HΤΑΝ
μια όχι και τόσο παλιά εποχή, που οι
κινητήρες των αυτοκινήτων δε διέφεραν
πολύ. Tέσσερις κύλινδροι, ένας εκκεντροφόρος
στο πλάι, ωστήρες που ζύγιζαν μισό…
κιλό και βαλβίδες που μπορούσες να
φτιάξεις στο εργαστήριο, αρκεί να
διέθετες ελάχιστες γνώσεις και να
«έπιαναν τα χέρια σου». Εκείνος που
παρακολουθούσε τις εξελίξεις έπρεπε
να ψάξει πολύ για να βρει έναν κινητήρα
που θα τον συγκινούσε με τη σχεδίαση,
την απόδοση και -γιατί όχι;- την αισθητική
του. Οι μόνοι χώροι όπου ένας νέος της
δεκαετίας του ’60 μπορούσε να δει από
κοντά καλούς ή και αγωνιστικούς κινητήρες
ήταν οι εκκινήσεις των παλιών Pάλι
Ακρόπολις και τα γκαράζ κάποιων,
οικονομικά ισχυρών, Aθηναίων. Θυμάμαι
τα «ευρήματα» της παρέας της οδού
Φωτομάρα, στη συνοικία του Νέου Κόσμου:
Alfa Romeo Zagato και Bugatti στην Κηφισιά, Jaguar XK
και Healey 6 στο Κολωνάκι, Aston Martin BB6 στην
Ακρόπολη, Dussenberg στην Τατοΐου (υπάρχουν
ακόμα, αλλά δε γνωρίζω πού). Δύσκολα
χρόνια, γεμάτα σχέδια για το μέλλον.
Έτσι ήταν οι (περισσότεροι) νέοι την
παλιά, «καλή» εποχή. Μεγάλωναν σε σπίτια
χωρίς τηλεόραση, χωρίς Game Boy, Nokia και
Ericsson. Η διαφορετικότητα περιοριζόταν
στα Levis, στα αμπέχονα και στις στρατιωτικές
μπότες απ’ την «αμερικανική αγορά»,
στο Μοναστηράκι, και στην τρέλα που
κουβαλούσε η κάθε «φυλή» της Αθήνας. H
φυλή του Νέου Κόσμου είχε ψώνιο με τον
πετροπόλεμο, εκείνη στο Κουκάκι, με τα
μοτοποδήλατα, στον Άγιο Δημήτριο, με
τα… όπλα (η περιοχή ήταν «χωράφι» του
ΕΛΑΣ στον Εμφύλιο), η δική μας, με τις
σφαίρες και το μπαρούτι που έβγαζε απ’
τις οβίδες και το χάζεμα των αυτοκινήτων
και μοτοσικλετών στις αντιπροσωπείες
της Συγγρού. Αυτή ήταν η «αρχή» των 4Τ,
της ΠTHΣHΣ, αλλά και του HXOY, αφού μια από
τις πλέον προσφιλείς ενασχολήσεις ήταν
η ακρόαση έργων κλασικής μουσικής κάθε
Κυριακή πρωί από το ραδιόφωνο της
οικογένειας Δημητρίου Καββαθά (ένα
Tesla με κοκάλινα κουμπιά). Πώς προέκυψε
το ενδιαφέρον για τον Μπετόβεν; Όπως
όλα. Ένας από εμάς «ανακάλυψε» τους
κλασικούς και υποχρέωσε τους άλλους σε
ακρόαση! Κουφά πράγματα, που όμως μας
έδωσαν, όπως έλεγαν οι μεγάλοι, τις
«βάσεις» για να καταλαβαίνουμε
περισσότερα.
Όταν δε χαζεύαμε τις URAL και τα DKW, τα Ford και τα Austin, συγκεντρωνόμαστε σε μια αυλή, βγάζαμε τα βλήματα από τις οβίδες που βρίσκαμε στα χωράφια και μαζεύαμε την πυρίτιδα, για να τη χρησιμοποιήσουμε στην… ανατίναξη βράχων. Άγρια πράγματα που θα έκαναν μια politically correct μητέρα των ημερών μας να κάνει χαρακίρι καθώς ψωνίζει τα Prada της στο Κολωνάκι. Όχι πως οι μανάδες του ’50 και του ’60 δε νοιάζονταν για τα παιδιά τους. Νοιάζονταν, και μάλιστα πιο πολύ από τη συντριπτική πλειονότητα των σημερινών κλωσών, αλλά επειδή όλη την ημέρα έτρεχαν σαν τις «άδικες κατάρες» για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην (και για να αποφύγουν τις σφαίρες), δεν είχαν χρόνο να ψωνίζουν Nokia 7008 στους κανακάρηδές τους.
Πεινούσε τότε ο κόσμος. Όχι εκείνοι που τα είχαν πάει καλά με τους κατακτητές και τους νικητές του Eμφυλίου, αλλά οι άλλοι, που καταστράφηκαν, άφησαν την τελευταία τους πνοή στην Αλβανία και στο Γράμμο. Oι οικογένειες που αντιστάθηκαν στους ναζί και τους φασίστες και μετά τους έβαλαν να πολεμούν μεταξύ τους, πιόνια σ’ ένα από τα πιο βρόμικα παιχνίδια στην Iστορία (κάποια στιγμή, η ΝΕΤ πρέπει να προβάλει το ντοκιμαντέρ του Channel Four «Απ’ τη δικτατορία του Μεταξά στην δικτατορία του Παπαδόπουλου», για να καταλάβετε το βρόμικο ρόλο των «μεγάλων δυνάμεων» στον Εμφύλιο). Βέβαια, για να πω και «του στραβού το δίκιο», έστω και βρόμικος, απέτρεψε την πιθανότητα η Ελλάδα να περάσει στο στρατόπεδο του «υπαρχτού», με ηγέτες τύπου Τσαουσέσκου, Xόνεκερ και Χότζα! Τις φλέβες μας θα κόβαμε όλοι, ακόμα και η κυρία Αλέκα!
Το πέρασμα των χρόνων και η «ασθένεια» της νοσταλγίας επηρεάζουν την κρίση. Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά έχω την εντύπωση ότι αυτή η γενιά ξεκίνησε και -κατά τα φαινόμενα- θα γράψει και το τέλος της Iστορίας στην Ελλάδα. Όσο και αν προσπαθώ, δε βρίσκω νέους που να διαθέτουν πάθος γι’ αυτό που κάνουν ή θέλουν να κάνουν, με τις εξαιρέσεις μόνο να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Λένε ότι τα παιδιά δε μεγαλώνουν πια στο δρόμο. Κλεισμένα στα διαμερίσματα ή «προστατευμένα» από γονείς-κλώσες, δεν επιτρέπεται να κάνουν ούτε βήμα χωρίς την έγκριση της… ανώτατης αρχής. Μη το σκυλί, όχι το «μηχανάκι», μακριά απ’ το βουνό, όχι στις καταδύσεις, και τα παιδιά (των «καλών» οικογενειών) μεγαλώνουν σε γυάλες. Τα άλλα, ακολουθούν δύο δρόμους. Τα μισά τα καταφέρνουν (ακριβώς επειδή μεγαλώνουν δύσκολα), τα άλλα καταστρέφονται (κλοπές, εμπόριο ναρκωτικών, face control και λοιπά «επαγγέλματα» που ευδοκιμούν σε λαούς που ξέχασαν την Iστορία και τη γλώσσα). Αν δε με πιστεύετε, ανοίξτε ένα απ’ τα glossy έντυπα και θα διαπιστώσετε ότι τιμώμενα πρόσωπα είναι οι «φατσοελεγκτές»!
Συνεχίζω με τις διαφορές, ελπίζοντας ότι θα έρθει η μέρα που θα ξαναδώ παιδιά να κάνουν… car spotting! Τότε ήταν ένα Healey στην Πατριάρχου Ιωακείμ, μία Bugatti στην Κηφισιά, ένα «αγωνιστικό» DKW 1000 στο Νέο Κόσμο, ένα Saab Monte Carlo στο Πάντειο. Με τα πόδια ή με το λεωφορείο, πηγαίναμε για να θαυμάσουμε τα αντικείμενα του πόθου. Τα θυμάμαι και είναι κάτι ανάμεσα σε «Cinema Paradiso», «Milena» και «Sorpasso». Αν ήμουν Τορνατόρε, θα έκανα μια ταινία για τις διαφορές ανάμεσα στη χυδαιότητα της τηλεοπτικής χαβούζας των νεότερων χρόνων και στα παιδιά εκείνης της εποχής.
Αναρωτιέμαι αν οι σημερινοί νέοι θυμούνται με την ίδια νοσταλγία τα Audi Le Mans, τα Focus RS, τα Impreza WRC και τα κάθε λογής καταπληκτικά αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στις ημέρες μας. Όχι σταματημένα στα κλαμπ που «διασκεδάζει» και επιδεικνύεται η νεοελληνική μπουρζουαζία, αλλά στις πίστες και στις ειδικές διαδρομές με τις στροφές των κινητήρων και την αδρεναλίνη στο κόκκινο.
Καθώς φαίνεται, επειδή θα φύγω απ’ τη ζωή μ’ αυτό το παράπονο, επιτρέψτε μου να σας πω πως εκείνα τα χρόνια τα περισσότερα αυτοκίνητα είχαν αναρτήσεις με φύλλα… σούστας (όπως τα κάρα!), οι κινητήρες έπαιρναν το μίγμα από πρωτόγονα καρμπιρατέρ και τα εσωτερικά (τα σαλόνια, όπως έχει επικρατήσει να λέγονται) ήταν αληθινοί λαιμητόμοι! Όποιος είχε την ατυχία να τρακάρει μ’ ένα Morris Marina, ένα Ford Cortina ή ένα Chrysler Horizon ήταν τελειωμένος, αφού η απουσία ζωνών ασφαλείας, αερόσακων και τμημάτων που υποχωρούν προοδευτικά κατά την πρόσκρουση εξασφάλιζε το θάνατο. Μια από τις αιτίες που η Ελλάδα και η Πορτογαλία κατείχαν (η πρώτη ακόμα το κατέχει) το παγκόσμιο ρεκόρ θανάτων και τραυματισμών σε αυτοκινητιστικά δυστυχήματα ήταν (και είναι) η ποιότητα του στόλου, τμήμα του οποίου μπορείτε να δείτε σήμερα να οδηγούν οι οικονομικοί μετανάστες και οι «στρατιώτες» της ρωσικής μαφίας.
Αν μπορούσα να ζήσω… 250 χρόνια, θα έγραφα ένα βιβλίο με την πρόοδο που έχει συντελεστεί στον τομέα της αυτοκίνησης. Ίσως διαβάσατε (στο τεύχος Ιανουαρίου 2004) μερικές από τις πραγματικά θαυμάσιες τεχνολογικές λύσεις που συναντάμε στα σύγχρονα αυτοκίνητα, έστω και αν οι περισσότεροι (κι εγώ!) δεν προσέχουμε τα καταπληκτικά ηλεκτρονικά συστήματα που υπάρχουν ακόμα και στα μικρομεσαία «γιωταχί». Ξεκινώντας απ’ το ABS και τα «θεϊκά» συστήματα τετρακίνησης και καταλήγοντας στον έλεγχο της πρόσφυσης, του σπιναρίσματος (και όχι σπινια-) και, βέβαια, στα μέσα διαχείρισης της λειτουργίας των κινητήρων, η εικόνα, όχι απλώς άλλαξε, αλλά πέρασε σε άλλο σύμπαν!
Όταν οι νοσταλγοί αναφέρονται στην «παλιά, καλή εποχή», οι νέοι αναρωτιώνται αν πράγματι υπήρξε. Και βέβαια υπήρξε, αλλά σε δύο τομείς: στους αγώνες και στους ανοιχτούς δρόμους. Η σύγκριση ανάμεσα στο θλιβερό θέαμα που παρουσιάζει ένας αγώνας του «πρωταθλήματος» στο σιρκουί των Μεγάρων ή των Σερρών με έναν της δεκαετίας του ’60 στην Κέρκυρα, στη Ρόδο και στο Τατόι κλίνει συντριπτικά υπέρ της… νοσταλγίας. Τους παλιούς αγώνες παρακολουθούσαν 30.000 θεατές, τους σύγχρονους (μετά βίας) τριάντα!
Γιατί; Για δύο λόγους. α. Eπειδή η παιδεία, με την κατάντια της, αντί για άτομα με απορίες, παράγει αναίσθητα και απρόσωπα βλίτα που δεν είναι ικανά να καταλάβουν ακόμα και τις απλούστερες λέξεις της ελληνικής γλώσσας και β. διότι η πλειονότητα των πολιτικών που κυβέρνησαν τη χώρα διακρινόταν από ανοργασμική, κρυόκωλη και μικροαστική νοοτροπία. Άτομα που πάνε στα «χιόνια» φορώντας κοστούμι, γραβάτα και σκαρπίνια αισθάνονται φόβο και δέος όταν τους μιλάς για πίστες και αγώνες. Δε θα ξεχάσω τα μούτρα των υπουργών κυβερνήσεων της δεξιάς, αλλά και τα μουστάκια των συντρόφων των «σοσιαλιστικών» γκουβέρνων, όταν τους μιλούσα για την ανάγκη κατασκευής «πίστας στην Ελλάδα». Με αντιμετώπιζαν λες και τους ζητούσα να κάνουμε… σεξ!
Δείτε το γελοίον του πράγματος. Μόλις χώνεψαν το γεγονός ότι η Τουρκία κατασκευάζει πίστα προδιαγραφών Formula 1 κοντά στην Κωνσταντινούπολη και το 2005 πρόκειται να οργανώσει αγώνα του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος και ότι η Σαουδική Αραβία προχωρεί στην κατασκευή της δική της, ανάστησαν την υπόθεση του αυτοκινητοδρομίου στον Ορχομενό που είχε «εγκαινιάσει» πριν από δώδεκα χρόνια ο… Κώστας Μητσοτάκης! Είναι ή δεν είναι να γελάει κανείς με τα καμώματα των διάφορων σωτήρων, εκσυγχρονιστών, φιλελευθέρων και «σοσιαλιστών»;
Είπα ότι η παλιά εποχή ήταν καλή στους δρόμους, ιδιαίτερα στους επαρχιακούς. Μπορεί η διαδρομή για τους Δελφούς να μην είχε τέσσερις λωρίδες, μπαριέρες και «ευρωπαϊκές» πινακίδες, αλλά λίγο απείχε απ’ το παραμύθι. Ελάχιστη κίνηση, χωριά γεμάτα χαμογελαστά πρόσωπα, άνθρωποι στα χωράφια (και όχι σε καφετέριες), σπίτια χτισμένα με μεράκι και αγάπη (και όχι με αλουμίνια, ελενίτ και τσιμεντόλιθους). Οι συνεχείς στροφές έκαναν τους οικογενειάρχες να τους αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι, αφού πίσω από κάθε (στροφή) περίμενε μια έκπληξη, αναγκάζοντάς σε να οδηγείς στα 10/10 και να απολαμβάνεις την οδήγηση σαν ποίημα.
Το κατέβασμα στην Ιτέα και η θέα του φιδωτού, στενού και άκρως επικίνδυνου δρόμου είναι ακόμα χαραγμένα στο νου. Ξαναπέρασα τελευταία με τη «γριούλα» μου, την Integrale, που ήταν και το μοναδικό αυτοκίνητο μέχρι να φτάσω στην Ιτέα, όπου η παραίσθηση έσκασε με κρότο. Τι εγωισμός! Να λέω ότι κατεβαίνω ένα βουνό και να νομίζω ότι κάτι κάνω! Τίποτα δεν κάνω. Απλώς αρπάζομαι απ’ τα χρόνια της αθωότητας και νομίζω ότι εκτελώ… το καθήκον μου. Σε μια χώρα «ασυστόλων και πεσμένων κώλων, καταστροφέων ονείρων και προοπτικών», ακόμα και να γράφεις (όπως τώρα) για τα «χόμπι» σου είναι έγκλημα. Ως δημοσιογράφος και εκδότης, θα «εδικαιούμην διά να ομιλώ» μόνο αν στην Ελλάδα υπήρχαν άνθρωποι σαν τον Giuseppe Lancia, τον Giovanni και τον Ernesto Ceirano ή τους Giovanni Agnelli, Nicola Romeo, Enzo Ferrari, Colin Chapman, Jack Brabham και Carlo Abarth. Όμως, ποτέ δεν υπήρξαν εφευρέτες και δημιουργοί. Και οι λίγοι που τόλμησαν να τα βάλουν με την κρατική «μηχανή» και τις πουλημένες, κομματικοποιημένες και συνδικαλισμένες παραφυάδες της έχασαν τις περιουσίες τους και κατέληξαν στη φυλακή. Οι μόνες «προσπάθειες» που επέζησαν ήταν κάτι στημένες δουλειές για συναρμολόγηση αυτοκινήτων που έσκασαν σαν μπαλόνια όταν το λάδωμα δυσκόλεψε λόγω ΕΟΚ. Μέσα σε μια νύχτα, οι «επενδυτές» μεταβλήθηκαν σε εισαγωγείς, στηρίζοντας παθιασμένα τις οικονομίες των χωρών του λεγόμενου «υπαρχτού σοσιαλισμού». Οι Έλληνες αγόραζαν τα αυτοκίνητα που έφτιαχναν οι Μπρέζνιεφ, Γιαρουζέλσκι και Χόνεκερ. Από Lada και Polski μέχρι IFA, Wartburg, ακόμα και… Trabant! Tα οδηγούσα και αναρωτιόμουν ποιος έχει καταραστεί την Ελλάδα – λες και δεν ήξερα. Μια ζωή αιθεροβάμων όμως, πίστευα –και ακόμα πιστεύω- ότι κάτι θ’ αλλάξει, και πράγματι άλλαξε! Τα cinema paradisο εξαφανίστηκαν και η χώρα γέμισε Village και Multiplex (ετοιμάζονται να φύγουν και ίσως γλιτώσουμε απ’ την κιτσαρία!).
Πόσο άδικη είναι, όμως, η ζωή… Τώρα που τα δέντρα της αυτοκίνησης άνθισαν (Focus RS, Impreza, Audi Le Mans και Nuvolari, αλλά και Nissan X-Trail, Range Rover και Toyota Land Cruiser) και ο κόσμος γέμισε ωραία SUV, ασφαλή και γρήγορα αυτοκίνητα, η χώρα πλημμύρισε σπιούνους, καταγραφικές κάμερες, και ο νόμος σε αντιμετωπίζει σαν… τρομοκράτη, αν αμφισβητήσεις τα ηλίθια όρια και τις βλακώδεις εντολές για την «αντιμετώπιση της τρομοκρατίας». Χίλιες φορές το έχω γράψει και θα το γράψω ακόμα μία για να το εμπεδώσετε: αν πρέπει να επιλέξω να ζήσω κάτω από το ζυγό ενός οργουελιανού, αστυνομικού, ανελεύθερου, φασιστικού κράτους όπου όλα επιτρέπονται στο βωμό της «τάξης» και της «ασφάλειας» και σε μια χώρα όπου κινδυνεύω να τιναχτώ στον αέρα, προτιμώ το τελευταίο!
Όμως, ξέχασα την υπόσχεση που έδωσα, ότι το 2004 η ζωή θα μου γελάει ευτυχισμένα. Σας ορκίζομαι, δε φταίω. Ξεκίνησα καλά (όχι, δεν αγόρασα «μερσεντέ»), αλλά μου την έσπασε ο πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ, Μανόλης Δρεττάκης, που σε άρθρο του στην «Καθημερινή» της 28.12 αποκάλυψε ότι «η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη παραοικονομία και το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης ανάμεσα στις χώρες-μέλη της Ε.Ε.».Με άλλα λόγια, και σε πείσμα των ανακοινώσεων του απερχόμενου (;) πρωθυπουργού, μάλλον δεν υπάρχει «ισχυρή Ελλάδα».
Ας συνεχίσουμε με τα δικά μας. Η προσχώρηση της χώρας στην ΕΟΚ/Ε.Ε. και την ΟΝΕ είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να γίνει η δεύτερη φθηνότερη χώρα της Ευρώπης για την αγορά «γιωταχί» (με πρώτο το Λουξεμβούργο). Αυτό σήμανε συναγερμό και η αγορά έφτασε, την πρώτη χρονιά της «απελευθέρωσης» από τα δεσμά, τα 350.000 αυτοκίνητα! Το όνειρο του Έλληνα για «φτηνό γιωταχί» έγινε πραγματικότητα και η Eλλάδα γέμισε αυτοκίνητα απ’ όλες τις χώρες του πλανήτη. Μια τυπική εξέλιξη του φαινομένου ήταν οι δέκα στους εκατό Έλληνες να γίνουν δημοσιογράφοι ή εκδότες περιοδικών αυτοκινήτου. Σε μια χώρα που δεν παράγει ούτε υαλοκαθαριστήρες, κυκλοφορούν… 29 αυτοκινητιστικά περιοδικά και πρέπει να υπάρχουν πάνω από… 500 αυτοκινητιστικοί συντάκτες! Αν ήξερα τι άρχιζα το 1967 με το Auto Express και το 1970 με τους 4Τ, ίσως και να μετανάστευα στην… Παταγονία.
Και καλά οι «πυροβολημένοι» και οι αυθεντικοί που στις φλέβες τους τρέχει βενζίνη. Τι γίνεται, όμως, μ’ αυτούς που δεν ξέρουν πώς λειτουργεί ένα σύστημα ανάρτησης και νομίζουν ότι η πρόσφυση έχει σχέση με το… βύζαγμα; Τίποτα. Η ελληνική αγορά έχει θέση για όλους, ακόμα και όσους αποφάσισαν να ασχοληθούν με το αυτοκίνητο, το οποίο -πρέπει να σημειώσω- σιχαίνονται σαν τις αμαρτίες τους.
Πού πάει το πράγμα; Θα σας πω στο 500ό τεύχος, όταν γράφω στους… τοίχους, αφού περιοδικά σαν τους 4Τ θα έχουν απαγορευτεί απ’ το Κράτος της Τάξης και Ασφάλειας ως επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία. Πού ακούστηκε το 2015 να «πηγαίνεις άνεμος» από το Λεωνίδιο στην Τρίπολη με ένα Impreza ή μία Ducatti 1000; Η αστυνομία της Σκέψης και των Προθέσεων θα σε περιμένει πίσω από κάθε θάμνο, δέντρο, στροφή και βράχο. Η Ελλάδα θα γίνει Λουξεμβούργο, όχι γιατί θα έχει τα πιο φτηνά «γιωταχί», αλλά επειδή, όπως το δεύτερο, θα είναι χώρα-μοντέλο της κοινωνίας του «Μαμ, Κακά και Νάνι».
Το άστρο της… Βηθλεέμ
Διαβάζοντας το άρθρο για τη Mercedes SLR, παρά την εντολή να αποφεύγω τις περιπλανήσεις στο παρελθόν, υπέκυψα στον πειρασμό. Κάθισα στη μηχανή του χρόνου (όλοι οι μεγάλοι έχουν μία), έκλεισα τα μάτια και γύρισα πίσω στα 1956. Είναι το τρίτο απόγευμα που στέκομαι μπροστά στην αντιπροσωπεία της Mercedes, στην αρχή της Λ. Συγγρού, θαυμάζοντας την 300SL Gull Wing με τον αριθμό 9, που είχε νικήσει στο Ράλι Ακρόπολις. Κάποια στιγμή, η επιμονή μου ανταμείβεται. Ο αντιπρόσωπος αναγνωρίζει το πρόσωπο του πιτσιρικά, ανοίγει την πόρτα και τον καλεί να καθίσει στη θέση του οδηγού! «Φτάνεις τα πετάλια;» Πιάνω το μεγάλο, λευκό κοκάλινο τιμόνι, τεντώνω τα πόδια και μόλις που ακουμπάω το πεντάλ του γκαζιού. «Μπορώ να καθίσω λίγο; Δε θα σας ενοχλώ», λέω στον αντιπρόσωπο που μου γνέφει καταφατικά. Ακουμπάω το ύφασμα των καθισμάτων. Σκοτσέζικο καρό, όπως ήταν τότε η μόδα. Χαζεύω τα όργανα και τις ενδείξεις. Το μόνο που καταλαβαίνω είναι το ταχύμετρο που «τερματίζει» στα 300 χιλιόμετρα/ώρα. Πιάνω την κοκάλινη ωοειδή λαβή του μοχλού ταχυτήτων. Πρώτη, δευτέρα, τρίτη και τετάρτη. Καθαρά πράγματα. Τα αυτόματα, τα 6τάχυτα και τα σειριακά ήταν ακόμα στο μέλλον. Αν απορείτε πώς «χτίζεται» ένας αλλοπαρμένος, ορίστε η απάντηση. Κάθεται στο κάθισμα μιας 300SL Gull Wing, μετά στη θέση του μαθητή μιας Roda (διθέσιο ανεμόπτερο της δεκαετίας του ’50), ύστερα καβαλάει ένα Cimatti, τον βάζουν σ’ ένα DC3 Dakota για να γίνει καλά απ’ τον κοκίτη (έτσι έκαναν τότε) και κολλάει ασθένεια ανίατη που τον συνοδεύει μέχρι τα βαθιά γεράματα. Κολλημένος με την μπάλα; Όχι. Κολλημένος με τις μηχανές. Όχι μόνο μ’ εκείνες των αυτοκινήτων, αλλά με κάθε μηχανή, από τα κέρινα φτερά του Δαιδάλου μέχρι το αερόστατο του Μογκολφιέρου και από τον κινητήρα του Karl Benz μέχρι τα 12κύλινδρα «διαμάντια» της Scuderia Ferrari και τους κινητήρες των P6 Mustang και Rolls-Royce που «φορούσαν» τα Hurricane και τα Spitfire. Στο «Εν Λευκώ» (ξανα)γράφω από πού ξεκίνησαν όλα και συνάμα διαχωρίζω τη θέση μου, αλλά και εκείνη των 4Τ, απ’ τους καταχραστές της Ιδέας των ανοιχτών δρόμων – και ουρανών. Με ρωτάτε πώς εξελίχτηκαν και η απάντηση βρίσκεται στα 400 τεύχη του περιοδικού, που πρέπει να είναι το πρώτο το οποίο με τόση θέρμη, ενδιαφέρον και αγάπη υπηρέτησε την ιδέα της αυτοκίνησης.
Οι τακτικοί αναγνώστες θα έχουν παρατηρήσει την αδυναμία του γράφοντος να παρακολουθήσει την κατάντια της Ιδέας. Το θέαμα ενός ανίκανου, άσχετου και πέρα για πέρα επικίνδυνου για τη δημόσια υγεία ιδιοκτήτη ενός γρήγορου και «ακριβού» αυτοκινήτου που κάνει «σφήνες» στην Κηφισίας ή παρκάρει διπλή σειρά μπροστά σε κωλάδικο οικονομικής υπεροχής τον κάνει ν’ αντιδράει θυμωμένα, σχεδόν βίαια. Τι δουλειά έχεις, ρε «βλάχο», στο τιμόνι μιας Ferrari ή μιας Carrera, αφού για περισσότερα από σαράντα χρόνια δεν ήξερες τι σημαίνουν; Από πού κι ως πού έχεις άποψη για την οδική συμπεριφορά ενός αυτοκινήτου με κίνηση στους τέσσερις τροχούς, αφού δεν ξέρεις πως η κίνηση μεταδίδεται και μοιράζεται απ’ τα διαφορικά; Κι εσύ, άρχοντα των δαχτυλιδιών και αρχιερέα της διαπλοκής, τι είναι αυτό που σε κάνει να βγάζεις «περιοδικό για αυτοκίνητα»; Το… πάθος σου για τους ανοιχτούς, χωρίς μπάτσους και κάμερες δρόμους; Ο θαυμασμός σου για τη Stradale και την GT3 ή τα «όπλα» του WRC; Μπας κι αισθάνεσαι την ανάγκη να γράψεις για αυτοκίνητα που κινούνται με το φως του ήλιου, με άτομα υδρογόνου ή με τη δύναμη που παράγουν δώδεκα κύλινδροι που γυρίζουν με 18.000 στροφές/λεπτό; Τίποτε απ’ αυτά. Το κίνητρό σου είναι να τα «κονομήσεις».
Γι’ αυτό λέω «άλλοτε» και «τώρα». Μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού οι εραστές της αυτοκίνησης. H χώρα γέμισε τύπους που οδηγούν macho αυτοκίνητα, φτιαγμένα Honda, κιτς Opel και πειραγμένα Punto. Και ας μη μιλήσουμε για τα σεξουαλικά υπονοούμενα. Δεν υπάρχει πλέον αυτοκινητιστικό περιοδικό το οποίο «σέβεται» τον εαυτό που να μην περιέχει δέκα κώλους και σαράντα βυζιά! Αυτή είναι η νέα τάση, λένε, και πρέπει να εκσυγχρονιστούμε. Ούτε με σφαίρες δεν πρόκειται να ακολουθήσουμε το πολιτιστικό και αισθητικό κατήφορο. Είμαστε πολύ snob (αλλά και «χορτάτοι» σεξουαλικά), για να σας κάνουμε τη χάρη.
Στο προηγούμενο «Εν Λευκώ», υπέθεσα ότι ανήκω σε μια από τις τάξεις που απαρτίζουν την ελληνική κοινωνία. Με τον τρόπο αυτό, όρισα τις κατηγορίες στις οποίες ανήκουν Έλληνες που δεν παρουσιάζονται στα glossy περιοδικά, δεν επιδεικνύουν τα –όποια- επιτεύγματά τους και φυλάνε τον πλούτο τους (υλικό και πνευματικό) ως κόρην οφθαλμού. Ο Χρήστος και η παρέα του, με τετρακίνητα στην Ευρυτανία, στην Ήπειρο, στη Θράκη. Ο Νίκος μ’ ένα RAV 4 στην Κερκίνη, ο Τάκης με το X-Trail στην ορεινή Κορινθία, ο Γιάννης με το Impreza STi σε κάποια ορεινή διαδρομή. Οδηγούν και η κίνησή τους θυμίζει κλασικό μπαλέτο, καθώς διαγράφουν τέλειες τροχιές, προσέχοντας τους άλλους και λαμβάνοντας υπόψη κάθε πιθανότητα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ατύχημα. Πραγματικοί οδηγοί, σε αντίθεση με φαντασμένους μαλάκες, συμπλεγματικά τσογλάνια και τρομοκρατημένους αστούς. Επιχειρηματίες, δάσκαλοι, μηχανικοί και αρχιτέκτονες, φοιτητές και μαθητές που μεγαλώνουν σε σπίτια όπου η ευγένεια περισσεύει και το άρωμα του πολιτισμού διαρκεί όσο το λιβάνι. Μη νομίζετε ότι οι εραστές περιορίζονται στον άρρενα πληθυσμό! Δεκάδες χιλιάδες κυρίες και κοπελιές υπηρετούν την Ιδέα, και πολύ θα ήθελα να ξέρω αν κάποια είχε τις ίδιες εμπειρίες μ’ εμένα, αν δηλαδή αισθάνθηκε εκείνη την παράξενη έξαψη, όταν για πρώτη φορά κάθισε πίσω απ’ το τιμόνι ή όταν ανέβηκε σε μοτοσικλέτα. Αν δε με πιστεύετε, «μπείτε» στο www.technicalpress.gr και δείτε τα τελευταία στοιχεία της έρευνας Bari της Focus. Eίμαι σίγουρος ότι θα μείνετε έκπληκτοι με τον αριθμό των γυναικών που διαβάζουν τους 4Τ.
