Πόσο δίκιο έχει!
Εξαιρετικό από το “e-cynical“
Τετάρτη, 3 Αυγούστου 2011
Είναι προφανές ότι η Διαμαντοπούλου δεν ξέρει που παν τα τέσσερα. Προσπαθεί να πάει «εκεί», τη στιγμή που οι άλλοι έχουν πάρει το δρόμο για «αλλού». Σαν την επαρχιώτισσα που νομίζει ότι είναι πρωτευουσιάνα, πάει να λανσάρει μια μόδα, που οι εμπνευστές της έχουν αρχίσει ήδη να εγκαταλείπουν. Δηλαδή, κάνει σαν τον έμπορα εκείνο που προωθεί στην αγορά, ως την τελευταία λέξη της μόδας, τα κοντά φουστάνια, τη στιγμή που στο Μανχάταν και το Παρίσι ο ποδόγυρος έχει προσγειωθεί στη γάμπα. Ευαγγελίζεται την προώθηση του ανταγωνισμού, σαν το τελευταίο trendy concept, στα πανεπιστήμια, τη στιγμή που ο κόσμος βοά ότι το concept αυτό έχει φάει τα ψωμιά του και έχει χρεοκοπήσει. Όταν πάει να προβάλει ως ζητούμενο την επιτάχυνση της επιστημονικής παραγωγής, στον άλλο κόσμο, έχουν ήδη αρχίσει να πυκνώνουν οι φωνές περί του αντιθέτου. Και είναι αυτονόητο με την ορατή πλέον παρακμή της επιστήμης και των επιστημόνων.
Δεν είναι πια μυστικό ότι η επιστημονική παραγωγή, στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών έχει αποκτήσει όλα τα χαρακτηριστικά της ξέφρενης βιομηχανικής παραγωγής. Τουτέστιν, παραγωγή ενός πληθωρισμού από «προϊόντα», εν πολλοίς πανομοιότυπα το ένα με το άλλο, όπου εδώ σαν προϊόντα θεωρούνται κυρίως οι επιστημονικές δημοσιεύσεις, υιοθέτηση τεχνικών marketing για τη διαφήμιση και την προώθησή τους, extra αμοιβές και bonus των ερευνητών-παραγωγών αναλόγως του αριθμού των παραγόμενων «προϊόντων-δημοσιεύσεων» στη μονάδα του χρόνου, πιστοποίηση των «προϊόντων» και των διαδικασιών από εξωτερικές εταιρίες πιστοποίησης, και εμπορική εκμετάλλευση αυτών.Ο υπερπληθωρισμός δημοσιεύσεων από τους επιστήμονες στην προσπάθειά τους να ανταπεξέλθουν του ανταγωνισμού ώστε να κερδίσουν μια θέση, προαγωγή ή μονιμότητα, χρήματα και φήμη, δεν χρειάζεται και πολύ μυαλό κανείς για να προβλέψει ότι θα οδηγούσε σε δυο κυρίως αποτελέσματα: υπερβολές και πασαλείμματα στην καλύτερη περίπτωση ή απάτη και λανθασμένα αποτελέσματα, στην χειρότερη. Το γεγονός ότι η μπαγαμποντιά ήρθε φώλιασε και μόλυνε την επιστήμη και τους επιστήμονες δεν είναι επειδή είναι στη φύση τους, αλλά αποτελεί απόρροια του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο τις τελευταίες δεκαετίες κλήθηκαν να λειτουργήσουν, ένα περιβάλλον με αξίες ξένες προς τις παραδοσιακές ακαδημαϊκές.Όπως γράφει και ο καθηγητής του Stanford Γιάννης Ιωαννίδης σε άρθρο του στο Scientific American, με τίτλο «Επιδημία λανθασμένων ισχυρισμών», πολλοί, για να μην πούμε οι περισσότεροι από τους ισχυρισμούς των επιστημόνων έχουν αποδειχτεί λανθασμένοι. «Λανθασμένες μελέτες και διογκωμένα αποτελέσματα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά έχουν λάβει τη μορφή επιδημίας. Το πρόβλημα έχει καταστεί ανεξέλεγκτο στα οικονομικά και τις κοινωνικές επιστήμες, ενώ απαντάται ακόμη και στις φυσικές και κυρίως στη βιοιατρική. Η πιθανότητα δε, ένα αποτέλεσμα να είναι σωστό είναι αντιστρόφως ανάλογη της δημοσιότητας που έχει λάβει. Μοντέρνα και hot πεδία, τα οποία υπόσχονται στους θεράποντες αυτών υψηλές οικονομικές απολαβές, τείνουν να παρουσιάζουν και το χειρότερο ιστορικό αξιοπιστίας».
Δεν είναι πια μυστικό ότι η επιστημονική παραγωγή, στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών έχει αποκτήσει όλα τα χαρακτηριστικά της ξέφρενης βιομηχανικής παραγωγής. Τουτέστιν, παραγωγή ενός πληθωρισμού από «προϊόντα», εν πολλοίς πανομοιότυπα το ένα με το άλλο, όπου εδώ σαν προϊόντα θεωρούνται κυρίως οι επιστημονικές δημοσιεύσεις, υιοθέτηση τεχνικών marketing για τη διαφήμιση και την προώθησή τους, extra αμοιβές και bonus των ερευνητών-παραγωγών αναλόγως του αριθμού των παραγόμενων «προϊόντων-δημοσιεύσεων» στη μονάδα του χρόνου, πιστοποίηση των «προϊόντων» και των διαδικασιών από εξωτερικές εταιρίες πιστοποίησης, και εμπορική εκμετάλλευση αυτών.Ο υπερπληθωρισμός δημοσιεύσεων από τους επιστήμονες στην προσπάθειά τους να ανταπεξέλθουν του ανταγωνισμού ώστε να κερδίσουν μια θέση, προαγωγή ή μονιμότητα, χρήματα και φήμη, δεν χρειάζεται και πολύ μυαλό κανείς για να προβλέψει ότι θα οδηγούσε σε δυο κυρίως αποτελέσματα: υπερβολές και πασαλείμματα στην καλύτερη περίπτωση ή απάτη και λανθασμένα αποτελέσματα, στην χειρότερη. Το γεγονός ότι η μπαγαμποντιά ήρθε φώλιασε και μόλυνε την επιστήμη και τους επιστήμονες δεν είναι επειδή είναι στη φύση τους, αλλά αποτελεί απόρροια του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο τις τελευταίες δεκαετίες κλήθηκαν να λειτουργήσουν, ένα περιβάλλον με αξίες ξένες προς τις παραδοσιακές ακαδημαϊκές.Όπως γράφει και ο καθηγητής του Stanford Γιάννης Ιωαννίδης σε άρθρο του στο Scientific American, με τίτλο «Επιδημία λανθασμένων ισχυρισμών», πολλοί, για να μην πούμε οι περισσότεροι από τους ισχυρισμούς των επιστημόνων έχουν αποδειχτεί λανθασμένοι. «Λανθασμένες μελέτες και διογκωμένα αποτελέσματα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά έχουν λάβει τη μορφή επιδημίας. Το πρόβλημα έχει καταστεί ανεξέλεγκτο στα οικονομικά και τις κοινωνικές επιστήμες, ενώ απαντάται ακόμη και στις φυσικές και κυρίως στη βιοιατρική. Η πιθανότητα δε, ένα αποτέλεσμα να είναι σωστό είναι αντιστρόφως ανάλογη της δημοσιότητας που έχει λάβει. Μοντέρνα και hot πεδία, τα οποία υπόσχονται στους θεράποντες αυτών υψηλές οικονομικές απολαβές, τείνουν να παρουσιάζουν και το χειρότερο ιστορικό αξιοπιστίας».
Ως αντίδραση λοιπόν, και ως απάντηση στον εκφυλισμό της επιστημονικής δραστηριότητας, έχει ξεπηδήσει η κίνηση «Slow Science», κυρίως από γερμανούς ερευνητές, (και αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, μάλλον αναμενόμενο, εξ αιτίας της διακριτής επιστημονικής κουλτούρας της Γερμανίας σε σχέση με την αγγλοσαξονική), η οποία κίνηση κάνει έκκληση στον επιστημονικό κόσμο για μεγαλύτερη σύνεση.
«…Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο για να στοχάζεται», λέει το μανιφέστο που έχουν κυκλοφορήσει. «Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο για να διαβάσει και χρόνο για να αποτύχει. Η επιστήμη δεν γνωρίζει τι μπορεί να είναι σωστό τώρα. Η επιστήμη αναπτύσσεται ακανόνιστα, με νευρικές κινήσεις και απρόβλεπτα άλματα μπροστά. Την ίδια στιγμή, όμως, έρπει πάνω σε μια πολύ αργή κλίμακα χρόνου, όπου θα πρέπει να της δίνονται αρκετά περιθώρια.
Η «Αργή Επιστήμη», ήταν η μόνη δυνατότητα για εκατοντάδες χρόνια πριν. Σήμερα, αυτή η πρακτική χρειάζεται να ξαναγεννηθεί και να προστατευθεί. Η κοινωνία θα πρέπει να δώσει στους επιστήμονες το χρόνο που χρειάζονται. Χρειαζόμαστε χρόνο να σκεφτούμε, χρειαζόμαστε χρόνο για να χωνέψουμε. Χρειαζόμαστε χρόνο για να παρανοήσουμε ο ένας τον άλλον, κυρίως όταν διεξάγεται διάλογος ανάμεσα στις φυσικές και τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Δεν μπορούμε να σας λέμε όλη την ώρα τι σημαίνει η επιστήμη μας, για το που θα ήταν καλή και χρήσιμη, κι αυτό γιατί δεν γνωρίζουμε. Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο».
«…Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο για να στοχάζεται», λέει το μανιφέστο που έχουν κυκλοφορήσει. «Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο για να διαβάσει και χρόνο για να αποτύχει. Η επιστήμη δεν γνωρίζει τι μπορεί να είναι σωστό τώρα. Η επιστήμη αναπτύσσεται ακανόνιστα, με νευρικές κινήσεις και απρόβλεπτα άλματα μπροστά. Την ίδια στιγμή, όμως, έρπει πάνω σε μια πολύ αργή κλίμακα χρόνου, όπου θα πρέπει να της δίνονται αρκετά περιθώρια.
Η «Αργή Επιστήμη», ήταν η μόνη δυνατότητα για εκατοντάδες χρόνια πριν. Σήμερα, αυτή η πρακτική χρειάζεται να ξαναγεννηθεί και να προστατευθεί. Η κοινωνία θα πρέπει να δώσει στους επιστήμονες το χρόνο που χρειάζονται. Χρειαζόμαστε χρόνο να σκεφτούμε, χρειαζόμαστε χρόνο για να χωνέψουμε. Χρειαζόμαστε χρόνο για να παρανοήσουμε ο ένας τον άλλον, κυρίως όταν διεξάγεται διάλογος ανάμεσα στις φυσικές και τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Δεν μπορούμε να σας λέμε όλη την ώρα τι σημαίνει η επιστήμη μας, για το που θα ήταν καλή και χρήσιμη, κι αυτό γιατί δεν γνωρίζουμε. Η επιστήμη χρειάζεται χρόνο».