Δημοσιευμένο στη στήλη μου “CyberView” στις 05.01.2000
Δεν είναι λίγες φορές που, από αυτήν εδώ τη στήλη, αλλά και από τα κείμενα μου στο περιοδικό 4ΤΡΟΧΟΙ και στις εφημερίδες που είχα την τύχη να εργαστώ, αναφέρομαι στα έργα και στις ημέρες των «άλλων Ελλήνων» με αποτέλεσμα, να δέχομαι τις επιθέσεις κάποιων που θεωρούν ότι θίγονται
«Τι είναι αυτό που κάνει κάποιους να ξεχωρίζουν απ’ τους άλλους» λένε. Μια-δυο φορές μάλιστα χρησιμοποίησαν την «εξυπναδίστικη» ειρωνεία του «ποιος είσαι εσύ ρε που μας πεις…» κλπ, κλπ.
Στην επαγγελματική μου ζωή έμαθα να μη σηκώνω ποτέ το δάχτυλο στον αναγνώστη. Να πω τη γνώμη μου, να επισημάνω ένα γεγονός, να χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα για να πω ότι, ίσως, έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα ναι, το έχω κάνει πολλές φορές μια και πιστεύω ότι αυτή είναι η αποστολή του δημοσιογράφου
Βλέποντας τη ταινία του Κώστα Καπάκα “Peppermint” σκέφθηκα πως, όχι μόνο υπάρχουν «άλλοι Έλληνες», αλλά είναι πλέον τόσοι πολλοί ώστε να αισθάνομαι πως πράγματι κάτι έχει αρχίσει ν’ αλλάζει στην Ελλάδα. Η δουλειά του διακρίνεται από ευαισθησία, ευγένεια, σεβασμό στην ιστορία και στους ανθρώπους και μία επαγγελματική επάρκεια που κάνει πολλά βαρύγδουπα ονόματα του ελληνικού (και ευρωπαϊκού) κινηματογράφου να «κοκκινίσουν» απ’ το …κακό τους
Το Peppermint είναι ένα αληθινό ποίημα χωρίς όμως συναισθηματικές υπερβολές, χωρίς το θορυβώδες «χιούμορ» άλλων ελληνικών ταινιών που είδα πρόσφατα (π.χ. Safe Sex), και το κυριότερο χωρίς τους αργόσυρτους, «εγκεφαλικούς» ρυθμούς ορισμένων ταινιών του Θ. Αγγελόπουλου
Βέβαια, σαν γνήσιο παιδί της δεκαετίας του 60 είχα περισσότερους από ένα λόγους να «δεθώ» με την ταινία του Καπάκα. Το γεγονός και μόνο ότι ο μικρός Καρούζος πέρασε τα παιδικά του χρόνια φτιάχνοντας μοντέλα αεροπλάνων και αερόστατα θερμού αέρα ήταν αρκετό για να γίνω …λιώμα, αλλά η ταινία δεν μου άρεσε μόνο γι’ αυτό. Το Peppermint με συγκίνησε γιατί αναπαράστησε πιστά μία εποχή που τα παιδιά είχαν ακόμα ενδιαφέροντα, που ερευνούσαν και έψαχναν και, το κυριότερο, χρησιμοποιούσαν τα χέρια τους για να φτιάξουν πράγματα. Θα μπορούσα να γράψω ένα ολόκληρο βιβλίο γι’ αυτή την εποχή, αλλά για τις ανάγκες αυτού του σύντομου σημειώματος, περιορίζομαι σε μία προτροπή; δείτε τη ταινία. Αν είσαστε από 45 και πάνω θα γελάσετε, θα δακρύσετε, θα θυμηθείτε, θα νοσταλγήσετε, θα ταξιδέψετε στα χρόνια της αθωότητας. Αν είσαστε μέχρι 20 θα δείτε πως μεγάλωσαν, αγάπησαν, μορφώθηκαν και, γιατί όχι έφυγαν απ’ τη ζωή οι παλιοί. Να είσαι καλά Κώστα Καπάκα και να αισθάνεσαι περήφανος για τη δουλειά σου που είναι, όπως είπα και στην αρχή, δουλειά ενός «άλλου Έλληνα»._Κ.Κ.
One comment
Δεκαετία του ’60.
Η δεκαετία των παιδικών μας ονείρων.
Τρία χρόνια στη σειρά ο πατέρας μου μου κουβαλούσε για Χριστουγεννιάτικο δώρο και το έργο ενός συγγραφέα, που την επόμενη χρονιά έπαιρνε και το Νόμπελ της λογοτεχνίας.
Ευτυχώς, στο “χρηματιστήριο” των πνευματικών αξιών δεν υπάρχει η εσωτερική πληροφόρηση.
Γιώργος Σεφέρης 1963 (Ποιήματα). Τον γνώρισα, παιδί 13 ετών, ένα χρόνο αργότερα στη Θεσσαλονικη σε μια ομιλία του για τον Όμηρο και τον Δάντη.
Jean – Paul Sartre 1964 (Καταστάσεις). Τον γνώρισα τέσσερα χρόνια αργότερα στο Παρίσι και από τότε δεν τον αποχωρίστηκα ποτέ.
Μιχαήλ Σόλοχοφ 1965 (Ήρεμος Ντον). Δεν τον συνάντησα ποτέ.
Από εκείνα τα χρόνια μιας άλλης Ελλάδας μεταφέρω λίγα λόγια του Σεφέρη, από την ανακοίνωση του Βραβείου Νόμπελ (Οκτώβριος 1963) και από την ομιλία του κατά την απονομή του Βραβείου στη Σουηδική Ακαδημία (Δεκέμβριος 1963):
“… Διαλέγοντας έναν Έλληνα ποιητή για το βραβείο Νομπέλ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ό,τι ζωντανό από τη μακριά παράδοση της. Νομίζω, ακόμη, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση – κάθε λαού – και το ελληνικό πνεύμα…”
“… Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν»…”
Λίγα χρόνια μετά η Ελλάδα διέπραξε το σύνδρομο της Ύβρεως, ξεπερνώντας το μέτρο, για να φτάσουμε στη σημερινή μέρα, που το μέτρο κατάντησε σαν τον μολύβδινο Λέσβιο κανόνα, που “προς το σχήμα του λίθου μετακινείται και ου μένει ο κανών, ούτω και τα ψηφίσματα προς τα πράγματα” (Αριστοτέλης: Ηθικά Νικομάχεια).