Ο τελευταίος οργασμός;
Λοιπόν, σας πληροφορώ ότι, στην Ευρώπη, γίνεται κακός χαμός. Βλέποντας την τεράστια επιτυχία που είχαν (και έχουν) τα γιαπωνέζικα SUV (Sports Utility Vehicles), όλες οι αυτοκινητοβιομηχανίες ετοιμάζουν νέα μοντέλα με τα οποία ελπίζουν να αντιμετωπίσουν την ιαπωνική πλημμυρίδα. Όπως διάβασα σε άρθρο του καλού μου φίλου και συναδέλφου στο COTY, Wim Oude Weerink, στην πολύ καλή εφημερίδα «Automotive New Europe», όλοι, μα απολύτως… όλοι, ετοιμάζουν SUV! Το 2006, η Renault θα παρουσιάσει το Η45, βασισμένο στο Megane, το οποίο θα έχει κίνηση στους τέσσερις τροχούς με σύστημα της Nissan και θα κατασκευάζεται στο Pusan της Νότιας Κορέας από τη θυγατρική της Renault, Samsung! Συνεχίστε την ανάγνωση και θα δείτε ότι η παγκοσμιοποίηση που -μην ξεχνάτε- ξεκίνησε η βιομηχανία αυτοκινήτου καλά κρατεί, αφού το H45 θα διατίθεται από τη Renault, τη Nissan και τη Samsung! Συνεχίζω με το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Wim. Το δεύτερο εξάμηνο του 2006, η Volkswagen θα παρουσιάσει ένα SUV που θα είναι βασισμένο στο Golf. Προς το παρόν, λέγεται project 356, αλλά όταν παρουσιαστεί, θα φέρει το όνομα Marrakech, του concept car της VW. Εκτός από τη Renault και τη VW, στο χορό έχουν μπει οι Fiat, Audi, Volvo, Saab και Alfa Romeo, που θα παρουσιάσουν SUV από το 2004 μέχρι το 2006. Η Fiat θα «βγάλει» ένα Panda SUV το 2004, ένα άλλο το 2006 (με κινητήρα Suzuki;) κι ένα τρίτο -μεγαλύτερο- το 2007, σε συνεργασία με την GM, που παρεμπιπτόντως ανακοίνωσε ότι δε θα αυξήσει το ποσοστό της στο Gruppo. Η Saab θα παρουσιάσει το 2006 ένα μοντέλο βασισμένο στην πλατφόρμα Epsilon (της GM. Θυμηθείτε το Lancia Epsilon!) και η Alfa Romeo θα μπει στα SUV το 2006. Την ίδια χρονιά, η Audi θα παρουσιάσει ένα SUV βασισμένο στην πλατφόρμα του Α3, αλλά χρησιμοποιώντας μηχανικά μέρη της VW, και η Volvo θα δείξει ένα στην πλατφόρμα του S40! Αν εσείς δεν μπερδευτήκατε, θα σας πω ότι μπερδεύτηκα εγώ, που μια ζωή τα παρακολουθώ από κοντά. Σε λίγα χρόνια, μόνο όσοι πάσχουν από… νευρολογικές ασθένεις θα μπορούν να παρακολουθήσουν τους υπόγειους, επίγειους και υπέργειους διαδρόμους συνεργασιών των κατασκευαστών. Kι αυτό, προτού και η Κίνα μπει στο πάρτι, οπότε θα χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα (Range Rover κατασκευασμένο στην Κίνα; Oh, dear, my dear! What a catastrophe!)
Και δεν είναι μόνο η αγορά των SUV που ανθεί (και θα ανθίσει ακόμα πιο πολύ τα επόμενα χρόνια). Είναι και εκείνη των ακριβών αυτοκινήτων όπου οι δύο μεγάλοι της Ε.Ε. (Mercedes και BMW) ακονίζουν τα μαχαίρια τους. H πρώτη με μεγαλύτερα μοντέλα στις σειρές Α και Μ-Class, αλλά και με ένα εντυπωσιακό κουπέ (το CLS), που θα είναι βασισμένο στη σειρά Ε και παρουσιάστηκε ως concept στην ΙΑΑ της Φρανκφούρτης. Η δεύτερη με νέα μοντέλα της σειράς 5, με το κουπέ της σειράς 6, το Χ3 SUV (Small Utility Vehicle) και το καμπριολέ της σειράς 6, που παρουσιάστηκε στην έκθεση του Ντιτρόιτ. Στο τέλος του χρόνου, η BMW θα παρουσιάσει τα μικρά της σειράς 1, ενώ το νέο μοντέλο της «βασικής» σειράς 3 θα κάνει την εμφάνισή του το 2005. Αν βρω το κουράγιο, στον «Αντίλογο» του τεύχους Μαρτίου, θα κάνω μια προσπάθεια να συγκεντρώσω όλα (ή, έστω, τα περισσότερα) στοιχεία, για να δείτε ποιος συνεργάζεται με ποιον και πού. Απ’ ό,τι διάβασα, η υπόθεση έχει μεγάλο ενδιαφέρον, αφού, εκτός των άλλων, σύντομα θα αγοράζουμε Opel που θα κατασκευάζονται στην Πολωνία και λάστιχα που θα φτιάχνονται στην Κίνα – όπου θα γίνει το δεύτερο boom της αυτοκινητοβιομηχανίας (το τρίτο θα έρθει με τη χρήση του υδρογόνου, κάτι που ήδη επέβαλε ή σκέπτεται να επιβάλλει ο Arnold -asta la vista baby- Schwarzenegger στην Πολιτεία της Καλιφόρνια._ K. K. (www.pilot@technicalpress.gr)