του Σωκράτη Παπαχατζή
“Δεν τον έχουμε ξαναδεί τον Mark έτσι… κανονικά ντύνεται πιο casual”, γουργουρίζει η παρουσιάστρια της κρατικής TV… “Ε, μια και πάει στο Κογκρέσσο, χρειάζεται το σχετικό κοστούμι και γραββάτα “, έρχεται η απάντηση απ’ τον τσακπίνη δημοσιογραφικό της παρτενέρ.
Ήταν οι μέρες, ένα χρόνο πριν, που ο Mark Zuckerberg προσερχόταν στην επιτροπή του Κογκρέσου για το σκάνδαλο της Cambridge Analytica. Ακούγοντας τους παρουσιαστές, βεβαιωνόσουν ότι οι υποβολείς των δελτίων ειδήσεων είναι ακριβώς οι ίδιοι, για ιδιωτικά και κρατικά κανάλια. Η κεντρική ιδέα ήταν / είναι να μας παρουσιάσουν MZ σαν ένα χαριτωμένο, αντισυμβατικό νεαρό* ταλαιπωρούμενο στα δίχτυα ενός αρτηριοσκληρωτικού συστήματος. Οι δημοσιογράφοι-απολογητές ολοκλήρωναν το ρεπορτάζ ως ακολούθως:
“Ε, τι να γίνει…Όταν διευθύνεις ένα χώρο όπου τα πάντα είναι αχαρτογράφητα νερά, …δεν μπορεί, θα κάνεις και λάθη!”
Ο τρόπος με τον οποίο αξιοποιήθηκαν πολιτικά από την καμπάνια του Trump, αλλά και τους Ρώσους, τα προφίλ 87 εκατομμυρίων χρηστών του FB, παράνομα αποκτημένα από την Cambridge Analytica, παραμένει ομιχλώδης, με τον απροκατάληπτο θεατή να ταλαντεύεται μεταξύ καχυποψίας και θυμηδίας… Ως προς το ίδιο το Facebook, το μόνο σκάνδαλο μ’ αυτό παραμένει …η συνέχιση της ύπαρξής του. Ο Mark Zuckerberg ξεκίνησε την καριέρα του ως κοινός ρουφιάνος, δημοσιεύοντας προσωπικά δεδομένα συμφοιτητών του και μηνυόμενος γι’ αυτό, για ν’ αποκτήσει στη συνέχεια “υψηλού επιπέδου” [βλ. NSA] πλάτες…
Η εμπιστοσύνη της “παγκόσμιας κοινότητας” θα έπρεπε να έχει αποσυρθεί προ πολλού απ’ το FB. Αλλά και συνολικά, πιστεύω, απ’ την υπόθεση των social media.
Ότι “μας φέρει πιο κοντά”, θα πρέπει πρώτα να μας απομακρύνει.
Το καθιερωμένο από τα Social Media μοντέλο ευνοεί την επικοινωνία εξ αποστάσεως. Όταν επικοινωνείς με την απέναντι ραχούλα, ας πούμε, καλό είναι να ‘χεις ένα τηλεβόα. Αυτόν ακριβώς σου προμηθεύει η “μιντιακή πλατφόρμα”, βάζοντάς σε να [γράφεις σαν να] κραυγάζεις, προτρέποντάς σε να “αγαπάς” και να “μισείς”. Οι λεπτομέρειες, οι αναβαθμοί, οι εύφορες εκτάσεις μεταξύ μίσους και αγάπης, είναι καταδικασμένες σε εξαφάνιση.
Η απόσταση απελευθερώνει τα ταπεινότερα ένστικτα, με τον ίδιο τρόπο που η ανωνυμία μετατρέπει τον “λαό” σε όχλο. Και το εντεινόμενο κύμα ασυναρτησίας και μίσους που κατακλύζει τον “πολιτισμένο κόσμο”, θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει τη διαπίδυση / διάχυση της διαδικτυακής κουλτούρας στην αληθινή ζωή – ότι απομένει τέλος πάντων από αυτήν.
* Δοκιμασμένο πρότυπο μιας συστημικά εκπορευόμενης τάσης, του “young, rich and famous”, είναι ο ροκ σταρ. Έτσι άλλωστε προσφωνούνται οι, νεαροί κατά κανόνα, φιλόδοξοι επιχειρηματίες που, χάρη στην αντισυμβατική τους σκέψη, παρέκαμψαν πρωτόκολλα, αγγίζοντας την κορυφή πριν τα τριάντα. Κεντρική ιδέα είναι ο προσεταιρισμός των μικρότερων ηλικιακά στρωμάτων, η επένδυση του νεανικού ενθουσιασμού σε “καινοτόμες” υποθέσεις, εξυπηρετικές συγκεκριμένων σχεδίων / συμφερόντων. Το δόλωμα είναι η υπόσχεση του πλούτου και της διασημότητας, με συνθήματα του τύπου “παλιό vs καινούργιο”, “κάνε το δικό σου”, “άλλαξε τον κόσμο για πάντα”.
“We want the world and we want it now”… Να μια εκδοχή του στίχου του, που ο Morrison δεν είχε φανταστεί.