Είχαν περικυκλώσει τα δύστυχα ζώα πέντε μαντράχαλοι με μπουκλέ μπλουζάκια, παντελόνια καμπάνα πράσινα λαχανί και παπουτσάκια τύπου καραϊσκάκη με τακουνάκια- δολοφόνους. Τα ‘χαν περικυκλώσει κι ούρλιαζαν «από δω, ρε μ…α», «πιάστοτοβρωμόσκυλορενώντα», στα χέρια τους κρατώντας λοστούς και δίχτυα, οι κυνηγοί της ντροπής και του εξευτελισμού.
Ακολουθούσαν οι αλήτες τυφλά τις αποφάσεις των Διευθυντών Α, Β και Γ «όποιος πιάνει έναν αδέσποτο σκύλο αμείβεται με δραχμές 500, φτάνει να προσκομίσει τ’ αυτιά του ζώου, που φριχτά δολοφόνησε».
«Γιατί βασανίζετε τα ζώα; Τι σας έκαναν;» τόλμησα να ρωτήσω και δέχτηκα βροχή τις κοτρόνες και γλίτωσα επειδή έτυχε να βρίσκομαι πάνω σε μια μοτοσικλέτα ανωμάλου δρόμου.
Το θυμήθηκα διαβάζοντας το άρθρο της Μαρίας Λάμπρου στα «Ε» της 12 Φλεβάρη. Θυμήθηκα και τα όσα έχω γράψει κατά καιρούς για τα ξεκοιλιασμένα ζώα των ελληνικών δρομοσφαγείων και αισθάνθηκα κρύο ιδρώτα στο μέτωπό μου όταν στο νου μου έφερα τα «αγανακτισμένα» γράμματα των «οικογενειαρχών».
Είχαν κάνει κύκλο, γύρω απ’ τη βαριά πληγωμένη κοπέλα που κείτονταν στις πλάκες του πεζοδρομίου της οδού Σταδίου έχοντας δεχτεί έναν τσιμεντόλιθο στο κεφάλι απ’ το ερείπιο του Κατράντζου.
Όταν ένας πολίτης ζήτησε τη βοήθειά τους για να μεταφέρει την ετοιμοθάνατη γυναίκα στο νοσοκομείο, οι άλλοι έκοψαν ρόδα, την κοπάνησαν, το ‘σκασαν, εγκατέλειψαν τη γυναίκα αβοήθητη. «Ήταν απίστευτο» δήλωσε στις εφημερίδες ο Ζαχαρίας Μαρκογιαννάκης. «Τους παρακαλούσα να με βοηθήσουν κι αυτοί έφευγαν πανικόβλητοι». Η γυναίκα πέθανε καθώς μεταφερόταν στο νοσοκομείο. Αν είχε τραυματιστεί σε μια άλλη χώρα, που έχει την ατυχία να μην κατοικείται από τους φιλόξενους, ευπροσήγορους, θερμούς, ανοιχτούς χαρακτήρες των Ελλήνων, θα ζούσε ακόμα.
Αλαλάζοντας, σαν αφιονισμένοι από τη νίκη τους ομάδας τους, όρμησαν προς την έξοδο της θύρας 7.
«Οααα…Γκοοόλ…Τους σκίσαμε… Κουρεεέλες…»
Στο δρόμο τους καταπάτησαν και καμιά σαρανταριά απ’ τους συναδέλφους τους. Τους έλιωσαν. Τους πήραν την ανάσα με τα τακούνια τους. Έτσι. Εν καιρώ ειρήνης. Προσπαθώντας απλώς να βγουν από μια ανοιχτή πόρτα που έκαναν το παν για να την κλείσουν για να ξεπλύνουν έτσι τη μέγιστη ντροπή για το απαράδεκτο έγκλημα. «Πανικός σκοτώνει είκοσι» έγραψαν οι «Φαινάνσιαλ Τάιμς» την άλλη ημέρα. Ποιος πανικός; Άλλη είναι η λέξη που χαρακτηρίζει την πράξη τους. Όλοι τη σκέφτονται, αλλά κανείς δεν τη λέει ή δεν τη γράφει από φόβο μη θίξει τους «φιλάθλους».
Έξι νεκροί στην Ελευσίνα μια ημέρα μετά τη μαύρη Κυριακή του Καραϊσκάκη.
Γιατί;
Η εξήγηση του επικεφαλής στο «ρεπόρτερ» της τηλεόρασης θύμισε το δίσκο του Χάρρυ Κλιν με τον νεοέλληνα που περιγράφει τη συνάντησή του με το τέρας.
Κανείς δεν κατάλαβε πώς κάηκαν ζωντανά έξι παλικάρια, ούτε ο ρεπόρτερ που πήρε τη συνέντευξη, ούτε αυτός που «εξήγησε» τι συνέβη, ούτε οι τηλεθεατές που άκουγαν… Τι σημασία έχει όμως. Και των εργατών ο θάνατος ξεχάστηκε την επομένη. Τόσο μεγάλο είναι το χωνευτήρι που δουλεύει ακατάπαυστα σ’ αυτή τη χώρα.
….
Η καθημερινή ζωή δεν είναι παρά ένας ατέλειωτος βομβαρδισμός από παρόμοια περιστατικά. Στα περισσότερα, οι άνθρωποι δε χάνουν τη ζωή τους, αλλά τα χέρια τους, τα μάτια τους, τα πόδια τους και, στην πιο απλή περίπτωση, την αξιοπρέπεια που έπρεπε να έχουν.
Το τρομερό στην υπόθεση δεν είναι ο βομβαρδισμός αλλά η απάθεια του κόσμου απέναντι σ’ αυτά. Κανείς δε φαίνεται να ενδιαφέρεται αν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού υποφέρουν, κινδυνεύουν ή εξευτελίζονται.
