμα αντλώντας την ενέργειά τους απ’ τον Ήλιο, παρ’ όλη την τεράστια απόσταση που χωρίζει το μικρό σκάφος απ’ το τεράστιο άστρο.
Έκπληκτοι οι ερευνητές ανακαλύπτουν ότι ο «ηλιακός άνεμος» φτάνει μέχρι εκεί με ταχύτητα ένα εκατομμύριο μίλια την ώρα, σχηματίζοντας ένα τεράστιο μαγνητικό πεδίο που έχει το σχήμα μιας σταγόνας. Το σχήμα αυτό, λένε τα όργανα του σκάφους, σχηματίστηκε από την «αεροδυναμική» αντίσταση απ’ την κίνηση του ηλιακού συστήματος μέσα στο διαστρικό περιβάλλον που περιέχει κάποια μόρια αερίων.
Η «σταγόνα» αυτή, που εκτείνεται πέρα απ’ την τροχιά του Πλούτωνα, μοιάζει ν’ «αναπνέει» μεγαλώνοντας και μικραίνοντας, ακολουθώντας ένα 11ετή κύκλο.
Ο Παϊονήρ 10 θα διασταυρωθεί με την τροχιά του Πλούτωνα τον Οκτώβρη 1986 σε απόσταση 40 Α.Μ. Αν όλα τα συστήματα λειτουργούν ακόμα, η Γη θ’ ακούει τα σήματα του άψυχου απεσταλμένου της απ’ το ραδιοτηλεσκόπιο του Αρεσίμπο στο Πόρτο- Ρίκο. Μετά, οι πομποί θα σιγήσουν αλλά δεν αποκλείεται να ξανάρθουν στη ζωή αν το σκάφος περάσει κοντά σε κάποιον ήλιο εκεί προς τον αστερισμό του Ταύρου και του Ελ Ναθ που κατευθύνεται αλλά ποτέ δε θα φτάσει!
Όταν, μετά από εκατομμύρια χρόνια, το σκάφος φτάσει εκεί, οι αστερισμοί θα έχουν κινηθεί σ’ άλλους χώρους του απείρου.
Σηκώθηκα απ’ την άμμο και με βήματα αργά κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο του Σαββατοκύριακου.
Ξάπλωσα αργά στο κρεβάτι, έκλεισα τα μάτια κι ευχήθηκα το ταξίδι που άρχισε μια φθινοπωρινή βραδιά του 1950 στο αστεροσκοπείο της Αθήνας ποτέ να μην πάρει τέλος… Έξω, η Ελλάδα καιγόταν απ’ άκρη σ’ άκρη.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΒΑΘΑΣ