“Πρακτικά, μεταξύ του κόσμου της Πολιτικής και του κόσμου της Οικονομίας, δεν μεσολαβεί ούτε καν ένα λεπτό φύλο χαρτιού. Οι σύγχρονες τάσεις, με την πρωτοβουλία των μονοπωλιακών υπερεπιχειρήσεων, φαίνεται να μας οδηγούν στην επαναφορά της φεουδαρχίας. Αυτό σημαίνει ότι, δίπλα από τις τυπικές δομές, δίπλα δηλαδή από τα δημοκρατικά εκλεγμένα κοινοβούλια, η «άτυπη», η σκιώδης καλύτερα εξουσία, κερδίζει ξανά ειδικό βάρος – με συνεχώς αυξανόμενους ρυθμούς.
Οι εκλεκτοί της άτυπης εξουσίας τώρα, οι αυτοαποκαλούμενοι βέβαια εκλεκτοί, οι οποίοι κυβερνούν τον κόσμο εκ των άνω, κρύβονται όλο και περισσότερο από τους υπόλοιπους» – σε λέσχες με κρυφά, αυστηρώς εμπιστευτικά θέματα συζητήσεων, καθώς επίσης πίσω από τις «εκλεγμένες» κυβερνήσεις“.
Σύμφωνα με τον K.Popper, τα χρήματα, αυτά καθαυτά, δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα. Γίνονται όμως επικίνδυνα, εάν μπορούν να αγοράσουν δύναμη – είτε άμεσα, είτε έμμεσα, είτε με την υποδούλωση των οικονομικά αδύναμων, οι οποίοι αναγκάζονται να «πουλήσουν» τον εαυτό τους για να ζήσουν. Οι σημερινές συνθήκες της εντυπωσιακής τρομοκρατίας του «πλήθους», με «αιτία» τον κίνδυνο χρεοκοπίας των κρατών, μάλλον τεκμηριώνει τα μέγιστα την τεράστια «ισχύ» των χρημάτων – εάν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Περαιτέρω, η Πολιτεία είναι σε θέση, μέσω του νόμου (Κράτος Δικαίου), να εγγυηθεί την ίση (δίκαιη) αντιμετώπιση όλων των Πολιτών της, καθώς επίσης ότι, ο καθένας που θέλει να εργασθεί, θα μπορεί να κερδίσει τα μέσα συντήρησης του. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος, για τον οποίο δεν θα ήταν κάτι τέτοιο εφικτό.
Από αυτήν την πλευρά, η «πολιτική δύναμη» αποτελεί το κλειδί της προστασίας μας, απέναντι στις προσπάθειες της οικονομικής μας υποδούλωσης. Επομένως, η λύση των προβλημάτων μας είναι η πολιτική δύναμη και ο έλεγχος της – αφού κανένας δεν επιθυμεί την απόλυτη κυριαρχία της οικονομικής δύναμης. Εάν χρειασθεί λοιπόν, η οικονομική δύναμη οφείλει να καταπολεμηθεί, έτσι ώστε να τεθεί κάτω από τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας.
Κατ’ επέκταση, το κεντρικό πρόβλημα των ανθρωπίνων κοινωνιών είναι ο έλεγχος της πολιτικής εξουσίας, η οποία είναι η μόνη που μπορεί να ελέγξει την οικονομική δύναμη. Από τη στιγμή λοιπόν που θα καταφέρουμε να βρούμε τις μεθόδους ελέγχου της πολιτικής δύναμης, όλα τα υπόλοιπα προβλήματα της κοινωνικής ζωής είναι πολύ πιο εύκολο να επιλυθούν. Τότε, δεν θα υπάρχει πλέον λόγος να κατηγορούμε κανέναν άλλο – ούτε να «κραυγάζουμε» εναντίον των κακών οικονομικών διαβόλων, οι οποίοι δρουν στο «παραπέτασμα».
