Παλαιότερα… Γιατί, τα τελευταία χρόνια συνέβη κάτι που συμβαίνει σε όλους: μεγαλώσαμε! Έτσι, εκείνοι που «δάκρυζαν» βλέποντας τις Λάντσια Στράτος και τις Αλπίν Ρενό να «κουτρουβαλάνε» στις ειδικές διαδρομές του Ράλλυ Ακρόπολις ή ήθελαν να μάθουν τα πάντα για τη νίκη του Τζάκι Στιούαρτ στο Μονακό, έκαναν δουλειές και οικογένειες και δεν είχαν πλέον χρόνο γι’ αυτά, κι εκείνοι που ακολούθησαν ενδιαφέρονται περισσότερο για την κρυφή ζωή της Ρούλας Μπούλας παρά για τη δουλειά του μηχανικού Βισκόντι. Αποτέλεσμα αυτής της (απόλυτα φυσιολογικής) αλλαγής είναι από τη μια πλευρά να μην μπορούμε ή να μη θέλουμε να παρακολουθήσουμε το «φαινόμενο» Ρούλα Μπούλα και από την άλλη να μην έχουμε κοινό που να ξέρει (και να μη θέλει να μάθει) ποιος ήταν, π.χ, ο Φάντζιο. Κάποιος θα πει ότι, αν σε κάθε τεύχος παρουσιάζαμε τις Στράτος, τις Αλπίν ή τις Πόρσε 917, θα διατηρούσαμε «ζωντανή» τη σύνδεση με το παρελθόν και δε θα είχε άδικο. Έτσι όμως και με το γεγονός ότι ελάχιστα πράγματα μπορούμε να γράψουμε για την πατρίδα μας (στον τομέα του αυτοκινήτου πάντα) οι 4T κινδύνευαν να μεταβληθούν σε περιοδικό που, κατά κύριο λόγο, θα παρουσίαζε τις «αγάπες» εκείνων που το έφτιαξαν!

Να όμως που παρά τις δυσκολίες και το γεγονός ότι στον τελευταίο αγώνα της Τρίπολης κόπηκαν… 15 μόλις εισιτήρια οι 4T προσπαθούν να κρατήσουν την ιδέα ζωντανή. Το 1996 αφιερώσαμε δεκάδες σελίδες σε αυτοκίνητα και αγώνες που υπηρετούν το πνεύμα της αγνής αυτοκίνησης πηγαίνοντας ενάντια στο ρεύμα, αλλά και στις έρευνες της αγοράς που λένε ότι ελάχιστοι άνθρωποι ενδιαφέρονται πλέον για όσα συγκινούσαν τους ανθρώπους της δικής μας γενιάς. Υπάρχει άραγε μεγαλύτερη απόδειξη από την επίσκεψή μας στη Φεράρι και τον τρόπο που παρουσιάζουμε σ’ αυτό το τεύχος το «θρύλο;». Όπως και σε παλαιότερα άρθρα, έτσι και σε αυτό θα δείτε ότι δεν παρουσιάζουμε τη Φεράρι του κάθε φλώρου (που την κάνει «πίτα» σε κάποια στροφή της Κηφισίας) αλλά την απόλυτη μηχανή αυτοκίνησης και τους ανθρώπους που την έφεραν στη ζωή (ελπίζοντας έτσι να δώσουμε κάποια παραδείγματα στους νέους που διαβάζουν το περιοδικό μας).

Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι (όπως ο πρώην συνεργάτης μας Νίκος Δήμου) που ισχυρίζονται ότι οι 4T έχασαν την αυτοκινητιστική τους «αθωότητα» Απ’ ό,τι είμαστε σε θέση να θυμηθούμε μάλλον πρέπει να μας έπεσε την ώρα που ο Διευθυντής Σύνταξης του περιοδικού, Στράτης Χατζηπαναγιώτου, «κουτρουβαλούσε», στα 10/10, σε κάτι ειδικές διαδρομές που τα γκρέμια δεξιά ξεπερνούσαν τα 500 μέτρα. Δεν αποκλείεται να μας «έπεσε» όταν γυρίζαμε το Φιοράνο με τρεις Φεράρι σε χρόνους πολύ κοντά στο απόλυτο ρεκόρ. Ίσως να την έχασε ο Σπύρος Κάγκας καθώς το ταχύμετρο «τερμάτιζε» στα 240 χλμ./ώρα στην ευθεία μετρήσεων του περιοδικού (που χρησιμοποιείται απ’ όλους τους θλιβερούς αντιγραφείς των ιδεών και της δουλειάς μας). Μπορεί να την έχασα εγώ την ώρα που οδηγούσα τη Φεράρι «Μαρανέλο» ή τη στιγμή που πετούσα με το F16 και ο κυβερνήτης μου «τραβούσε» απανωτά «εφτάρια» και «οχτάρια» (G). Μπορεί ακόμα να μας έπεσε (η αθωότητα), επειδή δεν υποκύψαμε στις ορέξεις κάποιων ισχυρών, ίσως τη χάσαμε τη στιγμή που διαβολοστέλναμε κάποιους που μας τιμώρησαν οικονομικά και άλλους που μας προειδοποίησαν (το Δεκέμβριο) ότι «πρέπει να προσέχουμε, αλλιώς…».

Τέλος πάντων… Μπορεί να απωλέσαμε την «αθωότητά» μας σε χίλια-δύο μέρη, γι’ αυτό, αν κάποιος από σας τη βρει, παρακαλείται να την επιστρέψει στην οδό Πραξιτέλους 31 ή Ηλιουπόλεως 2 (ακόμα δεν ξέρω πότε θα μετακομίσουμε), για να μπορέσουμε να «ανεβούμε» και πάλι στην εκτίμηση των φίλων μας.

