Ήρθε, κι η παρουσία του τάραξε τα πράσινα νερά της καθημερινής μας ζωής. Με την ηρεμία του ανθρώπου που έχει ξεπληρώσει όλα τα χρέη του στάθηκε μπροστά στην κάμερα της τηλεόρασης και μίλησε στον ελληνικό λαό έτσι που κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει μιλήσει: ταπεινά.
Με τον ίδιο ευγενικό κι ήρεμο τρόπο μίλησε για τα χρόνια του φασισμού στην Ιταλία, για τους αγώνες του ενάντια στους μελανοχίτωνες, για τους αγώνες του ιταλικού λαού και ταπεινά στάθηκε μπροστά στην προτομή της Καραγιάννη.
Έκπληκτοι, οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν τις δυνατότητες που τους προσφέρει η λογική σκέψη, τον άκουσαν να ζητά συγνώμη απ’ την Ελλάδα, έστω κι αργά, για τη φασιστική εισβολή «που τον έκανε να κλάψει όταν την πληροφορήθηκε».
Έκπληκτοι και βαθιά συγκινημένοι τον παρακολούθησαν να μιλάει στα παιδιά, να καταθέτει λουλούδια στην προτομή της ηρωίδας όπως κανείς άλλος –τουλάχιστον απ’ αυτούς που εμφανίζονται στην τηλεόραση- δεν έχει κάνει.
Ήταν μια εικόνα απ’ έναν άλλο κόσμο. Ούτε λαρυγγισμοί φορτισμένοι από έξαρση εθνική, ούτε λιβανωτοί, ούτε καν λουλούδια να τον ραίνουν στις εξόδους του.
Τίποτα απ’ όλα αυτά τα εντυπωσιακά για τον γέρο- πολεμιστή Σάντρο Περτίνι. Ήρθε στην πατρίδα μας από τη γειτονική Ιταλία, και μπήκε στα σπίτια μας, το κατάλευκο κεφάλι του σκυμμένο μπροστά στη μέγιστη ευθύνη της επαφής του μ’ έναν ολόκληρο, απαυδισμένο από τους θεατρινισμούς, λαό.
Μίλησε για την ανάγκη να λείψει η βία απ’ τη ζωή των λαών της Ευρώπης, τόνισε την ανάγκη για ελευθερία και δημοκρατία και δικαιοσύνη κοινωνική, κι απόρριψε την ιδέα των λίγων «φωτισμένων» που επιβάλλουν τις θελήσεις τους στους πολλούς άσχετα με τα βραχυπρόθεσμα οφέλη που έχει αυτής της μορφής η διακυβέρνηση.
Σαν από σύμπτωση τραγική, στα επόμενα δευτερόλεπτα, οι άνθρωποι που εξακολουθούν να διατηρούν την ψυχραιμία τους και να πιστεύουν στην ανάγκη για συνθήκες που επιτρέπουν στους λαούς ν’ αποφασίζουν μόνοι τους κι ελεύθερα για το μέλλον τους, παρακολουθούσαν έντρομοι στις οθόνες της τηλεόρασης τα τραγικά πρόσωπα των πρωτεργατών της κινεζικής πολιτιστικής επανάστασης να σέρνονται σιδεροδέσμιοι στα κλουβιά ενός δήθεν «λαϊκού» δικαστηρίου που τους κατηγορούσε για έσχατη προδοσία.
Ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Σάντρο Περτίνι έφυγε για την όμορφη πατρίδα του. Πίσω στην Ελλάδα όμως έμεινε μια εικόνα που θα κάνει χρόνια πολλά να σβήσει απ’ το νου εκείνων που την κατάλαβαν…
Η εικόνα –στην τηλεόραση- που ο τίμιος πολεμιστής σηκώνεται απ’ την καρέκλα του και με χειραψία ευχαριστεί τον Έλληνα δημοσιογράφο που του πήρε συνέντευξη!
Εν αρχή ην το… πιάτο
Σάββατο βράδυ: Η «σάλα» βυθισμένη στο ημίφως κλείνει στο προστατευτικό σκοτάδι της το «κοινό». Οι προβολείς φωτίζουν με χίλια χρώματα τη βασίλισσα της νυχτερινής Αθήνας (ή Θεσσαλονίκης, ή Καβάλας ή Τρίπολης, δεν έχει σημασία) που, κρατώντας το μικρόφωνο σαν φαλλικό σύμβολο ανίκητο, ξελαρυγγιάζεται με τις κακούργες κενωνίες, τα βάσανα και τις χαρές του αισθήματος, τα κατατόπια και τους παραδείσους της… αγάπης. Πίσω απ’ τη φωτεινή κουρτίνα των προβολέων το «κοινό», που έχει «βγει» για να «ξεσκάσει», φτιάχνεται με σκοτσέζικο ουίσκυ προς δραχμές 6.000 το μπουκάλι.
Η «βασίλισσα» πηγαινο-έρχεται, φωνάζει τα «όπα» της και τα «έλα» και το κοινό πέφτει σε έκσταση. Και αρχίζουν οι παραγγελιές για… πιάτα.
Κακόμοιροι φαμιλιάρηδες τα κουβαλάνε στοίβες ολόκληρες και το «κοινό» τ’ αρπάζει αγκαλιές ολόκληρες και τα εκσφενδονίζει στην πίστα και χαχανίζει μέσα σε μια ατμόσφαιρα κίβδηλη, φτιασιδωμένη, γεμάτη προστυχιά αισθητική και σύγχυση πολιτιστική.
Κυριακή πρωί: Αφού, ρε μάγκα μου, το οποίον δηλαδής θα σας σκίσουμε τ’ απόγιομα στου Καραϊσκάκη. Οι φίλαθλοι ετοιμάζονται για τη συνέχεια του σαββατόβραδου, για τη συνέχεια της προστυχιάς.
Σε κάποιο γήπεδο γίνεται το «ματς». Ουρλιαχτά, βρισιές, προσβολή της ιδιωτικής ζωής των παιχτών, γκολάρες, αγριοφωνάρες και μετά…
Και μετά, ξύλο. Άγριο ξύλο ανάμεσα στους οπαδούς των ομάδων με τη χρησιμοποίηση γκλομπ που έχουν επάνω καρφιά κι αλυσίδες! Εικόνες βγαλμένες απ’ τα βιβλία του Κουρτ Βόνεγκατ, εικόνες απ’ τις πόλεις- γκέτο του μέλλοντος, όπου η κυκλοφορία απαγορεύεται μετά τις οχτώ το βράδυ, γιατί στους δρόμους κυκλοφορούν οι οπαδοί των αιρέσεων των ποδοσφαιρικών και πολιτικών ομάδων των θρησκευόμενων φανατικών.
Σπασμένα πιάτα, σπασμένα χέρια, σπασμένα κεφάλια.
Λέτε να υπάρχει κάποιος κοινός παρονομαστής κάτω απ’ όλα αυτά τα σπασίματα;
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΒΑΘΑΣ