Τώρα που τελειώνει ο χρόνος μ’ έχει πιάσει μια κρίση ειλικρίνειας. Δεν ξέρω πώς μου ήλθε, αλλά να που μου ήλθε… Κάθε πρωί που μπαίνω στ’ αυτοκίνητο για το γραφείο, σκέπτομαι… Σκέπτομαι αν όλη αυτή η εικόνα που βλέπω γύρω μου έχει καμιά λογική βάση ή αν πρόκειται για ομαδική παράνοια.
Κάθομαι μέσα στο μετάλλινο κουτί μου και γύρω μου άλλοι άνθρωποι κάθονται μέσα στα μετάλλινα κουτιά τους. Βρέχει και κάνει και κρύο. Από τις εξατμίσεις των δεκάδων αυτοκινήτων βγαίνει άφθονο το μονοξείδιο του άνθρακος. Η βροχή το πηγαίνει αμέσως στους υπονόμους, αλλά αν δε βρέχει το πάει στα πνευμόνια μας. Κακό αυτό. Βρωμίζουμε τις πόλεις μας και τα κτίριά μας. Δηλητηριάζουμε τα παιδιά μας. Αργούμε, θυμώνουμε, βρίζουμε, αρπαζόμαστε στα χέρια…
Πόσα χρόνια ζωής μας έχουν μείνει ακόμα; Πέντε; Δέκα;… Και τι ζωής; Οι περισσότεροι από εμάς δε μπόρεσαν να κάνουν αυτό που ήθελαν… Βολεύτηκαν –αυτή είναι η αλήθεια- απέκτησαν κι ένα αυτοκίνητο –κι αυτή είναι αλήθεια- και μια τηλεόραση και μια συμβία και τρία κουτσούβελα, αλλά οι περισσότεροι από εμάς δε μπόρεσαν να κάνουν αυτό που ήθελαν. Κάτι πήγε στραβά στο δρόμο, κάτι χάλασε, κάτι διαλύθηκε…
Και έχουμε κι αυτή την κατάσταση γύρω μας. Αυτοκίνητα, φώτα της τροχαίας, κλήσεις, πρόστιμα, βενζίνες ακριβές, εκνευρισμός, περισσότερος εκνευρισμός. Και έχουμε και τα καθημερινά… Το γραφείο, οι δουλειές μας, το άγχος για κάτι που δεν αξίζει στ’ αλήθεια τον κόπο, τα δυστυχήματα, τα συνεργεία, τα τρακαρίσματα, τα «μέτρα» (μ’ αρέσουν τα «μέτρα». Όλα λαμβάνονται για τους οδηγούς αυτοκινήτων Ι.Χ. Έχουν λεφτά αυτοί και πληρώνουν), τα μποτιλιαρίσματα…
Φθάσαμε σ’ ένα σημείο που πρέπει να λάβουμε δραστικά μέτρα. Το θέμα όμως είναι : Ποιος θα είναι εκείνος που θ’ αποφασίσει τα μέτρα; Θα πρέπει να είναι κάποιος που ξέρει από αυτοκίνητα και προβλήματα αυτοκινητιστικά, από ανθρώπους και προβλήματα ανθρώπινα και δε θα πρέπει να είναι ο κύριος Μπακαδάκης, διευθυντής της διευθύνσεως Α της υποδιευθύνσεως Β του Τομέα Γ… Ο κύριος Μπακαδάκης βλέπει σήριαλς κάθε απόγευμα και τρώει το καταπέτασμα κάθε βράδυ. Διαβάζει και την εφημερίδα «Ανία» και δεν είναι να αποφασίζει ένας τέτοιος άνθρωπος για το τι θα γίνει με σ’ ένα και με μένα… Κάθε φορά που τον κάνουν επιστάτη, η χώρα πάει 300 χρόνια πίσω… Έτσι υπάρχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα.
Προσπαθώ να το λύσω κάθε πρωί από την Αντίνορος μέχρι την Ιλισού και Βούρβαχη γωνία που είναι το γραφείο μου. Κάθε πρωί έχω μια κατακαίνουργια σκέψη.
Εκείνο το πρωί σκέφθηκα και τ’ άλογα… Καλή ιδέα τα άλογα, είπα στον εαυτό μου. Την απέρριψα όμως γρήγορα. Ποιος θα καθαρίζει τις κοπριές; Μήπως τ’ απορρυπαντικά που κάνουν για όλα; Αρνητικό, έγραψε ο μετρητής ιδεών που έχω στο ταμπλό του αυτοκινήτου μου. Υπερφόρτωση της μνήμης. Σκέψου κάτι άλλο.
Το άλλο πρωί σκέφτηκα κάτι άλλο. Συστήματα Μαζικής Μεταφοράς. Κατεβαίνεις από το κλουβί σου στο τέταρτο πάτωμα, στέκεσαι για λίγο στο πεζοδρόμιο και βάζεις τα πόδια σου στην πλάκα που έχει κόκκινο χρώμα. Αυτό μεταδίδει στο Μεγάλο Αδελφό, τον αγαπημένο μου Εγκέφαλο που ζει μέσα σ’ ένα τεράστιο κτίριο με κλιματισμό, το βάρος σου, το μέγεθος των παπουτσιών σου και τις σκέψεις σου… Μαζί με τον αύξοντα αριθμό σ’ αυτή τη ζωή. Κι εκείνος ξέρει που θα πας. Σε λίγο στέλνει ένα πλαστικό κουτί που κυλά πάνω σε ράγες. Μπαίνεις μέσα. Δένεσαι. Πρέπει να δεθείς, γιατί ο Μεγάλος Αδελφός φροντίζει για την Ασφάλειά σου. Δεν είναι δυνατόν να σε αφήσει να πάθεις ατύχημα. Κι όταν σ’ αφήσει, είναι κι αυτό προγραμματισμένο, γιατί έχει υπολογίσει ότι ένα 5 % περίπου πρέπει να εξοντώνεται σε τροχαία ατυχήματα. Μόλις μπεις μέσα, το πλαστικό κουτί αρχίζει και τρέχει –με 40 χιλιόμετρα- και σταματά εμπρός σε άλλες πόρτες που περιμένουν κι άλλοι άνθρωποι σαν κι εσένα. Τους παίρνει κι αυτούς. Και μετά τους ξερνάει έναν- έναν στους προγραμματισμένους προορισμούς τους. Στο Σύνταγμα, την Ομόνοια, την Καλλιρρόης και Βούρβαχη… Το μεσημέρι ή το βράδυ θα ξαναστηθείς στην κόκκινη πλάκα του πεζοδρομίου και το πλαστικό κουτί θα περάσει να σε πάρει και να σε πάει στο κλουβί σου. Άσχημα πράγματα. Και να σκεφτεί κανείς ότι ζούμε στην Αθήνα, στην Ελλάδα και ότι ο τεχνολογικός πολιτισμός δεν έχει φτάσει στα ύψη που έχει φτάσει σε άλλες χώρες…
Προχθές το πρωί κατέβηκα και πάλι από το κλουβί μου. Στο ασανσέρ ετοίμαζα τα πλάνα για τις σκέψεις που θα έκανα μέχρι το γραφείο, περιμένοντας ν’ ανάψει το πράσινο και ν’ αποφασίσει τι θα κάνει εκείνος ο χοντρός με το Σίμκα. Βγήκα στο δρόμο. Έκανε κρύο και τα σύννεφα ήταν πολύ χαμηλά. Περπάτησα προς το αυτοκίνητο, άνοιξα την πόρτα και κάθισα πίσω απ’ το τιμόνι. Ένοιωσα ρίγη. Είδα μερικές στάλες να πέφτουν στο μεγάλο τζάμι. Έβαλα μπρος και ο κινητήρας άρχισε να δουλεύει. Άνοιξα το ραδιόφωνο. Υπάρχει πάντα καλή μουσική στις οχτώ παρά το πρωί στον «αμερικάνικο». Είναι ένα από τα καλά αυτής της χώρας η μουσική, μαζί με την τεχνολογία τους, τον Τζην Γουάϊλντερ, τον Γούντυ Άλεν και τον Άλαν Άρκιν.
Πάνε οι σκέψεις μου για τη σωτηρία. Το σύννεφο έχει κατέβει ακόμη πιο χαμηλά και φυσάει δυνατά και παγωμένα. Ξεκινώ. Σιγά, γιατί αυτές τις στιγμές δεν τις αλλάζω με τίποτα. Σε λίγο θα βγάζω το λαρύγγι μου με τους βιβλιοδέτες, τους τυπογράφους, τους συναδέλφους μου και τους άλλους οδηγούς. Μετά μπορεί να με σταματήσει και ο αστυφύλακας που με σταματά κάθε πρωί για να μου πει από πού πρέπει να στρίβω στην Βασιλέως Κωνσταντίνου όταν βγαίνω από τη Ριζάρη. Όλα είναι πιθανά. Ακόμα και να δεις στιγμές απ’ την προηγούμενη ζωή σου.
Στην πρώτη διασταύρωση σταματώ. Εμπρός μου περνά ένα αυτοκίνητο που είχα πολλά χρόνια πριν. Μέσα, μια κοπέλα μ’ ένα μπήγκλ στο δεξί κάθισμα.
Άσχημο να μη σε γνωρίζει ένα αυτοκίνητο που μαζί κάνατε τόσους αγώνες. Φαίνεται ότι δεν θα ήταν πραγματικό αγωνιστικό αυτοκίνητο!
Στη δεύτερη διασταύρωσε με σταματά ο αστυφύλακας που με σταματά κάθε πρωί…
Φυσάει, γύρω μου είναι δεκάδες αυτοκίνητα και δεν πιστεύω ότι θ’ αλλάξει τίποτα.
Άλλωστε δε νομίζω ότι θέλω ν’ αλλάξει τίποτα. Δεν είναι δυνατόν ν’ αλλάξει τίποτα.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΒΑΘΑΣ
Κάθε 7 μέρες
Ø Πάει και το τρίωρο Τατόι. Έγινε κι αυτό. Παγωμένο, με λίγο κόσμο, με άσχημη πίστα, με μια νίκη του «Σιρόκο» που δεν άφησε καμιά αμφιβολία για την ποιότητα της προσπάθειας της ομάδας που βρίσκεται πίσω από την Αλπίν. Ο «Γάλλος» έφυγε εμπρός απ’ τον πρώτο γύρο και τερμάτισε 8… λεπτά εμπρός από τον δεύτερο στο τέλος των τριών ωρών! Ο Μοσχού προσπάθησε ν’ ακολουθήσει, αλλά η Άλφα Ρομέο δεν είχε την ταχύτητα της Αλπίν ή η Αλπίν είχε περισσότερη ταχύτητα από την Άλφα Ρομέο. Το ιταλικό αυτοκίνητο εγκατέλειψε από κινητήρα στην προσπάθειά του να φθάσει κάπου. Ο «Αστερίξ» προσπάθησε κι αυτός με την μπλε Πόρσε του Μακρόπουλου, αλλά έμεινε στο τιμόνι! Έσπασαν οι ακτίνες στο «Μόμο»! θαυμάσιος ήταν ο Φίλιππος Αντωνιάδης με το NSU Σπέσιαλ που έχει φτιάξει μόνος του, αλλά κι αυτός ήταν άτυχος. Έμεινε, γιατί τον «έπιασαν» και τα δυο πίσω λάστιχα μαζί. Ο Τζοβάνι Ραγκούσα έμεινε από ανάρτηση, ο Λίφτ από κινητήρα, ο «Λεωνίδας» δεν έτρεξε γιατί η «πέμπτη» στο κιβώτιο της Πόρσε ήταν πολύ «κοντή» για το Τατόι, ο Ζαλμάς τερμάτισε μ’ ένα άρρωστο μοτέρ στο μίνι του, χωρίς παρ-μπριζ και πολύ παγωμένος και ο Δημήτρης Μαρασλής ξέγραψε το κίτρινο ΤΤ του στα δέντρα στο πίσω μέρος του σιρκουί κάνοντας ένα, αλλά Μεγάλο Λάθος! Ο Τζώννυ Πεσματζόγλου τίναξε το μοτέρ της Κορβέτ στον πρώτο γύρο, ο Γάκης Κολεμτζάκης, που ήρθε από τη Θεσσαλονίκη για να τρέξει στο τρίωρο έμεινε από ανάρτηση και γενικά έγινε χαλασμός και τερμάτισαν μόνον εννέα αυτοκίνητα! Στις μοτοσικλέτες νικητής ήταν ο Ηλίας Μπάιλας με Γιάβα –CZ με δεύτερο το Βασίλη Γουρουνά με MZ- Σίμσον και τρίτον το «Γκρι- Κατ» με Γιαμάχα 250. δεύτερος στ’ αυτοκίνητα ήταν ο Κώστας Ράπτης και τρίτος ο Κώστας Καπέλλος με μια Άγγλια που σχεδόν έχει φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια. Ωραίο το τρίωρο Τατόι! Έδωσε την ευκαιρία στους «μικρούς» να κάνουν κάτι. Η στήλη… έτρεξε κι αυτή με το Μπρίτζεστον- NSU, αλλά έμεινε στη μια ώρα όταν ξεκόλλησε ολόκληρη η πίσω ανάρτηση. Το επόμενο Τατόι, πάντα για το Πρωτάθλημα Ταχύτητας του 1972, θα γίνει στις 14 Ιανουαρίου. Θα σας δω εκεί… Όλους!