Δυστυχώς, για πολλούς το μεγάλο γεγονός του 1996 δεν ήταν η απώλεια της αθωότητας των 4T αλλά η πλήρης εκπόρνευση ορισμένων από τους άλλους! Τίποτα δεν τους σταματάει στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν δύναμη και χρήμα. Τα πάντα διατίθενται προς πώληση, από συνειδήσεις μέχρι εργοστάσια εκτυπώσεων και από ραδιοφωνικές συχνότητες μέχρι προβληματικές επιχειρήσεις. Οι ισχυροί έγιναν ισχυρότεροι (σε βαθμό που πλέον να ορίζουν ακόμα και την προσωπική μας ζωή) και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Τα εμφανή (και αφανή) διαπλεκόμενα και τραστ απειλούν να μεταβάλλουν την Ελλάδα (αν δεν την έχουν ήδη μεταβάλει) σε δημοκρατία της μπανάνας της δεκαετίας του ‘60 και κανείς δε φαίνεται διατεθειμένος (ή να μπορεί) να κάνει κάτι γι’ αυτό. Επειδή δε θέλω (ακόμα) να μιλήσω για τα φαινόμενα της πλήρους παρακμής σε άλλους χώρους, θα περιοριστώ στο δικό μας όπου εκτός από μία ακόμα (κραυγαλέα αυτή τη φορά) αντιγραφή των 4T είχαμε και την εμφάνιση φαινομένων «σκληρού» εκβιασμού της αγοράς από έντυπα που βλέπουν το αυτοκίνητο μόνο σαν χρυσή αγελάδα και όχι ως ένα πεδίο ευγενικής αντιπαράθεσης (στο σχεδιασμό και στους αγώνες) και ως μέσο που ενισχύει τις ανθρώπινες ελευθερίες. Στο προηγούμενο τεύχος έγραψα λίγα πράγματα για τα δήθεν TOP 10, 15 ή 50 και τον τρόπο που αποφασίζονται οι «θέσεις» του κάθε αυτοκινήτου και δεν πρόκειται να επανέλθω, γιατί πάλι πιστεύω ότι οι αναγνώστες είναι σε θέση να διακρίνουν τις απάτες.

Με λίγα λόγια το 1996 δεν ήταν από τις καλύτερες χρονιές, αλλά δεν ήταν και από τις χειρότερες για το περιοδικό. H μέση κυκλοφορία διατηρήθηκε σχετικά ψηλά (με τίποτα δεν μπορούμε να πλησιάσουμε τις κυκλοφορίες εντύπων που πουλάνε γκλαμουριά, σκάνδαλα, κουτσομπολιό και γυμνή σάρκα) ενώ τα οικονομικά μας ήταν λίγο χειρότερα από το 1995 (κάθετη αύξηση του κόστους παραγωγής χωρίς παράλληλη αύξηση των εσόδων).

Για μένα το 1966 δεν ήταν και τόσο καλό και ο λόγος είναι απλός και ομολογημένος: αντί να βρω λίγο ελεύθερο χρόνο, να πάω διακοπές και να ξεκουραστώ (λιγάκι), κουράστηκα ακόμα περισσότερο! Το 24ωρο έγινε 48ωρο, οι διακοπές περιορίστηκαν σε ημέρες τρεις (εκείνο το σαββατοκύριακο στη Σίφνο) και η δουλειά εκατονταπλασιάστηκε. Πώς διάβολο τα καταφέρνω έτσι, ακόμα δεν έχω καταλάβει (και κατά τα φαινόμενα ποτέ δε θα καταλάβω), αλλά έτσι είναι. Δουλειά ακόμα και τα σαββατοκύριακα και τις γιορτές (οι γραμμές αυτές γράφονται στο διήμερο των Χριστουγέννων), με αποτέλεσμα να έχω να πάω για να πετάξω τουλάχιστον έξι μήνες και τον ίδιο χρόνο να καβαλήσω την παλιά, πιστή K100RS που, ειρήσθω εν παρόδω, εξακολουθεί να βρίσκεται σε άριστη κατάσταση παρά τα 16 της χρόνια. Τελικά, τα μόνα πράγματα που μου έδωσαν χαρά το 1966 ήταν το περιοδικό, οι συνεργάτες που επιμένουν, τα ζώα του σπιτιού, η σύντροφός μου Σοφία (ως συνήθως με ανορθόδοξο τρόπο) και τα όσα καλά αυτοκίνητα οδήγησα.

Τα περισσότερα τα είδατε στις δοκιμές μας και στα σύντομα σημειώματα που κάνω σε αυτές εδώ τις σελίδες τον επόμενο μήνα (δε γίνεται στον ίδιο, γιατί, όπως σας έχω πει, ο Αντίλογος «φεύγει» πρώτος για το τυπογραφείο). Τις επιλογές του περιοδικού τις διαβάσατε στο προηγούμενο τεύχος, αλλά δε διαβάσατε τις δικές μου. Αν λοιπόν είχα τα χρήματα, την κοινωνική ματαιοδοξία ή αν θεωρούσα ηθικό να πληρώσω τους γελοίους φόρους που επιβάλλουν στα κυβικά εκατοστά, θα έπαιρνα την BMW523i. Έζησα πάλι λίγες μέρες μαζί της το Δεκέμβριο και εκτίμησα αυτό που είχα γράψει όταν την οδήγησα πρώτη φορά: αυτό το αυτοκίνητο είναι σχεδιασμένο από μηχανικούς που είναι και πραγματικοί οδηγοί. Όλα τα συστήματα, από τους μηχανισμούς ρύθμισης των καθισμάτων μέχρι το ηλεκτρονικό σύστημα που ελέγχει την ολίσθηση στους πίσω τροχούς, λειτουργούν με τρόπο άψογο σε βαθμό που το αυτοκίνητο να βρίσκεται συνεχώς δίπλα στον οδηγό. Οδηγώντας την 523i «ξέχασα» ότι η ελληνική άσφαλτος γλιστράει σαν καθρέπτης και ότι το οδόστρωμα είναι γεμάτο με λακκούβες και ανωμαλίες. Το αυτοκίνητο περνάει γρήγορα (αν θέλεις) και με απόλυτη ασφάλεια πάνω από κάθε παγίδα, που βάζει στον οδηγό το παράλυτο δήθεν κράτος, αλλά και οι με δείκτη νοημοσύνης 40 που παριστάνουν τους οδηγούς (διαβάστε πιο κάτω).

Και επειδή ίσως βρεθούν κάποιοι που θα πουν πως ό,τι πληρώνεις παίρνεις, θα τους θυμίσω ότι λίγο πολύ τα ίδια λόγια έγραψα για τα Πεζό 306 Gti-6 και 106GTi, τα Άουντι 1.8T και A3, το Ρενό Μεγκάν 2.0, αλλά και για το μικρό Φορντ Φιέστα και για πολλά από τα αυτοκίνητα που επέλεξε το περιοδικό στα Αριστεία ‘96.

Αφού υπάρχουν αυτοκίνητα που μου αρέσουν, πρέπει να υπάρχουν και άλλα που δε μου αρέσουν ή, καλύτερα, δε με συγκινούν, γιατί στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα σημερινά αυτοκίνητα είναι «καλά». Λοιπόν, παρά την κάποια ηλικία μου, εξακολουθώ να μη συμπαθώ τα αποκαλούμενα «οικογενειακά» αυτοκίνητα. Και λέω «συμπαθώ» επιλέγοντας με προσοχή τη λέξη, γιατί κανείς (ούτε εμείς!) δεν μπορεί να πει ότι τα αυτοκίνητα που με τόση «έμφαση» αγοράζουν οι Έλληνες δεν είναι καλά. Μια χαρά είναι (τα περισσότερα). Απλά δε διαθέτουν την ακρίβεια και την υψηλή πιστότητα που διαθέτουν τα αυτοκίνητα στα οποία οι 4T επέδωσαν τα Αριστεία ‘96. Επειδή λοιπόν ακόμα μου αρέσει η οδήγηση, επιτρέψτε μου να συμπαθώ εκείνα τα αυτοκίνητα που μου προσφέρουν τα καλύτερα χαρακτηριστικά οδήγησης (και να αντιπαθώ εκείνα που συμπαθούν οι μηχανοδηγοί).

Λίγες μέρες πριν τελειώσει ο χρόνος είχα την ευκαιρία να οδηγήσω ακόμα ένα από τα αυτοκίνητα που μου αρέσουν: το Βόλβο 850R. Καλά, δε σας λέω τίποτα! Όπως γράψαμε και στο τεύχος Ιανουαρίου «…0-100 χλμ/ώρα σε 7,1 δευτ, τα 400 μέτρα από στάση σε 15,2 δευτ. και το χιλιόμετρο σε κάτι παραπάνω από 27 δευτ. και τελική 245 χλμ./ώρα…» Κι όλα αυτά από μια εταιρία που μέχρι κάποια εποχή (αλήθεια πότε η Βόλβο είδε το φως το αληθινό;) έφτιαχνε αυτοκίνητα για αμερικανίδες γεροντοκόρες και άλλα βαθιά συμπλεγματικά άτομα που έχουν χάψει το σύνθημα «η ταχύτης σκοτώνει». Και πώς να μη μου άρεσε, αφού κάτω από το καπό υπήρχε μεν ο γνωστός 5κύλινδρος κινητήρας, μεγαλωμένος για το R της περίστασης στα 2.319 κ.εκ. Αλουμινένιος, 20βάλβιδος, με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, τούρμπο και απόδοση; Μα μόλις 249 ίπποι στις 5.400 σ.α.λ (μόνο!) και ροπή στρέψης που φτάνει τα 35,7 χλμ. στις 2.400 σ.α.λ.

Πώς να μη σου αρέσει ένα αυτοκίνητο που στο 95% του χρόνου του ταξιδεύει μόνο του στο δρόμο, μακριά από το αγριεμένο πλήθος. Γιατί μόνο του; Διότι με ένα απαλό πάτημα στο γκάζι ο οδηγός του μπορεί να προσπεράσει το κομβόι που έρπει εμπρός και να βρεθεί γρήγορα σε «καθαρό» δρόμο. Έτσι δεν κινδυνεύει από όλους εκείνους που θα αποφασίσουν να στρίψουν, να φρενάρουν, να σταματήσουν, να ξυστούν, να μαλώσουν με τον/την διπλανό/-ή τους, χωρίς να κάνουν τον κόπο να ειδοποιήσουν τους άλλους.

Όπως όλοι μας (και εγώ) έχουμε πει δεκάδες φορές ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερος παράγοντας ασφαλείας από τις επιδόσεις, και όταν λέμε επιδόσεις δεν εννοούμε μόνο την απόδοση του κινητήρα. Μην πέφτετε λοιπόν θύματα των διαφημιστών και των «μαρκετίαρ». Τη δουλειά τους κάνουν οι άνθρωποι και πουλάνε αυτοκίνητα σαν φριτέζες και σαλόνια Λουί Κενζ, αλλά δυστυχώς, γι’ αυτούς, τα αυτοκίνητα δεν είναι κατσαρόλες (όχι πως δεν υπάρχουν κι ένα-δυο που θυμίζουν σκεύη κουζίνας!).

Λοιπόν, θα πείτε. Μόνο αυτά συνέβησαν τη χρονιά που πέρασε;… Όχι βέβαια. Εκτός από τη (νικηφόρα) μάχη των 4T δώσαμε και άλλες. Αλλού κερδίσαμε και αλλού χάσαμε, αλλά το τελικό αποτέλεσμα ήταν μάλλον ικανοποιητικό, ίσως γιατί και παρά τις περί αντιθέτου υστερικές κραυγές, ανακοινώσεις και δελτία Τύπου το περιοδικό μας εξακολουθεί να παραμένει (επί 26 χρόνια) πρώτο στις προτιμήσεις σας.

Και η χρονιά που έρχεται…

ΧΩΡΙΣ καμία αμφιβολία, το «μεγαλυτερότερο» γεγονός του ‘96 είναι η ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της ανέγερσης του νέου ιδιόκτητου κτιρίου γραφείων της «Τεχνικές Εκδόσεις Α.Ε.».

Όπως ίσως γνωρίζετε (όσοι μένετε στα νότια προάστια και περνάτε από τις οδούς Βουλιαγμένης και Ηλιουπόλεως) το κτίριο είναι «έτοιμο», αλλά όχι ολοκληρωμένο. Οι αιτίες είναι γνωστές 1. έλλειψη χρημάτων και 2. ο κλασικός «επαγγελματίας» που υπόσχεται να παραδώσει τη δουλειά τον Αύγουστο και την παραδίδει (μισή) τον Ιανουάριο. Στόχος μας είναι να εγκατασταθούμε στο ισόγειο και, σιγά-σιγά, να προσπαθήσουμε να ολοκληρώσουμε τους άλλους δύο ορόφους.

Όπως καταλαβαίνετε εκτός από τη διεύθυνση (Ηλιουπόλεως 2, Υμηττός) αλλάζουν και οι αριθμοί τηλεφώνου, φαξ καθώς και οι αριθμοί πρόσβασης στο Techlink, γι’ αυτό ρίξτε μια ματιά στις σελίδες των περιεχομένων μήπως άλλαξαν ήδη, αν και ο Μάρτιος φαίνεται πιο πιθανός για μετακόμιση!

Νέο «σπίτι» λοιπόν για τους 4T και την εταιρία το 1997, και αυτή είναι και η τελευταία αλλαγή, αφού όπως μπορείτε να δείτε και στη φωτογραφία του Βασίλη Γιαννακόπουλου το κτίριο είναι αρκετά μεγάλο για να μας «φτάσει» πολλά-πολλά χρόνια. Σ’ αυτή την πρώτη φάση θα έχουμε γύρω στα 1.000μ2 (και αργότερα άλλα 1.500 μ2). Αν στο χώρο γραφείων προσθέσουμε και τους δύο υπόγειους χώρους στάθμευσης που φθάνουν τα 2.000μ μ2, θα δούμε ότι όχι απλώς δε χρειάζεται να (ξανα)μετακινηθούμε, αλλά μάλλον εκεί θα μας βρει το μοιραίον!

Ελπίζω και ελπίζουμε, το νέο μας σπίτι να μας επιτρέψει να εργαστούμε με περισσότερη άνεση, αν και αυτό δεν είναι σίγουρο λόγω της γενικότερης κατάστασης της αγοράς και της ίδιας της χώρας.

Χωρίς να έχω περισσότερες πληροφορίες, πέρα απ’ αυτές που διαβάζω στον ξένο Τύπο (και σε μια-δυο εφημερίδες του εσωτερικού), έχω τη βάσιμη υποψία ότι οι «φίλοι και σύμμαχοί» μας στις Βρυξέλλες, στην Ουάσιγκτον, στο Λονδίνο και, φυσικά στην Άγκυρα, μόνο δεινά επιφυλάσσουν για την Ελλάδα. Κι αυτό όχι γιατί όλοι βάλθηκαν να συνωμοτήσουν εναντίον της Ψωροκώσταινας, αλλά το αντίθετο. H Ψωροκώσταινα τούς προκαλεί με τη στάση της. Όπως και στην περίπτωση της προδοσίας που οδήγησε στην εισβολή και στην κατάληψη του 50% της Κύπρου από τους στρατοκράτες της Άγκυρας, έτσι και τώρα μια άλλη εθνική προδοσία, που γεννήθηκε από την εγκληματική ασχετοσύνη, τη βλακεία, την ακατάσχετη μπουρδολογία και βέβαια την ηττοπάθεια των δήθεν ηγετών της δήθεν χώρας, θα οδηγήσει σε νέους εξευτελισμούς ή ακόμα και σε απώλεια εθνικού χώρου με οτιδήποτε συνεπάγεται αυτό.

Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε ένα σενάριο που λέει (το έχουμε γράψει πολλές φορές στο παρελθόν) ότι οι Γκρίζοι Λύκοι της Τσιλέρ, οι Καρό Αρκούδες του Βίντενοφ, του Σέντοφ, του Πιρίνσκι (ή όποιου κυβερνάει τη Βουλγαρία αυτό το μήνα), τα Πράσινα Άλογα του Γκλιγκόροφ ή, τέλος, η όποια ξένη οργάνωση επιθυμεί να αλωνίσει τη χώρα των τετρομαγμένων Υπουργείων Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας, δημιουργούν ένταση στη Θράκη (σημ.: είδατε πόσο γρήγορα το πρώτο έφερε πίσω το χεσ…νο από το φόβο εκπρόσωπό του στο Περού αντί να αδράξει την ευκαιρία και να στείλει ολόκληρη αποστολή για να διαπραγματευτεί η Ελλάδα με τους Τουπάκ Αμάρου).

H ένταση οδηγεί σε ταραχές, οι ταραχές σε επέμβαση της Τουρκίας και η επέμβαση σε (δήθεν) πόλεμο μεταξύ δύο «φίλων και συμμάχων στο Ν.Α.Τ.Ο». Τι γίνεται όταν μαλώνουν δύο «φίλοι και σύμμαχοι;» Μα, επεμβαίνουν οι κηδεμόνες και τους χωρίζουν. O ένας απ’ εδώ, ο άλλος απ’ εκεί και στη μέση μια περιοχή (η δυτική Θράκη ίσως και ένα μικρό μέρος της ανατολικής). Την περιοχή αυτή ελέγχουν οι κηδεμόνες με τις IFOR, TFOR ή όποια δύναμη ταχείας επέμβασης έχουν διαθέσιμη εκείνη τη στιγμή. Ας μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο μέρος αυτών των «χωροφυλάκων» παραμένουν στη Βοζνία και στη FYROM (το ξέρετε ότι στα Σκόπια υπάρχουν ακόμα και seals αμερικανικού ναυτικού και ότι οι ασκήσεις που κάνουν έχουν ονόματα όπως «Ασπίδα της Θεσσαλονίκης;). Μαλώνουν λοιπόν οι «φίλοι λαοί» και η περιοχή τίθεται υπό την κηδεμονία του N.A.T.O. (ή του O.H.E. το ίδιο κάνει) και οι δύο χώρες καλούνται να προσέλθουν σε «διάλογο» με θέμα τα «μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης». Όπως και στην Κύπρο, έτσι και στη Θράκη ο «διάλογος» θα διαρκέσει μέχρι το 2035, οπότε δεν αποκλείεται να ενεργοποιηθεί ένα νέο «αμυντικό δόγμα» που να προβλέπει την προστασία της Θεσσαλονίκης! Και όλα αυτά τα χρόνια στα κανάλια θα δίνουν και θα παίρνουν τα «τοκ σόου» όπου θα εμφανίζονται διάφοροι μεταλλαγμένοι που θα λένε ότι το καλύτερο που έχει να κάνει η Ελλάδα είναι, αν δε θέλει νέες εθνικές καταστροφές, να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις και όλοι θα πλέουν στα ίδια πελάγη ευτυχίας που πλέουν και σήμερα.

Έστω όμως ότι δεν ισχύει το σενάριο της δυτικής Θράκης. Τι τους εμποδίζει να χρησιμοποιήσουν άλλο. Να επιτεθούν π.χ. στην Κύπρο με πρόσχημα το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Λευκωσίας που, σύμφωνα με τους ελλαδίτες ψοφοδεείς, δεν έπρεπε να «υλοποιηθεί», επειδή «προκαλεί» την Άγκυρα. Τι θα γίνει τότε; Κανείς δεν είναι σε θέση να πει με σιγουριά. Κι αυτό γιατί κανείς δε γνωρίζει αν ισχύει ή όχι το «Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα» (τι βαρύγδουπος όρος για μια φθηνή και απ’ ό,τι φαίνεται μάλλον τελειωμένη θεατρική παράσταση), αν μια νέα προέλαση της Τουρκίας στο νησί είναι ή όχι αιτία πολέμου (όπως είχε δηλώσει παλαιότερα και ο στρατηλάτης του «Βυθίσατε το Χόρα»).

Το πιθανότερο είναι να σκοτωθούν μερικές εκατοντάδες παιδιά που κάνουν το λάθος να πιστεύουν ακόμα στην Ελλάδα, και ο Ερμπακάν να καταλάβει ολόκληρη την Κύπρο ίσως και κάνα-δυο ελληνικά νησιά. Γιατί πώς να μη συμβεί αυτό, όταν το πόρισμα του Πολεμικού Ναυτικού λέει ότι για τη βύθιση του «Κωστάκος» υπεύθυνος (εν καιρώ «πολέμου», τρομάρα τους, αφού τέτοια ήταν η άσκηση) ήταν ο πλοίαρχος του φέρι μποτ «Σάμαινα» που δεν είδε το πολεμικό! Δέκα θαυμαστικά χρειάζονται, αφού όπως ήδη γράψαμε, υπεύθυνα για τη βύθιση ήταν τα φραπόγαλα, και μην έχετε την παραμικρή αμφιβολία γι’ αυτό.

Επειδή λοιπόν έχουμε γίνει ένας λαός-φραπόγαλο, δε βλέπω πώς μπορούμε πλέον να αντιμετωπίσουμε τους εξωτερικούς (και εσωτερικούς) κινδύνους. Έστω όμως ότι δε γίνεται τίποτα στη Θράκη και στην Κύπρο. Νομίζετε ότι τελειώσαμε με τις απειλές; Τι εμποδίζει π.χ. τον Μπερίσα ή τον Γκλιγκόροφ να εισβάλλει όπου και όποτε θέλει… Με τόσες πανέξυπνες φάτσες στα υπουργεία και στις υπηρεσίες «ασφαλείας» το πιθανότερο είναι ότι κανείς δε θα καταλάβει ότι ξένα στρατεύματα πέρασαν τα σύνορα.

Τα πράγματα έχουν φθάσει σε τέτοιο σημείο γελοιότητας που, αν κάποιος πει ότι η Ελλάδα πρέπει όχι μόνο να αμυνθεί, αλλά και να αντεπιτεθεί με στόχο να καταλάβει τα εδάφη που της ανήκουν, μαύρο φίδι που τον έφαγε. Οι κάθε λογής νάνοι θα του προσάψουν το χαρακτηρισμό του «εθνικιστή» και θα τον κατηγορήσουν ότι «παραβιάζει τα δικαιώματα των μειονοτήτων». Κι αυτό διότι οι Τούρκοι μπορούν να εισβάλλουν, να βιάζουν, να εκτελούν αθώους, να αφοδεύουν σε εκκλησίες, αλλά οι Έλληνες δεν πρέπει να αμυνθούν με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, επειδή, όπως ισχυρίζονται οι εν λόγω νάνοι, …«δεν πρέπει να κάνουν τα ίδια με τους βάρβαρους Τούρκους». Τέτοια ανωτερότητα.

Όμως η μεγαλύτερη απειλή για τη χώρα προέρχεται από το εσωτερικό. Μια νοητή αναδρομή στα φαινόμενα της πλήρους παρακμής που έκαναν την εμφάνισή τους στο χρόνο που πέρασε είναι αρκετή για να λυγίσει και τους πλέον αισιόδοξους. Χολιγουντιανές κηδείες, ψαλμωδίες σε παρεκκλήσια, εθνικοί εξευτελισμοί (Ίμια, Σκόπια κ.ά.), «Καρδίτσα-Καρδίτσα», κυβερνήσεις ελικοπτέρων, τρελές αγελάδες, κοτόπουλα-κανίβαλοι, Τόλης και Τζούλια, όνειδος και αρπακτικά, εμβολισμός τορπιλακάτου από (κατάφωτο) φέρι, σύγκρουση πλοίου με βραχονησίδα μέρα μεσημέρι, αποκλεισμοί εθνικών οδών, απειλές ότι οι κάτοικοι θα ξηλώσουν τις σιδηροδρομικές γραμμές, επειδή το τρένο «πατάει» κάποια (δίποδα) ζώα που δεν τις ελέγχουν πριν περάσουν, και βέβαια TO ΤΡΑΓΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ της τελευταίας εβδομάδας του έτους, το ναυάγιο του «Δύστος» και τα όσα επακολούθησαν.

Αλήθεια… Μετά τα όσα είδατε στις τηλεοράσεις και διαβάσατε στις εφημερίδες, υπάρχει κανείς από σας που να αμφιβάλλει για την ανικανότητα αυτού του «κράτους;».

Το οποίο «κράτος» την είχε βέβαια «κοπανήσει» για τις γιορτές και κανείς δεν ήταν στη θέση του για να προσφέρει βοήθεια στους 20 ναυτικούς. Αλλά και να ήταν, το ίδιο θα έκανε. Το γιατί το καταλαβαίνει κανείς από τις εικόνες της διάλυσης που είδε στα κανάλια και από το βαθμό νοημοσύνης που εκπέμπουν τα πρόσωπα των διαφόρων «αρμοδίων». Αν δεν υπήρχαν μερικά παλικάρια των OYK και κάποιοι ιδιώτες, που έτρεξαν με τα σκάφη τους κοντά στο μισοβυθισμένο πλοίο, η εικόνα της διάλυσης θα ήταν καθολική. Τελικά, υπάρχουν δεκάδες μικρά και μεγάλα γεγονότα που δείχνουν ότι κάποια σοβαρή ασθένεια έχει προσβάλει το συλλογικό υποσυνείδητο. H νόσος μπορεί να είναι αποτέλεσμα της υπερκατανάλωσης εκπομπών της (trash) τηλεόρασης, αλλά μπορεί να έχει άμεση σχέση με το μέσο δείκτη νοημοσύνης του λαού (όπως φρόντισαν να τον διαμορφώσουν, τα τελευταία 50 χρόνια οι πολιτικοί και πνευματικοί του «ταγοί»). Αυτά που συμβαίνουν μόνο με εργαλεία μέτρησης βλακείας μπορούν να «εξηγηθούν».

Αν τα όσα ανέφερα πιο πάνω δεν αρκούν για να σας πείσουν, θα εξαπολύσω το τελευταίο μου επιχείρημα: πώς εξηγείται ότι τα τελευταία 10 χρόνια τα τροχαία δυστυχήματα μειώθηκαν στις ευρωπαϊκές χώρες κατά 40%, και στην Ελλάδα αυξήθηκαν 100%;

Πριν πείτε ότι φταίει ο «ατίθασος» χαρακτήρας του Έλληνα, παρακολουθήστε τον ηλίθιο που παραβιάζει την προτεραιότητα, συγκρούεται με τα τρένα, στρίβει χωρίς τόξο, κάνει στροφή 180ο στην εθνική, πίνει και οδηγεί, βάζει το μικρό του παιδί όρθιο στο εμπρός δεξί κάθισμα… Αν όλα αυτά δεν είναι δείγματα αγνής και άδολης ηλιθιότητας, τότε ποια είναι;._Κ.Κ.

Για τη γλώσσα

Θυμάσθε εσείς οι παλαιότεροι αναγνώστες το διάλογο που έχει ξεκινήσει για τη γλώσσα στις σελίδες της αλληλογραφίας; Διάβασα μερικές από τις πραγματικά μεστές επιστολές τις μέρες των Χριστουγέννων καθώς ξεφύλλιζα παλιά περιοδικά τη στιγμή που δίπλα μου υπήρχαν δύο άρθρα: η ιδέα/πρόταση του διευθυντή της «Καθημερινής» Αντώνη Καρκαγιάννη για την επαναφορά του πολυτονικού και το άρθρο/απάντηση του Χρήστου Γιανναρά, με τίτλο «Τα τρακτέρ και το μονοτονικό» στο φύλλο 23ης Δεκεμβρίου στο οποίο ο καθηγητής «συμβουλεύει» το διευθυντή της εφημερίδας να μην έχει αυταπάτες, μια και σύμφωνα με το Σεφέρη ορισμένοι Έλληνες είναι οι τελευταίοι που μιλούν ελληνικά.

Να λοιπόν ένα θέμα που πιστεύω ότι θα ενδιέφερε τους αναγνώστες των 4T. Πρέπει ή όχι να επανέλθει το πολυτονικό. Αυτό το «πρέπει» μην το πάρετε και πολύ φανατικά, γιατί και να ήθελε να το επαναφέρει κάποιος δημοσιογράφος ή κάποιο έντυπο, απλά δεν μπορεί! Και ο λόγος είναι απλός: οι άνθρωποι που ήξεραν να ομιλούν και να γράφουν ελληνικά δεν είναι πλέον κοντά μας. Οι δάσκαλοι που δίδαξαν πολλούς από μας το πολυτονικό έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια, και οι νεότεροι όχι απλώς δεν «έχουν ιδέα», αλλά η πρότασή τους φαίνεται και αστεία.

Σοβαρά όμως…. Πρέπει ή όχι να επανέλθει το πολυτονικό; H γνώμη του υπογράφοντος είναι πως ναι, πρέπει, αλλά από επιλεγμένους ανθρώπους, σε επιλεγμένα έντυπα και άρθρα. Θα μπορούσε π.χ. η «Καθημερινή» ή το «Βήμα της Κυριακής» (και βέβαια οι 4TPOXOI) να έχουν έναν δημοσιογράφο/χρονογράφο/σχολιαστή που να χρησιμοποιεί το πολυτονικό. Με τον τρόπο αυτό όλο και κάποιος (ηλικιωμένος) διορθωτής θα βρεθεί να το κοιτάξει, αν και δεν αποκλείεται να υπάρχουν και κάποιοι νέοι που από αγάπη ή από «χόμπι» έχουν μάθει καλά ελληνικά (αντί greeklish).

Για να σας πω την αλήθεια, προσπάθησα κι εγώ να γράψω αυτό το σημείωμα χρησιμοποιώντας τα πνεύματα και την «παλιά» ορθογραφία, αλλά δεν τα κατάφερα. Αφενός τα έχω ξεχάσει κι αφετέρου ο υπολογιστής μου δε διαθέτει τις απαραίτητες ευκολίες.

Το ερώτημα βέβαια δεν είναι αν κάποιος έχει ξεχάσει τους τόνους ή αν το συγκεκριμένο λογισμικό έχει τις δυνατότητες, αλλά αν πρέπει ή όχι να ξεχάσουμε τη γλώσσα μας. Η επικρατούσα άποψη είναι ότι πρέπει, μια και όπως έγραψε και ο κ. Μαρωνίτης τα περί συνέχειας της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι ένα «ιδεολόγημα», ενώ όπως έγραψε ο κ. Κριαράς στην Καθημερινή της 1.12.96, «το μονοτονικό το έχει χωνέψει ο ελληνικός λαός». O ελληνικός λαός έχει «χωνέψει» και τα «σουβλάκια με πίτα», αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλα εδέσματα πολύ πιο καλά από τα πηγμένα στο (καμένο) λάδι σουβλάκια.

Έστω όμως ότι κάποιος έχει τη δυνατότητα να γράψει σε πολυτονικό (Κώστα Ζουράρι, τι λες; Το δοκιμάζουμε;). Ποιος θα διορθώσει το κείμενο και σε ποιον επεξεργαστή κειμένου θα το «χτυπήσουμε;». Αν κανείς έχει καμιά ιδέα, τον παρακαλώ να μου την πει.

Ξέρω ότι τα όσα γράφω θα προκαλέσουν την μήνιν των «εκσυχρονιστών», αλλά σκασίλα μου. Οι θέσεις μου είναι γνωστές: ναι στη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών, όχι επειδή πάσχω από προγονολατρεία, αλλά επειδή είναι αισθητικά ωραίο και επειδή παρά τις ελάχιστες γνώσεις μου πιστεύω ότι το μόνο που απέμεινε στο λαό μας είναι η γλώσσα και η συνέχειά της.

Τι λέτε λοιπόν, αγαπητοί μου φίλοι; Μετά τη Νέα Φιλική Εταιρία θα κάνουμε και το Ινστιτούτο για την Προστασία της Ελληνικής Γλώσσας; Οι σελίδες των Διαλόγων περιμένουν τις επιστολές σας._Κ.Κ.

Αντικατοπτρισμοί

Kαθόλου καλά δεν πήγε ο τελευταίος μήνας του χρόνου. Όχι τόσο επειδή η Ελλάδα συγκλονίστηκε από τα μπλόκα και τις απεργίες των συντεχνιών που, σιγά-σιγά, βλέπουν ότι χάνουν τα «κεκτημένα», ούτε γιατί η χώρα έκανε ένα ακόμα βήμα προς το χείλος του γκρεμού (και όπου να ‘ναι θα πηδήξει στο κενό). Όχι… Αυτά τα πράγματα είναι από καιρό γνωστά σε όσους ο Δείκτης Νοημοσύνης είναι πάνω από το …100, τα οποία, απλά, περιμένουν να συμβούν. O μήνας ήταν κακός, διότι, πρώτο, μέσα σε μια εβδομάδα δύο καλοί μου φίλοι έφυγαν για το μεγάλο ταξίδι, και δεύτερο, το τεύχος δεν ήταν από τα καλύτερα της ιστορίας μας! Έτσι που ήταν οι μέρες, οι προθεσμίες και οι ημερομηνίες, δεν πρόλαβα να γράψω δυο λόγια.

Πρώτα λοιπόν έφυγε ο Τζέρι Φίλιπς, ύστερα ο Σπύρος Γαλαίος, ο δημοσιογράφος-εκδότης, που το 1967 άλλαξε την πορεία της ζωής μου αναθέτοντάς μου την αρχισυνταξία του περιοδικού «ΑUΤΟ ΕΞΠΡΕΣ». Τον θυμάμαι στο γραφείο του, στο δεύτερο όροφο ενός πανέμορφου νεοκλασικού της πλατείας Καρύτση (όπου τότε στεγαζόταν η εφημερίδα «ΕΞΠΡΕΣ») να με περνάει από ιερά εξέταση προκειμένου να με αφήσει να γράψω στο πρώτο, έξτρα, τεύχος, που «αν πήγαινε καλά» όπως μου είπε θα γινόταν το μηνιαίο αυτοκινητιστικό περιοδικό AUTO ΕΞΠΡΕΣ. «Τι μπορείτε να γράψετε, κ. συνάδελφε», με ρώτησε, «τρώγοντας» όπως πάντα το δέλτα και το έψιλον από τη λέξη.

«Ό,τι θέλετε. Από το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλλυ μέχρι τεχνικά κομμάτια και από τεστ μέχρι πίνακες μεταχειρισμένων», απάντησα με τα πόδια μου να τρέμουν από την αγωνία. «Θέλω να μου φέρετε ένα κομμάτι για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλλυ. Αύριο…», μου είπε, πιστεύοντας ότι με κανέναν τρόπο δε θα μπορούσα να το κάνω. Ξενύχτησα, το έγραψα και την επομένη ήμουν πάλι στο γραφείο του. «Ορίστε το άρθρο που ζητήσατε», είπα δίνοντάς του χειρόγραφα και φωτογραφίες. Απόμενε να τα κοιτάει πίσω απ’ τα μισά του γυαλιά μην μπορώντας ή μη θέλοντας να πιστέψει ότι ο νέος που στεκόταν αμήχανος εμπρός του είχε γράψει 120 σελίδες σε μία νύχτα. «Θέλω ένα άρθρο για το Ελληνικό Πρωτάθλημα Ταχύτητας», είπε, προφανώς πιστεύοντας ότι το άλλο, για το πρωτάθλημα Ράλλυ, το είχα ετοιμάσει από μέρες! «Αύριο θα σας το φέρω», απάντησα.

Το πήγα, το διάβασε και, όταν με ξανακάλεσε στο γραφείο του, ήξερα ότι είχα βρει μόνιμη δουλειά. Άρχισα να δουλεύω για το νέο περιοδικό και, αν θυμάμαι καλά, ύστερα από 2-3 μήνες προσλήφθηκα με μισθό 6.000 δρχ. (μικτά). Το A.E. κυκλοφόρησε και έγινε επιτυχία και ο υπογράφων έγινε ο πρώτος του συντάκτης και σύντομα Αρχισυντάκτης. Τότε ήταν που συγκροτήθηκε και η πρώτη ομάδα του νεότερου αυτοκινητιστικού Τύπου. Ακόμα θυμάμαι την πρώτη επίσκεψη του («πιτσιρικά» τότε) Δημήτρη Κληρονόμου. Κρατούσε ένα τεράστιο φάκελο που ήταν γεμάτος με πίνακες! Δεκάδες πίνακες. Όλα τα μοντέλα του κόσμου, με όλα τους τα τεχνικά χαρακτηριστικά, παρουσιασμένους σε δεκάδες χρώματα!

Ακολούθησε ο Αντώνης Κόλλιας, ο Άρης Σταθάκης ενώ παρών ήταν και ο Τάκης Πιρπιρής. Κασέ έκανε ο Γιάννης ο Μιχαηλίδης που σήμερα είναι ένας από τους πιο καλούς μας ζωγράφους. Και, πάνω απ’ όλους, ήταν ο Σπύρος ο Γαλαίος. Αψύς, αλλά και γλυκός, οξύθυμος, αλλά και συναινετικός μάς είχε όλους σαν παιδιά του. H σχέση με το Σπύρο ήταν σχέση πατέρα-παιδιού. Οι καυγάδες ήταν ομηρικοί. Μας άκουγαν μέχρι απέναντι στα NEA, και μια φορά απ’ τις φωνές ήρθε και η Αστυνομία, αφού από τα άλλα γραφεία νόμιζαν ότι γινόταν έγκλημα!

Μαλώναμε γι’ αυτά που ήθελα να γράψω. Όπως έλεγε, τα κείμενά μου απειλούσαν όχι μόνο να «κλείσουν το μαγαζί», αλλά να μας σύρουν στα δικαστήρια με μηνύσεις για συκοφαντική δυσφήμιση, που ήταν και το χειρότερο που μπορούσε να συμβεί σε ένα δημοσιογράφο (δεκάδες οι χαμένες ώρες). Κι είχε δίκιο. Εκείνα τα χρόνια δεν μπορούσες να γράψεις ότι ένα αυτοκίνητο είναι κακό (ακόμα κι αν τα περισσότερα ήταν), διότι η αγορά ήταν μικρή και καθόλου συνηθισμένη στην αντικειμενική δημοσιογραφία. «Μπορείς να γράψεις ότι κάποιος είναι μαλ…ας και να σου κάνει μήνυση και μπορείς να γράψεις ότι κάνει ανήσυχο ύπνο, να εννοείς το ίδιο και κανείς να μην μπορεί να σου κάνει τίποτα», συνήθιζε να λέει στον Αρχισυντάκτη του κι είχε απόλυτο δίκιο. Από την ημέρα που ακολούθησα τη συμβουλή του οι επισκέψεις μου στη Σανταρόζα και στην Ευελπίδων μειώθηκαν στο ελάχιστο.

Θα μπορούσα να γράψω βιβλίο ολόκληρο για τη ζωή μου στο «ΑUΤΟ Εξπρές». Για τον τρόπο που δουλεύαμε, που γράφαμε, που δοκιμάζαμε αυτοκίνητα, αλλά και για τα όνειρα του Σπύρου, τις διηγήσεις του από τον Εμφύλιο, για τον τρόπο που δούλευε, τις ευκαιρίες που έδινε στους νέους ανθρώπους… Όμως δεν το κάνω, πρώτο γιατί πραγματικά δεν υπάρχει χρόνος, και δεύτερο γιατί η ιστορία μας δεν είναι δα και τόσο πρωτότυπη!

Από την Εξπρές έφυγα το 1970 για λόγους που μέχρι σήμερα δεν έχω πλήρως κατανοήσει (μολονότι συχνά κουβέντιασα το θέμα με τον Σ.Γ). Όπως και να ‘χει το πράγμα, το 1970 κυκλοφόρησαν οι 4T, αλλά ποτέ, μα ποτέ δε σταμάτησα να είμαι φίλος με τον Σ. Γαλαίο, έναν από τους παλιούς δημοσιογράφους/εκδότες που τίμησαν το επάγγελμα περισσότερο από πολλούς θορυβούντες δήθεν «δημοσιογράφους». Γι’ αυτό, αξέχαστε «κ. Συνάδελφε», σ’ ευχαριστώ για τις ευκαιρίες που μου έδωσες, αλλά και για τα όσα μου έμαθες. Κάποια στιγμή ελπίζω να συναντηθούμε, μια και έχω την άποψη ότι όλοι οι παλιοί γραφιάδες στον ίδιο παράδεισο πάνε.

Συνάντησα πρώτη φορά τον Τζέρι Φίλιπς στη διάρκεια του Ράλλυ Ακρόπολις του 1966. Όμως ήδη τον «γνώριζα» από παλιά (από το 1958), αφού διάβαζα τα άρθρα του στο περιοδικό Motorsport έγραφε με το ψευδώνυμο Verglas και στην εβδομαδιαία εφημερίδα Motoring News. Κι όταν λέω «διάβαζα», καλύτερα είναι να πω ότι χανόμουν μέσα σε κόσμους που για μένα ήταν «μαγικοί». Οι εκπληκτικές περιγραφές του με πήγαιναν στο Ράλλυ των 1.000 Λιμνών, μου έδειχναν τον ήλιο του μεσονυκτίου, μου αποκάλυπταν τις χιονισμένες ειδικές διαδρομές του Ράλλυ Μόντε Κάρλο και τις γεμάτες άγνωστους κινδύνους διαδρομές του RAC. Με κάποια περίεργη χημεία ο νεαρός τεχνικός δημοσιογράφος από την Αθήνα και ο γεμάτος ζωή και ανατρεπτικό χιούμορ δημοσιογράφος από την Ουαλία έγιναν οι καλύτεροι φίλοι. Κάθε χρόνο, λίγο πριν από το Ακρόπολις, ο Τζέρι έστελνε ένα γράμμα το οποίο πάντα ξεκινούσε με μια διαφορετική προσφώνηση. Τη μια ήμουν His Grace the Duke of Sparta and the Dominions East of Kalamata(!), την άλλη His Excellency the King of Athens, την τρίτη The Right Honorable Chief Obonomutu of Kenya κι αυτό επειδή ο Τζέρι όχι μόνο αγαπούσε αυτή τη χώρα, αλλά στην ουσία έμενε εκεί στο κτήμα ενός φίλου του, που εκτός των άλλων διέθετε και ψεκαστικά ελικόπτερα (θα σας πω παρακάτω γι’ αυτά).

Κι εγώ του απαντούσα χρησιμοποιώντας τους ίδιους «τίτλους» που κάθε φορά προσπαθούσα να είναι πιο απίθανοι και αστείοι (παράδειγμα: Το His Right Honorable Highness, the King of Acron Grove, Count of the R.A.C Rally and Viscount of Northern Wales, Mr Gerry Phillips). Κάθε χρόνο, λοιπόν, στο τέλος Μαΐου, ο καλός μου φίλος (και φίλος του αναχωρητή Τάκη Πιρπιρή) έφτανε στην Αθήνα και πότε έμενε στο σπίτι μου στη Βούλα, πότε στο Λαγονήσι, έχοντας συνήθως ανακαλύψει εκτός από καυτές δημοσιογραφικές αποκλειστικότητες και κάποιον εξίσου καυτό εκπρόσωπο του ασθενούς φύλου.

Σας μίλησα για το ανατρεπτικό του χιούμορ, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να σας το «δείξω». O λόγος είναι ότι έχοντας στην ουσία ταξιδέψει σε κάθε γωνιά του πλανήτη και έχοντας τρέξει σαν συνοδηγός στα μεγαλύτερα Ράλλυ του κόσμου, δίπλα στους καλύτερους ράλλυμεν, ο Τζέρι δε μιλούσε πλέον Αγγλικά ή Ουαλικά, αλλά μια παράξενη διάλεκτο που αποτελείτο από όλες τις γλώσσες του κόσμου ανακατεμένες με τα αγαπημένα του Σουαχίλι που βέβαια μιλούσε άψογα.

Φαντασθείτε τον λοιπόν να περιγράφει το Ράλλυ Σαφάρι χρησιμοποιώντας λέξει και ιδιωματισμούς από 5-6 γλώσσες και διαλέκτους! Δεν ήταν λίγες οι φορές που «πέφταμε κάτω» απ’ τα γέλια.

Μοιραστείτε το Άρθρο

Facebook
Twitter
LinkedIn
Email
Print

Απάντηση

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
Νοέμβριος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123
45678910
11121314151617
18192021222324
252627282930  
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
Νοέμβριος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123
45678910
11121314151617
18192021222324
252627282930  
Εγγραφή στο Ιστολόγιο μέσω Email

Εισάγετε το email σας για εγγραφή στην υπηρεσία αποστολής ειδοποιήσεων μέσω email για νέες δημοσιεύσεις.