Παράδειγμα: Λίγες ημέρες πριν δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες «απόφαση» του υπουργού Συγκοινωνιών που, ούτε λίγο ούτε πολύ, έλεγε πως, αν από την 1η Μάρτη η εξάτμιση του αυτοκινήτου εκπέμπει πάνω από 5% (κατ’ όγκο) μονοξείδιο του άνθρακα, τότε, ο οδηγός πάει φυλακή για τρεις μήνες αν η παράβαση γίνεται εξ αμελείας κι έξι μήνες –χωρίς δικαίωμα εξαγοράς, παρακαλώ- αν η παράβαση έγινε… εκ προθέσεως!
Η ασυνάρτητη και προσβλητική αυτή απόφαση καμία αντίδραση δεν προκάλεσε. Το αντίθετο μάλιστα. Έγινε δεκτή με… ανακούφιση από τους περίεργους ανθρώπους που κατοικούν στην Ελλάδα, όπως είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε στην τηλεόραση.
Ρωτούσε ο ρεπόρτερ:
«Θα ακινητοποιούσατε τ’ αυτοκίνητό σας αν σας το ζητούσε η κυβέρνηση για να γλιτώσετε απ’ το σύννεφο;».
«Μάλιστα. Μετά χαράς. Θα το ακινητοποιούσαμε» απαντούσαν οι νεοέλληνες αντί να ζητήσουν την παραδειγματική τιμωρία ακόμη κι αυτών που σκέφτηκαν να κάνουν τέτοιες ερωτήσεις.
Ούτε ένας δε βρέθηκε να φωνάξει αίσχος σ’ αυτούς που απειλούν να στείλουν στη φυλακή ανθρώπους, επειδή οι μηχανικοί των συνεργείων δε ρύθμισαν σωστά τους κινητήρες των αυτοκινήτων τους.
Αλλά να ήταν το μόνο! Πόσο όμορφη θα ήταν η ζωή στην Ελλάδα.
Δεκάδες παραδείγματα ενισχύουν την άποψη ότι στη Χαρτόβια του ’81 γεννιέται ένα νέο είδος υπηκόου, σπάνιου στην αναισθησία.
Χρόνια ολόκληρα ασήμαντοι υπαλληλίσκοι, υπακούοντας στις επιθυμίες καθώς πρέπει κυριών και κυρίων, απαγόρευαν με νόμο τη χρήση των κεντρικών δρόμων των πόλεων από τα δίκυκλα. Χρόνια ολόκληρα οι αστυφύλακες ξέσπαγαν πάνω σε κακόμοιρους φτωχούληδες που πήγαιναν στις δουλειές τους με τα μοτοποδήλατά τους και τις κατοχικές μοτοσικλέτες τους, χωρίς κανείς ν’ αντιδράσει στην απαράδεκτη αυτή διάκριση. Οι οδηγοί των δικύκλων δέχονταν σαν υποζύγια τους περιορισμούς, κι όταν συλλαμβάνονταν και σύρονταν στα δικαστήρια έσκυβαν το ταπεινά κεφάλι, πλήρωναν πρόστιμο και ζητούσαν και συγνώμη.
Κάποια στιγμή, μετά από δεκαετίες αδιαφορίας για την οδική ασφάλεια, αποφάσισαν να επιβάλουν στους πολίτες τη χρήση των ζωνών ασφαλείας. Βγήκαν λοιπόν οι φιγούρες του θεάτρου των σκιών στον καθοδικό σωλήνα και με σοβαροφάνεια περίσσια κι αυστηρότητα πατερναλιστική ανακοίνωσαν πως από 1ης Μαρτίου όλοι πρέπει να κυκλοφορούν δεμένοι, διαφορετικά…
Γέμισαν τα συνεργεία από πανικόβλητους πολίτες που έσπευσαν ν’ αγοράσουν ό,τι ήταν μαύρο και είχε πλάτος 6 εκατοστά. Δισεκατομμύρια δραχμές ξοδεύτηκαν χωρίς ούτε μια διαμαρτυρία, χωρίς ούτε -έστω- μια απορία για την αξία του μέτρου σε μια χώρα που οι μέσες ωριαίες ταχύτητες δεν ξεπερνούν τα 40 χ.α.ω.
Τώρα αναγγέλλονται νέα μέτρα όπου ειδικά συνεργεία θα αποφασίζουν για τη μηχανολογική κατάσταση του αυτοκινήτου και την πνευματική κατάσταση του οδηγού, άλλα που θα μετράνε το μονοξείδιο, άλλα που θα μετράνε την ταχύτητα…
Κάθε ημέρα που αναγγέλλονται νέα μέτρα και είκοσι άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους σε δυστυχήματα, που δείχνουν πόσο πίσω βρίσκεται αυτή η χώρα σ’ όλους τους τομείς.
Αντί να φροντίσουν να ρίξουν το βάρος τους στην ενημέρωση του κόσμου, να τον μάθουν να περπατάει χωρίς να σπρώχνει, να οδηγεί χωρίς να φτύνει, να μουντζώνει, να περνά με κόκκινο και να μπλοκάρει τις διασταυρώσεις…
Αντί να φροντίσουν να τον μάθουν να κάνει μια ασφαλή ηλεκτροκόλληση, να μην πνίγεται σε μια κουταλιά νερό το καλοκαίρι, αναγγέλλουν ανελέητο κυνήγι όσων εκπέμπουν 5% μονοξείδιο του άνθρακα. Δεν είναι άρρωστη η καθημερινή ζωή στην Ελλάδα.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΒΑΘΑΣ