Η
ιστορία που ακολουθεί έχει ξαναγραφτή
στα «Ε». Την επαναλαμβάνω σε συντομία
για να προσθέσω τις νεότερες εξελίξεις,
οι οποίες μαζί με την ιστορία μου, θα
σας γεμίσουν ελπίδας για τον όμορφο
αυτό τόπο.
Πριν από δύο περίπου χρόνια, ευγενικός κύριος από το υπουργείο Μεταφορών με κάλεσε να λάβω μέρος στις εργασίες μιας Επιτροπής η οποία– όπως με πληροφόρησε- θα συνέτασσε το σχέδιο του Νόμου για τις εξετάσεις των υποψηφίων οδηγών και τις προϋποθέσεις για τη λειτουργία των σχολών οδηγήσεως. Θυμάμαι ότι δεν λιποθύμησα και δεν έπεσα στο πάτωμα γιατί καθόμουν στην καρέκλα μου. Τέτοια ήταν η (αδικαιολόγητη, όπως αποδείχτηκε) συγκίνησή μου που μετά από 12 χρόνια στο ειδικό ρεπορτάζ του αυτοκινήτου κάποιος σκέφθηκε να ζητήση την, έστω και μικρή, βοήθειά μου.
«Μπράβο» είπα στον εαυτό μου «κάτι άλλαξε σ’ αυτή τη χώρα».
Και πήγα…
Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής γίνονταν δύο φορές την εβδομάδα: μια στον 6ο όροφο του υπουργείου και μια στα γραφεία της ΕΛΠΑ, σε ώρες «σκληρές» (στις 4 το απόγευμα, τον Αύγουστο!).
Παρ’ όλα αυτά, όμως, αποφασισμένος όπως ήμουν και γεμάτος ενθουσιασμό, τις παρακολούθησα. Για πέντε ή έξι φορές…
Μετά σταμάτησα να πηγαίνω, αφού ανακάλυψα ότι: 1. μιλούσα εντελώς διαφορετική γλώσσα από τους περισσότερους των συνέδρων και περισσότερο από τον πρόεδρο της Επιτροπής κ. Ζώρα, 2. έλεγα πράγματα «που δεν γίνονται στην Ελλάδα», 3. ήμουν «ενθουσιώδης νεαρός» 4. μάλλον δεν γνώριζα και πολλά πράγματα από αυτοκίνητα.
Από μακριά παρακολούθησα τις εργασίες της Επιτροπής και κάποτε έμαθα ότι το έργο της είχε ολοκληρωθή και είχε παραδοθή «προς υπογραφήν» στον κ. Υπουργό.
Πάλι χάρηκα.
Κάτι είναι κι αυτό, σκέφθηκα…
Πέρασε ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ… Και κάποια ημέρα ρώτησα τον πληροφοριοδότη μου- συνάδελφο Ηλία Σπορίδη που ήταν μέλος της Επιτροπής που ήμουν κι εγώ αλλά και μέλος της επιτροπής συντάξεως του νέου Κ.Ο.Κ. που δεν ήμουν- τι γίνεται μ’ αυτά τα δύο νομοσχέδια.
«Όσα ξέρεις, ξέρω», απάντησε.
Αν δεν κάνω λάθος, πέρασαν άλλοι έξι μήνες και πάλι χτύπησε το τηλέφωνο.
Αυτή τη φορά ήταν άλλος κύριος που μου ζητούσε, εκ μέρους του κ. Υπουργού, να παρευρεθώ σε δύο συσκέψεις προκειμένου να ξανασυζητηθή το σχέδιο Νόμου για τις εξετάσεις των υποψηφίων οδηγών, τον κανονισμό λειτουργίας των σχολών οδηγών και τις προϋποθέσεις που έπρεπε να ικανοποιούν εκείνοι που θέλουν να γίνουν εκπαιδευταί υποψηφίων οδηγών.
Πήγα.
Και, «ενθουσιώδης» όπως είμαι, αποφάσισα να πω δυο πράγματα που πίστευα σωστά για τελευταία φορά. «Αν τα εγκρίνουν, έχει καλώς» είπα στον εαυτό μου «αν όχι τέρμα οι επιτροπές».
Πρότεινα λοιπόν: α) Τη δημιουργία Σχολών για τους υποψηφίους εκπαιδευτές οδηγών αυτοκινήτων (επειδή πιστεύω, και είμαι πρόθυμος να το αποδείξω, ότι πολλοί από αυτούς δεν γνωρίζουν να οδηγούν) και β) την καθιέρωση αυστηρότατων εξετάσεων για τους υποψήφιους οδηγούς μήπως κα παρατηρηθή κάποια κάμψη στον αριθμό των ΔΟΛΟΦΟΝΙΩΝ που γίνονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα.
Έφυγα μένοντας με την εντύπωση ότι οι προτάσεις έγιναν δεκτές…
Παράλληλα, ο συνάδελφος που ήταν στην επιτροπή του Κ.Ο.Κ. έφυγε (από την επιτροπή του Κ.Ο.Κ.) πιστεύοντας ότι και η υπόθεση Κ.Ο.Κ. (με τα αναμφισβήτητα ελαττώματά της) είχε κι αυτή λήξει.
Σφάλαμε.
Οικτρά.
Το μεν πρώτο Νομοσχέδιο θα βρίσκεται σε κάποιο συρτάρι κάποιου αρμοδίου, το δε δεύτερο θα υφίσταται πιέσεις. Ακόμα, κάποια επιτροπή που «θα αναλάμβανε τη σύνταξη των απαραιτήτων για την εφαρμογή του νέου Κ.Ο.Κ. προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων» δεν «συνήλθε» μέχρι την περασμένη εβδομάδα, αλλά «συνήλθε» κάποια άλλη Γνωμοδοτική Επιτροπή, στην οποία ο κ. Υπουργός τοποθέτησε τρεις υπαλλήλους του Υπουργείου και έβαλε για πρόεδρό της τον πρόεδρο της επιτροπής συντάξεως του Κ.Ο.Κ. (και «δικό μου» πρόεδρο στην άλλη επιτροπή).
Γράφει η «Ελευθεροτυπία» της 16.9.1977.
«… Το τελευταίο αυτό γεγονός (Σ.Σ. της τοποθετήσεως άλλης επιτροπής) δημιουργεί εύλογες ανησυχίες γιατί όλα δείχνουν πως κάποιες αόρατες δυνάμεις επιδιώκουν την αναβολή της εφαρμογής ή τουλάχιστο το «κουτσούρεμα» του καινούργιου Κώδικα… »