Σε μία Δημοκρατία λοιπόν, οι ελεύθεροι Πολίτες είναι αυτοί, οι οποίοι κρατούν τα κλειδιά, για τον έλεγχο των «διαβόλων» – επομένως, οι Πολίτες είναι αυτοί που έχουν τη δυνατότητα να τους «δαμάσουν». Οφείλουν όμως να συνειδητοποιούν την τεράστια αυτή δύναμη τους, καθώς επίσης να χρησιμοποιούν σωστά τα «κλειδιά» που έχουν στη διάθεση τους.
Ο καλύτερος δυνατός τρόπος «χρήσης» των κλειδιών, είναι η επιμονή των Πολιτών στη διαμόρφωση θεσμών – συγκεκριμένων «πλαισίων» δηλαδή, σε σχέση με τη λειτουργία και τον έλεγχο της Πολιτείας. Οι θεσμοί αυτοί θα ελέγχουν δημοκρατικά την Πολιτική, υποχρεώνοντας την ταυτόχρονα να ελέγχει την οικονομική δύναμη – με στόχο την προστασία όλων από την οικονομική ή λοιπή «εκμετάλλευση».
Εν τούτοις, δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι, κάθε δύναμη είναι επικίνδυνη – επομένως, τόσο η οικονομική, όσο και η πολιτική. Υπάρχει λοιπόν μία δεδομένη απειλή, στην περίπτωση που επιλέγουμε την αύξηση της ισχύος της Πολιτικής, με στόχο τον έλεγχο της οικονομικής εξουσίας. Η προστασία μας τότε δεν είναι άλλη από τον καθορισμό του χαρακτήρα της Πολιτικής ο οποίος, όπως έχουμε ήδη τονίσει, πρέπει να είναι θεσμικός και όχι προσωπικός. Δηλαδή, δεν πρέπει να ψηφίζουμε με κριτήριο τα κόμματα ή τα πρόσωπα, αλλά με βάση τα προγράμματα διακυβέρνησης – τα οποία οφείλουν να αριστοποιούν διαρκώς τα πλαίσια λειτουργίας της κοινωνίας και του κράτους μας, προς όφελος του συνόλου των Πολιτών του.
Συνεχίζοντας, εάν επιλέξουμε τη «διεύρυνση» της εξουσίας της Πολιτικής, με στόχο την προστασία της ελευθερίας μας από την οικονομική εξουσία, θα πρέπει να σκεφθούμε ότι είναι δυνατόν κάποτε, αυτές οι διευρυμένες «πολιτικές» εξουσίες, να περιέλθουν στα χέρια λάθος προσώπων – οπότε θα πρέπει να λάβουμε έγκαιρα, σωστά μέτρα αντιμετώπισης τέτοιων κινδύνων. Η πιθανότητα αυτή τεκμηριώνει επίσης την άρνηση μας, να εμπιστευόμαστε την ηγεσία ενός κράτους σε κάποιους «εκλεκτούς» (Πλάτωνας) – επειδή κανένας δεν μας εγγυάται ούτε την «ποιότητα», ούτε τη διάρκεια ή τη συνέχεια αυτής της εξουσίας.
Ολοκληρώνοντας, επειδή θεωρείται ότι, η κρατική δύναμη, η πρωτοκαθεδρία της Πολιτικής δηλαδή, πρέπει να παραμείνει για πάντα ένα επικίνδυνο αλλά αναγκαίο κακό, αφού είναι η μοναδική «Αρχή», η οποία ελέγχεται από τους «Αρχόμενους», από τους Πολίτες και την ψήφο τους δηλαδή, οφείλουν να ενισχύονται συνεχώς οι δημοκρατικοί θεσμοί μας – ενώ δεν πρέπει ποτέ να «χαλαρώνουμε» την επαγρύπνηση μας, αφού οι αυξημένες δικαιοδοσίες στο κράτος, για «παρεμβατικό σχεδιασμό» της κοινωνικής ζωής, απειλούν τα μέγιστα την «ορισμένη», την οροθετημένη δηλαδή ελευθερία μας.
Προφανώς, αναφερόμαστε σε μία ελευθερία ενός επίσης θεσμικά καθορισμένου βαθμού – επειδή η ελευθερία αυτοκαταστρέφεται, εάν είναι απεριόριστη. Εάν όμως αυτοκαταστραφεί ή χαθεί η ελευθερία, τα πάντα είναι χαμένα – αφού μόνο η ελευθερία μπορεί να κάνει την ασφάλεια ασφαλή. Όταν δε επιλέγεται η υπερβολική ασφάλεια εις βάρος της ελευθερίας, όπως δυστυχώς συμβαίνει για παράδειγμα σε κάποιο βαθμό στη Γερμανία, ο κίνδυνος της επικράτησης ολοκληρωτικών καθεστώτων είναι σχεδόν αναπόφευκτος.
Όπως γράφει ο Russell, «Η οικονομική δύναμη μέσα στο κράτος, αν και σε τελευταία ανάλυση πηγάζει από το νόμο και την κοινή γνώμη, αποκτά εύκολα μία ορισμένη ανεξαρτησία. Μπορεί να επηρεάσει το νόμο με τη διαφθορά και την κοινή γνώμη με την προπαγάνδα. Μπορεί να θέσει τους πολιτικούς κάτω από υποχρεώσεις που παρεμβαίνουν ανασταλτικά στην ελευθερία τους. Μπορεί να απειλήσει ότι θα προκαλέσει οικονομική κρίση».
Η Πολιτική λοιπόν, αφού αποτελεί τη μοναδική ελπίδα διατήρησης της ελευθερίας μας, πρέπει να ελέγχεται συνεχώς, έτσι ώστε να μην είναι εφικτή η «υποδούλωση» της από την οικονομική εξουσία. Εν τούτοις, όπως διαπιστώνεται σήμερα διεθνώς, τόσο ο έλεγχος, όσο και η πραγματική εξουσία της, υπολείπονται κατά πολύ του επιθυμητού. Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι αποδέχονται, παραδόξως σχεδόν εθελούσια, μειώσεις αμοιβών, περιορισμό των κεκτημένων δικαιωμάτων τους (συντάξεις, επιδόματα ανεργίας κλπ), καθώς επίσης αυξήσεις του χρόνου απασχόλησης τους και τόσα πολλά άλλα, τα οποία θα ήταν αδιανόητα στο παρελθόν – προφανώς «υπό το κράτος» της αδράνειας και του φόβου για το μέλλον τους.
Επομένως, δεν φαίνεται δυστυχώς να επαγρυπνούν, ενεργητικά και άφοβα, οι Πολίτες – ούτε ίσως να συνειδητοποιούν ότι, τόσο οι σημερινοί πόλεμοι, όσο και η κατάληψη της εξουσίας από ξένους, δεν προϋποθέτει αναγκαστικά τη χρήση όπλων (ενώ οι οικονομικές κρίσεις είναι δυνατόν να προκληθούν σκόπιμα, με στόχο την ιδιωτικοποίηση των κρατών). Πόσο μάλλον όταν ο έλεγχος της παγκόσμιας πληροφορίας (ειδήσεις, δημοσιογραφικές αναλύσεις κλπ), όπως και η οικονομική δύναμη, συγκεντρώνονται διαρκώς σε λιγότερους «ανθρώπους» – αυξάνοντας σε υπερβολικό, σε ανεξέλεγκτο καλύτερα βαθμό τη δύναμη τους.
Ολοκληρώνοντας, μόνο εάν παραλύσει ο μηχανισμός που συντηρεί αυτό το σύστημα, το σύστημα θα καταρρεύσει. Ο μηχανισμός όμως αυτός δεν παραλύει μόνο με συγκεντρώσεις και με πορείες. Εμείς οι ίδιοι τον συντηρούμε: με το να πληρώνουμε αυτά που μας επιβάλλει, με το να πηγαίνουμε υπάκουα στη δουλειά μας, με το να μη φέρνουμε αντιρρήσεις, με το να φοβόμαστε τον ίσκιο μας και με το να μην βλέπουμε τίποτα άλλο, πέρα απ’ την μίζερη ζωούλα μας και τον μικρόκοσμό μας.
Για να το πω απλά, εάν παραλύσουμε τον μηχανισμό που παράγει χρήματα και διεφθαρμένα κόμματα ή πολιτικούς, τότε αυτό το σαθρό σύστημα θα καταρρεύσει – αφού αυτό εξαρτάται από εμάς και όχι εμείς από αυτό.
Σε αυτή τη θέση βέβαια ο κλασικός αντίλογος των υπερασπιστών της υποτέλειας είναι ότι, θα κυριαρχήσει το χάος και η αναρχία. Όμως, είναι αδιαμφισβήτητο πλέον ότι ζούμε «κατ’ επίφαση εν τάξει» – εκτός εάν «τάξη» θεωρείται να μην ξέρεις τι φόρους θα σου επιβάλλουν την επόμενη εβδομάδα, αν θα έχεις δουλειά αύριο ή όχι, αν θα μπορείς να πληρώσεις φάρμακα, αν πρέπει να μεταναστεύσεις για να επιβιώσεις, αν τα νοσοκομεία θα έχουν γάζες, αν τα σχολεία θα συνεχίσουν να λειτουργούν και αν τα παιδιά σου θα έχουν το δικαίωμα να ονειρεύονται.
Ίσως πρέπει λοιπόν να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας – όχι όμως για να την παραδώσουμε ξανά σε κάποιον άλλον…….
Αθήνα, 03. Μαΐου 2012
http://www.facebook.com/viliardos
6 Comments
Στο δια ταύτα όμως, τι σημαίνει πολιτικώς και κοινωνικώς ότι “πρέπει λοιπόν να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας – όχι όμως για να την παραδώσουμε ξανά σε κάποιον άλλον” ? Πρόκειται για συγκεκριμένη ιδεολογία με καθορισμένο τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας.
Venus project μήπως ?
Είχα γράψει αρκετά για το Zeitgeist Movement πριν σχεδόν 2,5 χρόνια. Σαν ιδέα είναι πολύ καλή αλλά, φοβάμαι πως δεν έχει ελπίδες. Ο πληθυσμός της Γης έφτασε τα 7 δισεκατομμύρια που είναι …πολύς κόσμος ακόμα και για τους πιο αγνούς ουμανιστές. Πως θα συννενοηθούν οι πεινασμένες μάζες με τους ιδιοκτήτες των μπέντλει και των κάντιλακ; Οι τελευταίοι θα προτιμήσουν να μας βομβαρδίσουν (με ατομικά όπλα) παρά να χάσουν τα προνόμια τους.
Μετά το βομβαρδισμό, πόσα χρόνια θα χρειαστούν για να καθαρίσει η ραδιενέργεια και να απολαύσουν πλέον μόνοι τους τον κόσμο? Αν είχαν βρει έναν τρόπο να την καθαρίζουν γρήγορα, δε θα το είχαν κάνει ως τώρα?
Θα βομβαρδίσουν με “έξυπνες” βόμβες που θα σκοτώνουν μόνο …τριτοκλασάτους και όχι ευλογημένους (απ’ τον θεό) λαούς
Ενδεχομένως αγαπητοί να μας βάλουν να σκοτωθούμε μεταξύ μας, με σφεντόνες και ακόντια. Αυτοί απλώς θα παρακολουθούν καλώς προστατευμένοι και θα μετρούν τα θύματα. Οσο για τους ευλογημένους λαούς έχουν ήδη προνοήσει για την μετεγκατάσταση τους, άλλωστε δεν είναι και πολλοί.