ν και δεν είναι η πρώτη φορά, αλλά ίσως η… 50ή, που σε αυτήν εδώ τη στήλη έχουμε παρουσιάσει τις λύσεις που μελετούν οι ερευνητές προκειμένου να αντιμετωπίσουν το (τεράστιο) πρόβλημα της ρύπανσης που προκαλεί η χρήση του αυτοκινήτου, παρουσιάζεται η ανάγκη να επανέλθουμε. Και αυτό γιατί πριν από λίγο καιρό, σε ημερίδα που οργάνωσε το ΕΜΠ, παρουσιάστηκαν (από τον υπουργό Συγκοινωνιών Τ. Μαντέλη και άλλους ομιλητές) ορισμένα στοιχεία τα οποία είναι όχι απλώς ανησυχητικά αλλά αν δεν τεθούν υπό των έλεγχο των ειδικών εφιαλτικά. Ιδού μερικά…
- Στην Ελλάδα κυκλοφορούν σήμερα 2.400.000 αυτοκίνητα από τα οποία 1.250.000 στην Αθήνα.
- Εκτιμάται ότι αν δεν ληφθούν περιοριστικά μέτρα, το 2005 στη χώρα μας θα κυκλοφορούν 3.300.000 αυτοκίνητα.
- Στην Αθήνα ένα επιβατικό αυτοκίνητο διανύει, κατά μέσον όρο, 9.000 χλμ. /χρόνο, με αποτέλεσμα το 1997 να διανυθούν γύρω στα 11,2 δισεκατομμύρια οχηματοχιλιόμετρα για τα οποία καταναλώθηκαν 1,1 δισ. λίτρα καυσίμου.
- Εχει υπολογισθεί ότι κάθε χρόνο εκπέμπονται 350.000 τόνοι μονοξειδίου του άνθρακα, 50.000 τόνοι υδρογονανθράκων, 23.000 τόνοι οξειδίων του αζώτου και άλλοι, λιγότερο γνωστοί ρύποι.
- Η δαπάνη για τα καύσιμα πλησιάζει τα 240 δισ. τον χρόνο ενώ το κόστος των «χαμένων ωρών εργασίας» πλησιάζει τα 500 δισ.
Η ανάγνωση και μόνο αυτών των αριθμών προκαλεί δέος, αλλά επιτρέψτε μου να δω τα γεγονότα από μια περισσότερο ρεαλιστική πλευρά. Κατ’ αρχάς δεν πιστεύω να υπάρχει έστω και ένας (σώφρων) άνθρωπος που θα υποστήριζε ότι το αυτοκίνητο δεν έπρεπε να… ανακαλυφθεί από τον Καρλ Μπεντς ή, ακόμη χειρότερα, να απαγορευθεί η χρήση του όπως ζητούν οι απανταχού οικολογούντες.
Το αυτοκίνητο αποτέλεσε (και αποτελεί) μια πραγματικότητα του 20ού αιώνα και των αρχών του 21ου (ίσως ως το 2050). Η προσπάθεια των ειδικών, των μηχανικών – σχεδιαστών και των ερευνητών είναι να κάνουν τη χρήση του όσο γίνεται πιο «φιλική» στον άνθρωπο και στο περιβάλλον και σε αυτόν τον τομέα όχι απλώς «τα έχουν καταφέρει» αλλά έχουν κάνει αληθινά «θαύματα». Τα σημερινά αυτοκίνητα είναι, όπως γράψαμε την περασμένη Κυριακή, 140% (τουλάχιστον) πιο οικονομικά άρα και «καθαρά», και όχι 200% αλλά… 500% πιο ασφαλή. Αν σήμερα στην ατμόσφαιρα εκλύονται 350.000 τόνοι μονοξειδίου του άνθρακα στις αρχές της δεκαετίας του ’80 εκλύονταν… 600.000!
Σε κανέναν τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας (με εξαίρεση εκείνους της αεροναυτικής, της πληροφορικής και της γενετικής) δεν γίνονται «θαύματα», πολύ περισσότερο δε στον τομέα των μεταφορών όπου η πρόοδος είναι ίσως αργή αλλά σταθερή και, το κυριότερο, προβλέψιμη. Απόδειξη αυτού το άρθρο στη σελίδα Γ23 του φύλλου της περασμένης Κυριακής για το Fever (Fuel Cell Electric Vehicle of Extended Range), το αυτοκίνητο που ως καύσιμο χρησιμοποιεί το υγρό υδρογόνο. Κανείς (ούτε ο υπογράφων) δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι αυτοκίνητα αυτού του τύπου θα κάνουν «αύριο» την εμφάνισή τους στις πόλεις και αυτό γιατί το πρόβλημα της σχεδίασης – κατασκευής των κρυοστατικών δεξαμενών σε αυτοκίνητα και πρατήρια (το υδρογόνο διατηρείται σε υγρή μορφή σε θερμοκρασία κάτω των 243Ψ C) είναι από τα πλέον δύσκολα να αντιμετωπισθούν. Να όμως που ερευνητές στις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν την ιδέα να χρησιμοποιήσουν το υδρογόνο που υπάρχει στη… βενζίνη, πράγμα που σημαίνει ότι θα «φουλάρουμε» τα ήδη υπάρχοντα «ρεζερβουάρ» σε «κανονικά» πρατήρια. Μια ειδική διάταξη θα διαχωρίζει το υδρογόνο που θα καταναλίσκει ο κινητήρας, με αποτέλεσμα η ατμόσφαιρα να απαλλαγεί από τα δηλητήρια. Και αυτή η εφαρμογή όμως δεν πρόκειται να έλθει «αύριο» αλλά θα έλθει και ο λόγος είναι απλός: υπάρχει πολύ χρήμα στην… αντιρύπανση!
Και το κυκλοφοριακό, τα 500 δισ. των χαμένων ωρών εργασίας; Θα έκανα την εξής απλή πρόταση: αντί να λύσουμε το «κυκλοφοριακό» (πράγμα ανέφικτο σε αυτή τη φάση της ανθρώπινης ιστορίας) είναι προτιμότερο να εξοικονομήσουμε 600 δισ. από την Ολυμπιακή, 200(;) από τον ΟΣΕ, 900(;) των τριών «φορέων» των αστικών συγκοινωνιών και τις εκατοντάδες δισεκατομμύρια των λοιπών ΔΕΚΟ που «ρουφάνε το αίμα» του λαού.
Αν και εφόσον εξοικονομήσουμε τα 2,6(;) τρισ. που καταβροχθίζουν οι επιχειρήσεις κοινής εκμετάλλευσης (του λαού), τότε ίσως μπορέσουμε να διαθέσουμε και λίγα ψωροεκατομμύρια σε πανεπιστήμια, ιδιώτες και τοπική αυτοδιοίκηση για να κάνουν έρευνα για νέες πηγές ενέργειας αλλά και έργα (δρόμους, γέφυρες, χώρους στάθμευσης κλπ.) που πραγματικά θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής και, βέβαια, το περιβάλλον ως το 2050, όπου το «γιωταχί» θα παραχωρήσει τη θέση του σε άλλες, περισσότερο εξελιγμένες και «φιλικές» στον πλανήτη μεθόδους μεταφοράς.