Το θυμάστε οι μεγαλύτεροι; Το τραγουδάκι του Δημοτικού στα πέτρινα χρόνια; Ξανάρχεται στον νου κάθε φορά που προσπαθώ να επισκεφθώ κάποιον που μένει, από μοίρα ή επιλογή, στα βασίλεια Παλαιού και Νέου Ψυχικού, Φιλοθέης, Χαλανδρίου και Παπάγου. Το σκέπτομαι και πολλές φορές το λέω φωναχτά όχι από… ζήλια (όπως ορισμένοι υπαινίχθησαν όταν διάβασαν παλαιότερο άρθρο) αλλά γεμάτος απόγνωση και θυμό για το όργιο των παρανομιών που συμβαίνει σε αυτές τις περιοχές. Προφανώς επειδή κανείς (ούτε ο ΥΠΕΧΩΔΕ) δεν μπορεί να τους θίξει, οι τοπικοί «άρχοντες» έχουν επιδοθεί σε ένα όργιο κυκλοφοριακών «ρυθμίσεων» που, όπως από αυτή εδώ τη στήλη αλλά και από το κύριο άρθρο του «Βήματος» έχει επισημανθεί, αποκλειστικό σκοπό έχουν να αποκλείσουν το πέρασμα των αυτοκινήτων της πλέμπας από την επικράτειά τους. Η δικαιολογία γνωστή. Οι «άρχοντες» και αυτοί που τους υποστηρίζουν (οικογένειες ανώτερης κοινωνικής τάξης, που διαθέτουν τουλάχιστον τέσσερα επιβατικά αυτοκίνητα ή τζιπ και τρία δίκυκλα η καθεμία) δεν το κάνουν για «τον εαυτό τους» αλλά για «την υγεία τωνπαιδιών τους». Το αποτέλεσμα της προκλητικά ανεξέλεγκτης δράσης τους είναι ότι έχουν κάνει τα «βασίλειά» τους όχι μόνο απροσπέλαστα στους κοινούς θνητούς, αλλά αληθινά μαρτύρια για τον ξένο που κάνει το λάθος να επισκεφθεί κάποιον που μένει εκεί. Οπως έχουμε πει, μια πέρα για πέρα παράνομη, κοινωνικά ανάλγητη και ετσιθελική σειρά «μέτρων» έχει μονοπεζοδρομήσει, αποκλείσει (με μαρμάρινα και σιδερένια κολονάκια και χαμηλούς τοίχους) τα προάστια, με αποτέλεσμα η μόνη κυκλοφορία να είναι εκείνη των αυτοκινήτων των μονίμων κατοίκων. Αν ο ξένος, ο άνθρωπος που επί 1 ώρα και 40 λεπτά έρπει στον λαμαρινόδρομο της Κηφισιάς, θελήσει να διασχίσει τα βασίλεια και τις κομητείες μαύρο φίδι που τον έφαγε. Οι βασανιστές που «μελέτησαν» τις «ρυθμίσεις» έχουν φροντίσει να βγει από τον λαβύρινθο με τα νεύρα σπασμένα και την πίεση στο 18. Το γεγονός ότι μερικές δεκάδες μέτρα πιο πέρα, στο «ποτάμι» της Κηφισιάς, εκατοντάδες χιλιάδες κινητήρες που δουλεύουν με «πρώτη» και «δευτέρα» εκλύουν χιλιάδες τόνους δηλητηρίων στην ατμόσφαιρα ελάχιστα τους απασχολεί, διότι προφανώς με αυτόν τον τρόπο δεν κινδυνεύει η υγεία των δικών τους παιδιών αλλά των άλλων. Θα περίμενε κανείς ότι οι ενέργειες των νεοσατραπίσκων θα προκαλούσαν το ενδιαφέρον της κεντρικής διοίκησης, αλλά μάταια. Στις εν λόγω κομητείες και σε άλλες που τις μιμούνται, πάσχοντας από το σύνδρομο της μαντάμ Σουσού, κατοικεί το «ανφάν γκατέ» της μεταπρατικής νεοελληνικής κοινωνίας. Οποιος έχει «πετύχει» οικονομικά (άρα και κοινωνικά) φροντίζει να μετακομίσει σε ένα από τα «βασίλεια» αγοράζοντας για τον εαυτό του και για την οικογένειά του αυτό που δεν μπορούν να αγοράσουν οι κάτοικοι, ας πούμε, του Κορυδαλλού, της Καλλιθέας, του Νέου Κόσμου και δεκάδων άλλων συνοικιών της Αθήνας όπου μένουν άτομα και οικογένειες… κατώτερης κοινωνικοοικονομικής τάξης: την ησυχία τους. Η συμμετοχή στη σιωπηλή συνωμοσία αρχίζει από τη στιγμή που κάποιος εγκαθίσταται, πάλι ας πούμε, στην οδό Αζαλέας 14. Τον πρώτο μήνα δεν πιστεύει ότι μένει στην Αθήνα, με τόσα πουλιά να κελαηδούν στον κήπο του και τόσο χώρο να παρκάρει το Ρέιντζ Ρόβερ ή τη Μερτσέντες του. Τον δεύτερο αισθάνεται κάποιες τύψεις για τα παιδιά ενός κατώτερου θεού που είναι ακόμη «κολλημένα» στην Κηφισιάς, αλλά τον τρίτο οι αναστολές έχουν κάνει φτερά και αυτό γιατί προσεκλήθη στους απέναντι για «ένα ντρινκ». Σε λίγο καιρό βλέπουμε να αναπτύσσεται ένα είδος κοινωνικής «αλληλεγγύης» που δένει όλο και περισσότερο τους κατοίκους μιας «ανώτερης» περιοχής. Αν κάποιος προσπαθήσει να κάνει επί τόπου στροφή, επειδή μπλοκαρίστηκε θανάσιμα στους μονοπεζοδρόμους τους, βγαίνουν στα μπαλκόνια και τον βρίζουν με τα χειρότερα λόγια ή καλούν την αστυνομία για να ελέγξει αν είναι… τρομοκράτης (όπως στην περίπτωση του υπογράφοντος). Τα χρόνια περνούν και επειδή κανείς δεν είναι σε θέση να τους ελέγξει, τα «γκέτο» όχι μόνο μεγαλώνουν αλλά (πάντα με πρόσχημα «την υγεία των παιδιών») δημιουργούνται νέα, σε συνοικίες όπου μέχρι πρότινος οι νοικοκυρές πετούσαν τις σκουπιδοσακούλες τους από τον τρίτο όροφο της πολυκατοικίας στον δρόμο. Το αποτέλεσμα της έξυπνα (;) συγκαλυμμένης «πολιτικής» του διαχωρισμού των κοινωνικών τάξεων είναι αυτό που καθημερινά βιώνουν 4 εκατομμύρια κάτοικοι του λεκανοπεδίου της Αττικής: λίγες, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, αρτηρίες και 200 συνοικίες (έχετε προσπαθήσει να πάτε και να φύγετε από τα… Νέα Λιόσια;) να δέχονται όλο τον κυκλοφοριακό φόρτο της μεγαλούπολης και οι κομητείες που αναφέραμε να μην καταλαβαίνουν «Χριστό». Για μία ακόμη φορά λοιπόν ο υπογράφων πρέπει να εκφράσει τα συγχαρητήριά του προς άρχοντες και (τυχερούς) κατοίκους, αν και όπως έχει διαπιστώσει το μέτρο δεν έχει χαθεί από όλους: υπάρχουν πολλοί κάτοικοι των εν λόγω προαστίων που αισθάνονται πολύ, μα πολύ άσχημα για την κοινωνική γκετοποίηση και, σε πείσμα του Ρέιντζ Ρόβερ τους, θέλουν να κάνουν κάτι γι’ αυτό.